Το εργαστήριο χρυσοχοΐας του οίκου Φανουράκη, σε μια δαιδαλώδη πολυκατοικία της οδού Ευαγγελιστρίας, δεν έχει τίποτα λαμπερό που να παραπέμπει στα υπέροχα κοσμήματα που δημιουργούν με αφοσίωση πάνω στους μικρούς πάγκους τους νέοι άνθρωποι, περιτριγυρισμένοι από δεκάδες εργαλεία. Σκυμμένη στο γραφείο της δουλεύει τις λεπτομέρειες μιας καρφίτσας και η Λίνα Φανουράκη, που από το 1989 σχεδιάζει όλα τα κοσμήματα του οίκου. «Αυτό μάλλον δείχνει διχασμένη προσωπικότητα», μου λέει γελώντας, «μια και είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους». «Από τότε που ήμουν πάρα πολύ μικρή μου άρεσε να φτιάχνω πραγματάκια, να ζωγραφίζω, να κάνω γλυπτική. Κάποια στιγμή ασχολήθηκα συγκεκριμένα με το κόσμημα και είχα δικό μου εργαστήριο στο Μοναστηράκι. Στη συνέχεια, γνώρισα τον Λεωνίδα Φανουράκη, τον σύζυγό μου, και πολύ σύντομα ενοποιήσαμε τα εργαστήρια, τα σπίτια και τις ζωές μας. Ο άντρας μου ήταν μαθηματικός, αλλά ασχολούνταν με την οικογενειακή επιχείρηση, που λειτουργεί από το 1860 στο Ηράκλειο Κρήτης. Εγώ έφτιαχνα ήδη κοσμήματα, τα οποία άρεσαν πολύ στον Λεωνίδα – ουσιαστικά έτσι ήρθαμε σε επαφή. Όταν γνώρισα την οικογένεια Φανουράκη ήταν λίγο καιρό στην Αθήνα και έκαναν κυρίως εξαιρετικά αντίγραφα αρχαίων κοσμημάτων, βικτωριανών και κάποια παραδοσιακά σχέδια, όπως τα σκυριανά. Επειδή είμαι χρυσοχόος, αυτοδίδακτη, ανακατεύτηκα με το εργαστήριό του και ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε κοσμήματα με έναν άλλο τρόπο, με ένα άλλο πνεύμα».
Τα κοσμήματά της, αν και φτιαγμένα από πολύτιμα υλικά, κυρίως χρυσό και διαμάντια, δεν «φωνάζουν» ποτέ την αξία τους και μοιάζουν περισσότερο με μικρά γλυπτά. «Αγαπώ πολύ τη γλυπτική και έχω την εμμονή ότι ένα κόσμημα, για να είναι ωραίο, πρέπει να είναι άψογο απ' όλες τις πλευρές – να είναι περίοπτο. Επίσης, με ενδιαφέρει πολύ το χρώμα – όχι μόνο στα κοσμήματα που επιζωγραφίζουμε, αλλά γενικότερα ο συνδυασμός των χρωμάτων. Νομίζω ότι, εκτός από το σχήμα, το χρώμα και το μέγεθος παίζουν μεγάλο ρόλο». Το δυνατό σημείο της Λίνας Φανουράκη είναι τα μεγάλα κοσμήματα, τα οποία ωστόσο δεν δείχνουν ποτέ βαριά και μπορούν να φορεθούν όλες τις ώρες. «Η άποψή μου είναι ότι, εκτός από πολύ λίγα πράγματα, τα κοσμήματα σήμερα πρέπει να εξυπηρετούν τις ανάγκες όλης της ημέρας. Δεν υπάρχουν γκαλά να πάμε και τιάρες να φορέσουμε – τα κοσμήματα στο χρηματοκιβώτιο, που τα φοράμε μόνο σε γάμους και βαφτίσια, προσωπικά δεν μου λένε τίποτα».
Οι ιδιαιτέρως πλούσιοι εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά οι εύπορες εργαζόμενες γυναίκες, οι οποίες αποτελούν το μεγαλύτερο κομμάτι της πελατείας μας, σήμερα κερδίζουν λιγότερα − μπορεί και να μην εργάζονται πια.
Παρατηρώ με ενδιαφέρον δεκάδες μπουκαλάκια παραταγμένα στη σειρά. Κάποια από αυτά χρησιμοποιούνται για να βαφτούν οι ανεμώνες κόκκινες, οι παπαρούνες μπλε – κι ας κρύβει το χρώμα το ευγενές μέταλλο. «Τα κοσμήματά μου είναι πολύτιμα, αλλά όχι φανταχτερά», τονίζει η κ. Φανουράκη. «Δεν μου αρέσουν τα πράγματα που αυτό που δείχνουν είναι ότι κάποιος είχε τα λεφτά να τα αγοράσει. Μου αρέσουν τα ακριβά, δεν μπορώ να το αρνηθώ, αλλά όχι αυτά που κραυγάζουν». Ο χρυσός κάποιες φορές επιζωγραφίζεται, άλλοτε παίρνει τη μορφή εύθραυστου υφάσματος ή μοιάζει με ξυσμένο μολύβι. Αναρωτιέμαι αν χρησιμοποιεί ειδικά μηχανήματα για να πετύχει αυτά τα αποτελέσματα και πέφτω έξω – όλα γίνονται στο χέρι. «Αυτό που με ενδιαφέρει και με χαροποιεί είναι η πραγματοποίηση αυτών που έχω στο μυαλό μου. Πολλές φορές αυτό δεν μπορεί να γίνει με τον κλασικό τρόπο και χρειάζεται να βρούμε κάποιον καινούργιο».
