Με κίνητρο την αγάπη τους για την Ελλάδα, δύο Γερμανοί, η Laura Bernhardt και ο Benjamin Tafel, ξεκίνησαν ένα ταξίδι αναζήτησης στον κόσμο της ελληνικής χειροτεχνίας. Είναι αξιοθαύμαστο ότι δύο άνθρωποι που ζουν πολλά χιλιόμετρα μακριά από τη χώρα επέλεξαν να ασχοληθούν και να καταγράψουν επαγγέλματα που τείνουν να χαθούν. Μέσα από το πρότζεκτ τους γνωρίζουμε δεκάδες ιστορίες Ελλήνων χειροτεχνών, ενώ ταυτόχρονα μας παρουσιάζουν μια σειρά από επαγγέλματα που κάποιοι νοσταλγούν και άλλοι ίσως έχουν ξεχάσει. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς πως το site τους αποτελεί ζωντανό λαογραφικό ντοκουμέντο. Όπως μπορεί να διαβάσει κανείς, στόχος του δεν είναι τόσο να δει νοσταλγικά τα συγκεκριμένα επαγγέλματα όσο το να ξαναζωντανέψει και να παρουσιάσει τους συναισθηματικούς δεσμούς ανάμεσα στους τεχνίτες και σε κάποια από αυτά. Από γενιά σε γενιά και από χέρι σε χέρι, λοιπόν, πέρασε η τέχνη της χειροτεχνίας στον επόμενο, καταφέρνοντας να μείνει ζωντανή μέσα στα χρόνια. Αυτή η διαδικασία έμελλε να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για το όνομα της σελίδας From Hand to Hand.
Ο Benjamin έχει εργαστεί ως art director και ανεξάρτητος φωτογράφος σε διάφορα περιοδικά, ενώ η Laura έχει εργαστεί στο παρελθόν ως σχεδιάστρια προϊόντων και αυτό τον καιρό απασχολείται ως επιμελήτρια τέχνης. Τους συνδέουν και τους δύο στενοί δεσμοί με την Ελλάδα, αφού η χώρα μας αποτελεί τον μικρό παράδεισο που επισκέπτονται πολύ συχνά από μικρά παιδιά. Όπως τονίζουν οι ίδιοι: «Το ότι επισκεπτόμαστε την Ελλάδα από την παιδική μας ηλικία μάς έχει κάνει να εκτιμήσουμε ιδιαίτερα τη χώρα αλλά και τους ανθρώπους. Μάλιστα, χάρη στη δημιουργία του πρότζεκτ αυτοί οι δεσμοί έχουν γίνει ακόμα πιο δυνατοί. Είχαμε την τύχη να συναντήσουμε πολλούς ανθρώπους που αποτελούν πηγή έμπνευσης για εμάς».
Το πραγματικά όμορφο αποτέλεσμα όμως οφείλεται κυρίως στις μαρτυρίες των ίδιων των τεχνιτών, οι οποίοι άνοιξαν την καρδιά τους, δίνοντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τους ίδιους, την τέχνη και τον τόπο τους.
Το πρότζεκτ ξεκίνησε το 2015, αλλά άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά από τον Ιανουάριο του 2016, όταν πραγματοποιήθηκε η πρώτη έρευνα. Αυτό που τους έκανε να ξεκινήσουν την καταγραφή ήταν η σκέψη πως ίσως πολύ σύντομα κάποια από αυτά τα επαγγέλματα να μην υπάρχουν πια. «Τα τελευταία χρόνια παρατηρούσαμε πως πολλές βιοτεχνίες είχαν αρχίσει να εξαφανίζονται. Θελήσαμε να τραβήξουμε την προσοχή του κόσμου σε κάτι το οποίο δεν είναι εύκολα ορατό από πολλούς, να αναζητήσουμε τα τελευταία ίχνη ενεργών βιοτεχνιών στην Ελλάδα», αναφέρουν. Αρχικά κατάφεραν να συλλέξουν τις πρώτες τους πληροφορίες σε συνεργασία με πολιτιστικά ιδρύματα, συλλόγους και ερευνητές. Το πραγματικά όμορφο αποτέλεσμα όμως οφείλεται κυρίως στις μαρτυρίες των ίδιων των τεχνιτών, οι οποίοι άνοιξαν την καρδιά τους, δίνοντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τους ίδιους, την τέχνη και τον τόπο τους.
