RAEDYASSIN - Από τον Χρήστο Παρίδη
Ένας από τους πιο καταξιωμένους καλλιτέχνες του Αραβικού κόσμου, ο ΡαϊντΓιασίν, παρουσιάζει στην Αθήνα μία σειρά από έργα του με τον τίτλο AmnesiacCommissionsβασισμένα σε αναμνηστικές οικογενειακές φωτογραφίες. Ο ίδιος, γεννημένος στο Λίβανο πριν 35 χρόνια στα μέσα του δεκαπενταετούς εμφυλίου πολέμου, σήμερα είναι ένας πολίτης του κόσμου. Καλλιτέχνης μεγάλης πνοής, με μία γκάμα από βίντεο-έργα μέχρι αντικείμενα και εγκαταστάσεις, ενώ παράλληλα δημιουργός αυτοσχεδιαστικής μουσικής. Δεν είναι καθόλου αισιόδοξος για το μέλλον της πατρίδας του και όπως όλοι της γενιάς του, δηλώνει ως τόπο κατοικίας του, το διαδίκτυο.
Ραϊντ, ξεχωρίζεις τη δουλειά σου στη μουσική από την καλλιτεχνική ή θα λέγαμε ότι πρόκειται για ένα και το αυτό;
Είναι και τα δύο εργασία σε ένα παράλληλο κόσμο, οπότε δε θα έλεγα ότι είναι ένα πράγμα αλλά από την άλλη ούτε και ξέχωρα, γιατί πάντοτε ξεκινάω από μία ιδέα την οποία προσπαθώ να την εξελίξω με συγκεκριμένους τρόπους. Κάποιες φορές η ιδέα μεταφράζεται σε μουσική, άλλες φορές σε performance, άλλες γίνεται ένα αντικείμενο ή εγκατάσταση. Γι’ αυτό και για εμένα εντέλει δεν έχει σημασία, όλα είναι ιδέες, projects… Δεν μου αρέσει να τα ξεχωρίζω αλλά η «οικονομία» του κόσμου της τέχνης δε λειτουργεί το ίδιο μετην «οικονομία» του χώρου της μουσικής. Οι άνθρωποι αρέσκονται στο να κατηγοριοποιούν τα πράγματα γιατί τους φαίνεται ευκολότερο να τα κατανοήσουν. Εμένα μου αρέσει να δουλεύω σε κάθε λογής παραλλαγές της τέχνης και καθώς είμαι conceptualartist, προσπαθώ να μεταφέρω τις ιδέες μου μέσα από τα προσωπικά μου μέσα.
Γνωρίζω ότι ως μουσικός έχεις ένα αρκετά μεγάλο κοινό.
Εξαρτάται από το project. Κάποια από τη μουσική μου είναι όντως δημοφιλής στο διεθνές κοινό, αλλά δεν είναι αυτό που λέμε ποπ μουσική. Δεν με ακολουθούν σαν έναν σούπερ δημοφιλή μουσικό. Έχει πολύ να κάνει με το είδος του κοινού. Συχνά παίζω πειραματική και αυτοσχεδιαστική μουσική, αλλά επίσης οργανώνω ένα φεστιβάλ στη Βηρυτό και κάνω και τον παραγωγό μουσικής. Επικοινωνώ μέσω ενός διεθνούς δικτύου με μουσικούς ανά τον κόσμο, ένα κοινό που μας ακολουθεί. Όλα μου τα project στοχεύουν το υποσυνείδητο και τη μνήμη των ανθρώπων μέσω της αποδόμησης της ποπ μουσικής. Ερευνώ το «ποπ» γιατί με ενδιαφέρει η αποδόμηση του τόσο στη μουσική όσο και στην τέχνη. Αυτό βοηθάει στην επικοινωνία μου με τον Αραβικό κόσμοκαθώς χρησιμοποιώ πολύ συχνά υλικό από τον παλιό Αιγυπτιακό κινηματογράφο και το καθιστά ακόμα ευκολότερο για το κοινό. Πολλά από τα βίντεο μου, οι φωτογραφίες μου και οι εγκαταστάσεις επίσης βασίζονται στον παλιό κινηματογράφο.
