Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ η απόφαση του υπουργείου Οικονομικών με την οποία καθορίζονται οι προϋποθέσεις για την επιστροφή πιστωτικού υπολοίπου του ΦΠΑ κατά προτεραιότητα και χωρίς έλεγχο. Η νέα διαδικασία ισχύει από 1. 7. 2017 και για εκκρεμείς αιτήσεις επιστροφής από 1.1.2016.
Στην απόφαση ορίζεται ότι οι υποκείμενοι στο φόρο οι οποίοι:
α) είναι κάτοχοι «άδειας Α.Ε.Ο. Authorised Economic Operator» ή κάτοχοι «αδειών απλουστευμένων διαδικασιών», σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα, εξαιρουμένων των άμεσων και έμμεσων τελωνειακών αντιπροσώπων, που έχουν άδειες σε ισχύ, ή β) πραγματοποιούν πράξεις που δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) του κύκλου εργασιών τους για σκοπούς ΦΠΑ κατά το προηγούμενο ημερολογιακό δωδεκάμηνο, εντάσσονται σε ειδικό κατάλογο και οι αιτήσεις τους διεκπεραιώνονται κατά προτεραιότητα και χωρίς έλεγχο.
Οι πρώτοι κατατάσσονται με βάση το συνολικό ύψος του αιτούμενου ποσού τους για το προηγούμενο ημερολογιακό δωδεκάμηνο, κατά φθίνουσα σειρά και εντάσσονται στο κατάλογο μέχρι εξαντλήσεως ποσοστού είκοσι τοις εκατό του συνολικά αιτούμενου προς επιστροφή ποσού, από όλους τους υποκείμενους για το ίδιο ημερολογιακό διάστημα.
Οι δεύτεροι εντάσσονται στον κατάλογο εφόσον έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών και κατά τα τελευταία τρία φορολογικά έτη, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος, πληρούν σωρευτικά τα παρακάτω κριτήρια:
α) Έχουν ελεγχθεί για τουλάχιστον τρεις φορολογικές περιόδους και το σύνολο των επιστραφέντων κατόπιν ελέγχων ποσών δεν διαφέρει από το συνολικά αιτούμενο ποσό σε ποσοστό άνω του πέντε τοις εκατό
β) Δεν έχουν υποπέσει σε φορολογικές παραβάσεις καθώς και σε τελωνειακές παραβάσεις οι οποίες έχουν καταχωρηθεί στα μηχανογραφικά συστήματα AXIS» και «ICIS» αντίστοιχα.
γ) Δεν χαρακτηρίζονται ως ύποπτοι για συμμετοχή σε απάτη που αφορά στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, κατόπιν εφαρμογής κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου, τα οποία εξετάζονται σε κεντρικό επίπεδο αποκλειστικά και δεν δημοσιοποιούνται.
Κατάρτιση καταλόγου υποκείμενων στο φόρο
1. Ο κατάλογος υποκειμένων καθορίζεται κάθε εξάμηνο, το μήνα Φεβρουάριο και το μήνα Αύγουστο κάθε έτους και ισχύει για τις αιτήσεις που καταχωρούνται στο σύστημα TAXIS από την πρώτη ημέρα των μηνών αυτών και έως την δημιουργία του επόμενου καταλόγου. Τυχόν καθυστέρηση για τον καθορισμό του καταλόγου σε κάποιον από τους ανωτέρω μήνες δεν μεταβάλλει χρονικά τον καθορισμό του επόμενου καταλόγου. Η συμμετοχή των υποκειμένων στον κατάλογο, καθώς και η τυχόν διαγραφή τους, γνωστοποιείται σε αυτούς μέσω του πληροφορικού συστήματος TAXISnet.
2. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον ο αρμόδιος προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. διαθέτει στοιχεία από τα οποία προκύπτουν ισχυρές ενδείξεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας από τον υποκείμενο, υποχρεούται να εισηγηθεί τη διενέργεια ελέγχου πριν την επιστροφή. Το αίτημα, με πλήρη αιτιολόγηση, υποβάλλεται προς έγκριση στη Δ/ νση Ελέγχων, μέσω του συστήματος ELENXIS, η οποία εγκρίνει ή απορρίπτει το αίτημα εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λήψης του αιτήματος.
3. Μετά τη διενέργεια της επιστροφής διενεργείται ετησίως δειγματοληπτικός έλεγχος των υποκειμένων. Το δείγμα προσδιορίζεται από τη Δ/νση Ελέγχων και καλύπτει τουλάχιστον το δέκα τοις εκατό των υποκειμένων αυτών.
4. Η απόφαση ισχύει για αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ που καταχωρούνται στο σύστημα TAXIS από 1.7.2017 και εφεξής.
5. Ειδικά για την πρώτη εφαρμογή, ο κατάλογος των υποκειμένων ισχύει και για όλες τις εκκρεμείς αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ αυτών, που έχουν καταχωρηθεί στο σύστημα TAXIS από 1.1.2016 έως και 30.6.2017. Ως εκκρεμείς αιτήσεις λογίζονται οι αιτήσεις, οι οποίες έχουν επιλεγεί για έλεγχο και δεν έχει εκδοθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου έως τη δημοσίευση της παρούσας, με εξαίρεση τις αιτήσεις, επιστροφής που έχουν επιλεγεί για έλεγχο κατόπιν εισήγησης του αρμοδίου Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ., για τις οποίες η επιστροφή διενεργείται μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου. Στις εκκρεμείς αιτήσεις η επιστροφή του φόρου πραγματοποιείται άμεσα, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που συντρέχει παραγραφή της αξίωσης προς επιστροφή.
Σε κάθε περίπτωση, εφόσον ο αρμόδιος προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. διαθέτει στοιχεία, από τα οποία προκύπτουν ισχυρές ενδείξεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας από ευρήματα του διενεργούμενου ελέγχου ή από άλλα στοιχεία, αυτός υποχρεούται να ολοκληρώσει τον έλεγχο πριν την επιστροφή, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων περί παραγραφής.
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