Μια σύντομη περιήγηση στη σελίδα είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς πόσο καλή δουλειά έχουν κάνει οι δυο τους. Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται κάθε βιοτέχνης ξεχωριστά είναι τόσο αναλυτικός, που δεν αφήνει καμία απορία. Υπάρχουν δεκάδες χειροτεχνικά επαγγέλματα, πολλά εκ των οποίων οι περισσότεροι μπορεί να αγνοούν ή να έχουν απλώς ακουστά. Κάνοντας κανείς μια μικρή περιπλάνηση στο site μπορεί να δει πως πολλά από αυτά επιβιώνουν ακόμα χάρη σε λιγοστούς τεχνίτες που αρνούνται να τα παρατήσουν. Βοσκοί, μελισσοκόμοι, γλύπτες ξύλου, επεξεργαστές δέρματος, χαλκού και μετάλλων, κατασκευαστές πλοίων, υφαντουργοί, τεχνίτες που κατασκευάζουν μουσικά όργανα, καλάθια, σαμάρια, ξύλινες καρέκλες, κομπολόγια, τέντες, σανδάλια και παραδοσιακές στολές, μέχρι και ένας γυναικείος συνεταιρισμός παρουσιάζονται στην αντίστοιχη ενότητα.
Αυτό που παρατηρούν και οι ίδιοι οι δημιουργοί της σελίδας είναι πως οι ανάγκες λόγω των οποίων δημιουργήθηκαν πολλά από αυτά τα εργαστήρια σχετίζονται άμεσα με τη γεωγραφική θέση στην οποία βρίσκονται. Για παράδειγμα, ο σαμαράς στον Βόλο φτιάχνει σέλες για γαϊδούρια και μουλάρια που είναι απαραίτητα για να μεταφερθούν οικοδομικά υλικά στις απομακρυσμένες περιοχές του Πηλίου. Από την άλλη, το εργαστήρι όπου κατασκευάζονται τα τσαρούχια, οι φουστανέλες και γενικότερα οι στολές που φορούν οι εύζωνες κατασκευάζονται στο κτίριο όπου είναι η έδρα της Προεδρικής Φρουράς και βρίσκεται πίσω από το Κοινοβούλιο. Οι κατασκευαστές πλοίων διατηρούν τα εργαστήριά τους δίπλα στη θάλασσα, όπως είναι φυσικό. Επίσης, αυτό που τους εντυπωσίασε ιδιαίτερα είναι η αγάπη και η αφοσίωση αυτών των ανθρώπων στη δουλειά τους. Όπως τονίζουν: «Καθένας τους είναι μοναδικός και λέει τη δική του ιστορία. Είναι εκπληκτικό, για παράδειγμα, να συναντά κανείς έναν ηλικιωμένο 92 χρονών, όπως ο Ντίνος Κοράκης στις Σπέτσες, και να βλέπεις το εργαστήρι του. Είναι σαν να εισέρχεσαι σε ένα μικρό σύμπαν το οποίο περικλείει το πάθος που διαρκεί μια ολόκληρη ζωή. Πρόκειται για το πάθος αυτού του ανθρώπου για τη θάλασσα και τα καΐκια του. Ήταν πραγματικά μια όμορφη συνάντηση».
Τέλος, το εγχείρημα πραγματοποιήθηκε χάρη σε ένα γερμανικό δημόσιο πολιτιστικό ταμείο, το VG BildKunst. Το ταμείο αυτό είναι αφιερωμένο στην υποστήριξη έργων που αφορούν την τέχνη και τον πολιτισμό. Επίσης, η ανταπόκριση του κοινού είναι σημαντική. Το ότι πολύς κόσμος δείχνει να αγκαλιάζει το πρότζεκτ είναι κάτι που τους δίνει το κίνητρο να συνεχίσουν την έρευνα και να καταγράψουν ακόμα περισσότερα επαγγέλματα στο μέλλον.
σχόλια