Ο κινηματογράφος λειτουργεί ως συλλογική μνήμη;
Συλλογική μνήμη και συλλογικό υποσυνείδητο. Μελετάω την εξέλιξη της εικόνας και του ήχου της μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης. Όλα αυτά για μένα, έχουν άμεση σχέση μεταξύ τους. Με ενδιαφέρουν οι εικόνες που καταναλώνουν οι άνθρωποι και πόσο τους έχει επηρεάσει. Πως ο κινηματογράφος που βλέπουν έχει επιδράσει το μυαλό τους ψυχολογικά, πολιτικά, ακόμα και οικονομικά. Γιατί η εικόνα και ο ήχος έχουν παίξει μεγάλο ρόλο στην κοινωνία, αλλά κατά κάποιο τρόπο οι άνθρωποι δεν βλέπουν την άμεση επίδραση. Ενώ η επιρροή είναι τεράστια κοινωνικά, το πως αντιδρούν οι άνθρωποι ψυχολογικά σε όσα τους τροφοδοτεί η βιομηχανία της μουσικής και της εικόνας. Εικόνες και ήχοι προς κατανάλωση των μαζών.
Πως ήταν να μεγαλώνεις μέσα στον πόλεμο;
Ο Λίβανος είχε χωριστεί σε τόσες πολλές κοινωνικές και οικονομικές ομάδες κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, που εξαρτάτο που βρισκόσουν κατά περίοδο. Η χώρα διαλυόταν, αλλά αυτό ακριβώς αποτελεί τη συλλογική μας μνήμη. Ο πόλεμος παρήγαγε συγκεκριμένους τύπους ήχων και εικόνων. Μεγαλώναμε με Λιβανέζικο κινηματογράφο και δημοφιλή μουσική, η παραγωγή των οποίων μειώθηκε δραστικά μετά το τέλος του πολέμου. Ο προπαγανδιστικός κινηματογράφος και η προπαγανδιστική μουσική εισήγαγαν συγκεκριμένους τύπους ήχων και λόγου, προερχόμενα από την κάθε διαφορετική πολιτική παράταξη και πλευρά που αντιμάχονταν η μία την άλλη. Κατά κάποιο τρόπο αυτό δημιούργησε μία νέα συλλογική μνήμη. Μεγαλώσαμε με τόσες επιρροές, τόσο πολλές εικόνες, τόσα πράγματα να γίνονται γύρω μας. Καθώς ήταν αδύνατον να ταξιδεύσεις και να δεις μουσεία, οι μόνες προσλαμβάνουσες σου ήταν το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, τα περιοδικά και οι εφημερίδες. Κάθε δυνατό μέσο που μπορούσε να φτάσει σε σένα. Οπότε η σχέση μου με τις εικόνες των περιοδικών, τα ερτζιανά, τις ραδιοφωνικές εκπομπές ήταν ισχυρή. Κάθε άλλο είδος επικοινωνίας ήταν αδύνατη, και έπρεπε να καταφύγεις σε κάτι διαφορετικό μέσα από τα ΜΜΕ.
Είναι παράξενο που δεν αναφέρεσαι σε εικόνες καταστροφής και θανάτου…
Γιατί,για τη γενιά που γεννηθήκαμε μέσα στον πόλεμο, η σχέση με τα μέσα επικοινωνίας ήταν υποκατάστατο της ζωής. Η γενιά που γεννήθηκε πριν από τον Εμφύλιο, είναι εκείνη που την απασχολεί η καταστροφή. Είναι και η γενιά των καλλιτεχνών που τους απασχολεί ο Εμφύλιος. Εμείς αναπτύξαμε ένας είδος άρνησης γιατί βλέπουμε τον Εμφύλιο από διαφορετική οπτική. Η εικόνα ενός νεκρού στο δρόμο ήταν για τη γενιά μου ένα φυσιολογικό πράγμα. Ήταν μέρος της καθημερινής μας ρουτίνας. Η παιδική μας ηλικία έβριθε από τέτοιου είδους εικόνες.