Τη ρωτώ τι είναι αυτό που την εμπνέει, εκτός από τη φύση, μια και περιτριγυριζόμαστε από άνθη, μυρμήγκια, μέδουσες, αστερίες, έναν ολόκληρο μικρόκοσμο αξιοθαύμαστα νατουραλιστικό. Δεν της αρέσει αυτή η ερώτηση, πιστεύει ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει απάντηση. «Στη δική μου περίπτωση, επειδή είμαι εγκεφαλικός τύπος, υπάρχει η ιδέα, η σκέψη, το συναίσθημα που θέλω να εκφράσω – αρκετά πιο αφηρημένα πράγματα απ' ό,τι τελικά βλέπει κανείς σε ένα κόσμημα. Το κόσμημα, γενικότερα, έχει πιο περιορισμένες δυνατότητες σε σχέση με έναν πίνακα για παράδειγμα – είναι πολύ πιο έμμεση η παρουσίαση αυτού που έχεις στο μυαλό σου. Συνήθως κάποιο εξωτερικό ερέθισμα, μια μουσική, ένα βιβλίο ή ακόμα και κάτι πολύ συγκεκριμένο είναι αυτό που με ενεργοποιεί και αρχίζει ο σχεδιασμός του αντικειμένου. Μετά πηγαίνω τα σχέδια στο εργαστήριο, τα κουβεντιάζουμε και φτιάχνω πάντα το γλυπτικό μέρος του πρώτου κομματιού». Τη μόδα στα κοσμήματα την παρακολουθεί; «Παρακολουθώ τη μόδα στα ρούχα, στην αρχιτεκτονική, στο design, όχι όμως στα κοσμήματα», απαντά, ενώ στην ερώτησή μου σχετικά με το τι κάνει ένα κόσμημα κλασικό υποστηρίζει ότι «τα ωραία κοσμήματα, όπως και όλα τα ωραία πράγματα, έχουν πολύ μεγάλη ζωή, η οποία κάνει κύκλους» και συμπληρώνει ότι «μια νέα κοπέλα θα φορέσει με διαφορετικό τρόπο ένα παλιό κόσμημα και θα του δώσει καινούργια ζωή».
Συνεχίζουμε τη συζήτηση στο γραφείο της, στο κατάστημα της Πατριάρχου Ιωακείμ. Μετά τον θάνατο του συζύγου της, η Λίνα Φανουράκη χρειάστηκε να ασχοληθεί και με την εμπορική πλευρά της επιχείρησης, την οποία μέχρι τότε αγνοούσε. «Όταν έφυγε ο Λεωνίδας, λόγω των συγκυριών αναγκάστηκα, μαζί βεβαίως με τους συνεταίρους μου, να αναλάβω σε έναν βαθμό και το επιχειρηματικό κομμάτι. Δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα έκανα τέτοια πράγματα, προσπαθώ να είμαι συνεπής, σε καμία περίπτωση όμως δεν είμαι σούπερ επιχειρηματίας. Χρειάζεται να έχει κανείς ταλέντο σε αυτό – είναι ένας εντελώς άλλος τρόπος σκέψης σε σχέση μ' εκείνον του δημιουργού και είναι πολύ κουραστικό να ακολουθεί κανείς δύο διαφορετικούς τρόπους σκέψης». Ο οίκος Φανουράκη δραστηριοποιείται και στο εξωτερικό, γεγονός που τον βοηθά να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. «Η θέση του ελληνικού κοσμήματος στο εξωτερικό είναι καλή και, εκτός από τους παλαιότερους, υπάρχουν και πολλοί νέοι σχεδιαστές. Νομίζω ότι είναι ένας τομέας στον οποίο η Ελλάδα τα καταφέρνει καλά. Στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλο οικονομικό πρόβλημα, πράγμα που σημαίνει ότι οι άνθρωποι σκέφτονται πολύ περισσότερο πριν αγοράσουν κάτι. Η λιτότητα αντανακλάται και στη δουλειά μας. Οι ιδιαιτέρως πλούσιοι εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά οι εύπορες εργαζόμενες γυναίκες, οι οποίες αποτελούν το μεγαλύτερο κομμάτι της πελατείας μας, σήμερα κερδίζουν λιγότερα − μπορεί και να μην εργάζονται πια».
Η ίδια επιδιώκει να σχεδιάζει και προσιτά κοσμήματα, καθώς δεν της αρέσει η απομάκρυνση από τον κόσμο. Πιστεύει ότι αυτό είναι ένα στοίχημα που κάποιες φορές το κερδίζει και κάποιες όχι, καθώς θεωρεί ότι είναι πολύ καλύτερη στα μεγάλα κοσμήματα. Η δημοτικότητα, ωστόσο, της σειράς των μικρών κοσμημάτων που έχει δημιουργήσει με την ακρίβεια εντομολόγου μοιάζει να τη διαψεύδει. Συζητάμε για την αγάπη που δείχνει ο άνθρωπος στα κοσμήματα εδώ και χιλιάδες χρόνια και την αποδίδει στην έλξη που αισθανόμαστε για το κάλλος. «Τα ζώα δεν στολίζονται», παρατηρεί. Καθώς φεύγω, μου χαρίζει τον κατάλογο της έκθεσης κοσμημάτων της που πραγματοποιήθηκε το 2009 στο Μουσείο Μπενάκη. Γράφει στον πρόλογο ο Άγγελος Δεληβορριάς: «Στο ιστορικό της πιο πρόσφατης νεοελληνικής χρυσοχοΐας είναι εγγεγραμμένες αρκετές πρωτότυπες, ευφάνταστες, επαναστατικές, θα έλεγα, επιδόσεις. Ανάμεσά τους, οι δημιουργίες της Λίνας Φανουράκη δικαιούνται αναμφίβολα το χειροκρότημα της μουσειακής αναγνώρισης».
σχόλια