Οπότε όλος αυτός ο ζόφος μπαίνει στην άκρη;
Όχι, δε θέλω να τον βάλω στην άκρη. Απλώς αντιδρώ με το δικό μου τρόπο και φυσικά υπάρχουν πάρα πολλά επίπεδα. Είναι ο λόγος που δουλεύω με θέματα που έχουν να κάνουν με τον Εμφύλιο πόλεμο. Αλλά είναι και ένα θέμα που έχει τόσο πολύ αναπαραχθεί και βιαστεί ενώ είναι κάτι που επηρέασε καθοριστικά την ποιότητα ζωής τόσων ανθρώπων στον Λίβανο. Όπως και την ποιότητα της δουλειάς των καλλιτεχνών σε σημείο που το να είσαι Λιβανέζος καλλιτέχνης είναι ταυτόσημο με το να είσαι καλλιτέχνης του πολέμου. Αν δεν επεξεργάζεσαι μία «πολεμική» ιδέα, δεν μπορείς να ανήκεις στην καλλιτεχνική σκηνή. Ακόμα και οι διεθνείς επιμελητές θέλουν θέματα που έχουν να κάνουν με πόλεμο, είναι το νέο και σέξυ, είναι με έναν τρόπο «πολεμικός» τουρισμός, Αυτή λοιπόν την υπερκατανάλωση του εμφύλιου πολέμου μπορώ να την κατανοήσω σε ένα ή δύο έργα αλλά όχι να κτίσεις ολόκληρη καριέρα επάνω στον πόλεμο.
Έχεις επηρεαστεί από την προ εμφυλίου εποχή της Βηρυτού; Ήταν μία εποχή ευφορίας και δημιουργικότητας.
Φυσικά και έχω επηρεαστεί, ακριβώς εξαιτίας των mediaκαι του σινεμά. Αυτή τη στιγμή η Βηρυτός κοπιάρει την εποχή εκείνη μέσα από την ιστορία των ‘50sκαι των ‘60s. Είχαμε φεστιβάλ πειραματικής μουσικής, είχε έρθει ο Στοκχάουζεν για το φεστιβάλ μπαλέτου, είχε έρθει ο Μάιλς Ντέιβις, στο θέατρο έπαιζαν Μπέκετ και Ιονέσκο. Η αβάν γκαρντ έχει μεγάλη προιστορία στον Λίβανο την οποία δεν παίρνει αρκετά στα σοβαρά από ημεταπολεμική γενιά.
Όμως αυτή η προιστορία παίζει και σήμερα ρόλο στην Αραβική αβάν γκαρντ…
Ο Λίβανος ήταν πάντα η πιο δημοκρατική χώρα του Αραβικού κόσμου. Ιδιαίτερα ανοιχτή πολιτικά, με την έννοια ότι οι άνθρωποι μπορούσαν να πουν τη γνώμη τους εύκολα. Πολλά βιβλία που σε άλλες χώρες λογοκρινόντουσαν, ανατυπωνόντουσαν στον Λίβανο χωρίς περικοπές. Πολλοί ποιητές και συγγραφείς ερχόντουσαν να ζήσουν στη Βηρυτό καθώς οι χώρες μου μας περιτριγύριζαν ήταν είτε βασίλεια είτε σοσιαλιστικά καθεστώτα όπου δεν υπήρχε ελευθερία του λόγου. Έτσι, ο Λίβανος έγινε το σημείο συνάντησης όλων αυτών, ακόμα και τον καιρό του Εμφυλίου.
Η έκθεση σου στην Αθήνα, βασίζεται σε οικογενειακές φωτογραφίες;
Ναι, οι οποίες όλες έχουν χαθεί κατά τη διάρκεια μετακινήσεων από μέρος σε μέρος βιαστικά, θέλοντας να αποφύγουμε τους βομβαρδισμούς. Χρειάστηκε να τις ανασκευάσω από την αρχή με τη βοήθεια της μνήμης μου. Οπότε έμμεσα κι εδώ, ο πόλεμος είναι παρών. Ίσως η αναπαράσταση τους να μην είναι ακριβής, αλλά είναι η προσπάθεια μου να ξαναδιαβάσω την ιστορία της οικογένειας μου.
Η οποία παίρνει ακόμα μεγαλύτερη σημασία όσο μεγαλώνει η απόσταση από εκείνη την εποχή….
Αυτό που έχει σημασία για μένα σ’ αυτήν την έκθεση, είναι να επαναφέρω την οικογένεια μου, δηλαδή κάτι πολύ προσωπικό. Οι οικογενειακές φωτογραφίες είναι ο μόνος τρόπος να ταξιδεύσεις πίσω στον χρόνο και να δεις τους δικούς σου. Συνεργάστηκα με κάποιον που μεταφέρει εικόνες από το κομπιούτερ σε μηχάνημα κεντήματος. Δουλέψαμε ακριβώς όπως γίνεται με τους ζωγράφους που δουλεύουν για την αστυνομία, στους οποίους περιγράφεις και εκείνοι σχεδιάζουν ό,τι ακούνε. Μετέφερα τις εικόνες σε ύφασμα, γιατί και οι δύο μου γονείς ήταν ράφτες. Έχουν φύγει και οι δύο, αρχεία και φωτογραφίες δεν υπάρχουν, οπότε ήθελα πάρα πολύ να αναβιώσω την προσωπική μου ιστορία. Πρόσθεσα τα βάζα όπου αναπαριστώ μάχες μεταξύ πολεμιστών.
Εκεί υπάρχει άμεση σχέση με τον εμφύλιο.
Είναι προφανές. Θέλησα να αναπαραστήσω τον πόλεμο επάνω σε αντικείμενα διακοσμητικά σαν ένα είδος κάθαρσης. Με τον τρόπο αυτό ήθελα να απαλλαγώ από το θέμα του εμφύλιου πολέμου. Γι’ αυτό και τον μετέφερα επάνω σε βάζα τα οποία θα μπουν μέσα σε σπίτια και οι άνθρωποι θα ζουν με αυτά σε καθημερινή βάση.
Είσαι αισιόδοξος για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή;
Όχι, είμαι απαισιόδοξος για την Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα για τον Λίβανο.
Πως είναι σήμερα η καλλιτεχνική σκηνή της Βηρυτού;
Υπάρχει μία μικρή καλλιτεχνική σκηνή καθώς η πολιτική κατάσταση παραμένει ασταθής. Παρολ’ αυτά, εξακολουθούμε να έχουμε δημοκρατία και να μπορούμε να μιλάμε ελεύθερα. Υπάρχουν όλες οι νέες τάσεις όπως γκέι κίνημα, αθεϊσμός, υπό την απειλή βέβαια του νέου Ισλάμ και του ολοκληρωτισμού. Είμαστε μία φοβερά μικρή χώρα, αλλά η Βηρυτός είναι για μένα το ιδανικό μέρος να ζεις στον Αραβικό κόσμο. Μου είναι αδύνατο να ανεχτώ την καταπίεση των άλλων Αραβικών χωρών. Βέβαια, ταξιδεύω πολύ λόγω της ιδιότητας μου ως καλλιτέχνης. Η γενιά μου έχει εξασφαλίσει ένα διεθνές δίκτυο μουσικών και καλλιτεχνών, ενημερωνόμαστε για το τι συμβαίνει στον κόσμο, και το ίντερνετ βοηθάει καταλυτικά στις συνεργασίες καθώς καταργεί την απόσταση. Εξάλλου, τι έχει απομείνει «τοπικό»; Δεν ξέρω αν μπορούμε πια να μιλάμε για οτιδήποτε τοπικό. Ο κόσμος έχει αλλάξει πάρα πολύ τα τελευταία έξι επτά χρόνια και αλλάζει ακατάπαυστα.
Ιδανικά, που θα ήθελες να ζεις;
Μέσα στο διαδίκτυο.
σχόλια