Μετάφραση: SpyrosVJ για τη LIFO
Ο Biz Stone, ο ένας εκ των τεσσάρων ιδρυτών του Twitter, ένας ανεπιτήδευτος άνθρωπος, επέλεξε για το γεύμα μας μια αγγλική pub κοντά στην έδρα του, που συστεγάζεται με την εταιρεία Lucasfilms, στο Presidio του San Francisco.
Σήκωσε το pint με την Stella Artois και μου έγνεψε «Cheers!». Η προτίμησή του για τις "σκοτεινές" Βρετανικές pub και τις απολαύσεις τους, είναι αποτέλεσμα του δονκιχωτικού ιδεαλισμού του αλλά και των ετήσιων επισκέψεών του στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Εκεί όπου παραδίδει master classes στη Διοίκηση Επιχειρήσεων.
Αν και η στολή του μεγιστάνα της τεχνολογίας που παράτησε το κολλέγιο, δηλαδή ένα T-Shirt, ένα τζιν κι ένα ζευγάρι αθλητικά, τον κάνει να δείχνει εικασάρης, ο Stone είναι ήδη πατημένα 40.
«Καμμιά φορά νιώθω, στα κρυφά, 80 χρονών», λέει γελώντας, «Κι αυτό, εξαιτίας των προτιμήσεών μου».
«Μιλησέ μου λίγο γι’ αυτές», του είπα.
«Μου αρέσει να πηγαίνω νωρίς για ύπνο, να πίνω κανένα Scotch με τύρφη, να πηγαίνω με τη γυναίκα μου στην Όπερα- και στο σινεμά πάμε μόνο στις απογευματινές παραστάσεις τις Δευτέρες, που δεν υπάρχει ψυχή στην αίθουσα.»
«Νόμιζα ότι είσαι ο τύπος της παρέας».
«Είμαι! Και η φιλοσοφία μου περιστρέφεται γύρω από το πώς θα είμαι καλός και εξυπηρετικός απέναντι στους άλλους. Όμως το μόνο πράγμα που χαλάει μια ταινία είναι... οι άλλοι».
Για κάποιον που χρεώνεται την εφεύρεση του tweet των 140 χάρακτήρων, ο Stone, αποδεικνύεται λαλίστατος. «Είμαι πολυλογάς», συμφωνεί. «Όμως μπορω να γίνω και λακωνικός. Μη ξεχνάς, πάντως, ότι μπορείς να ποστάρεις όσα απεριόριστα tweets θες».
Σήμερα, στην πλατφόρμα του ανεβαίνουν ένα δισεκατομμύριο tweets κάθε 48 ώρες. «Και να φανταστείς ότι όταν είδαμε τον αριθμό των χρηστών να φτάνει τις 5.000, νόμιζα ότι είχαμε κάνει το σουξέ».
«Πώς είμαστε σήμερα, κύριοι;» μας ρώτησε η φιλική σερβιτόρος και ο -κάποτε χορτοφάγος - Biz Stone αποκρίθηκε ευγενικά, «Θα μπορούσα να έχω μια σαλάτα με αχλάδι χωρίς το τυρί και μιά μερίδα τηγανιτές πατάτες;».
«Φυσικά!»
«Θα ήταν τέλειο εάν μπορούσατε να γαρνίρετε τις πατάτες με ξύδι malt»
«Φυσικά και μπορούμε!»
Στα τέλη του 2008, όταν ο ιδρυτής του Facebook, Mark Zuckerberg, θέλησε να εξαγοράσει το Twitter, ο Stone, πρότεινε τότε, ως αντίτιμο, το μεγαλύτερο ποσό που του ήρθε στο μυαλό: 500 εκ. δολάρια. Αυτός και οι συνεργάτες του, έσκασαν στα γέλια με την αναίδειά τους. Όμως όταν ο Zuckerberg συμφώνησε με αυτό το ποσό, άλλαξαν γνώμη και αποφάσισαν να μην πουλήσουν το Twitter. Πέντε χρόνια μετά, οι New York Times υπολόγισαν ότι η αξία κεφαλαιοποίησης του Twitter ξεπερνά τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια.
«Συγχαρητήρια», του είπα. «Είσαι πλέον δισεκατομμυριούχος».
«Ευχαριστώ», μου απαντά (αν και στην σημερινή ασταθή χρηματιστηριακή αγορά, ο πλούτος του θα μπορούσε να μειωθεί δραματικά).
Πάντως, παρόλο τον πλούτο του, η ζωή του παραμένει θεαματικά αμετάβλητη. «Έχουμε ό,τι χρειαζόμαστε. Είμαι μια χαρά με το παλιό, τρακαρισμένο μου Volswagen Golf. Θα ντρεπόμουν να κυκλοφορήσω με ένα ακριβό αυτοκίνητο ή να μείνω σε μια έπαυλη. Θα φαινόταν κάπως παράταιρο με την υπόλοιπη ζωή μου».
«Δεν θα μπορούσες να αγοράσεις ένα δεύτερο σπίτι στη Νότια Γαλλία, ας πούμε;»
«Αγόρασα ένα σπίτι στη μητέρα μου», μου απαντά. «Πότε θα προλάβαινα να πάω στη Νότια Γαλλία; Το πιο σημαντικό πράγμα που μου εξασφάλισαν τα χρήματα είναι ότι αφαιρούν το άγχος με το οποίο έζησα σε όλη μου τη ζωή».
Η παιδική του ηλικία δεν ήταν εύκολη. Η μητέρα του τα έφερνε δύσκολα πέρα με τα χρήματα της πρόνοιας στο Wellesley της Μασαχουσέτης και ο πατέρας του ήταν συνήθως απών. Όταν παρατήρησε την ετικέτα «ελαττωματικό» στα εσώρουχά του, την πέρασε για μάρκα. Για αρκετά χρόνια, ως εργαζόμενος, έζησε με το άγχος των υπερχρεωμένων πιστωτικών καρτών. «Ήμασταν ταπί. Δεν είχαμε καμμία απολύτως ασφάλεια».
Και προσθέτει, «Ακόμα βλέπω στον ύπνο μου ότι προσπαθώ να νοικιάσω ένα διαμέρισμα και δεν μου φτάνουν τα χρήματα».
Στο νέο του, ενδιαφέρον βιβλίο Things a Little Bird Told Me, (που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Grand Central) o Biz αναφέρεται στον εαυτό του και τη γυναίκα του Livy, λέγοντας: «Η δική μας εκδοχή του "Lamborghini και έπαυλη", είναι να δίνουμε πολλά χρήματα για να βοηθάμε τους άλλους.»
Αυτό ισοδυναμεί με το μανιφέστο του.
Το ίδρυμα Biz and Livia Stone Foundation, για παράδειγμα, δραστηριοποιείται σε εκπαιδευτικά προγράμματα, και στην προστασία του περιβάλλοντος και των ζώων. Παράλληλα η νεότευκτη start-up εταιρεία του Jelly, (την οποία λάνσαρε την ίδια μέρα της συνάντησής μας) είναι μια ιδεαλιστική προσπάθεια να εκπληρώσει ό,τι εκφράζει και υπόσχεται η διασυνδεδεμένη κοινωνία: η αλληλοβοήθεια, με το ίδιο τρόπο που εκδηλώνεται μέσω του Twitter σε περιπτώσεις πυρκαγιών, σεισμών και επαναστάσεων.
Κατα τη δοκιμαστική περίοδο του Jelly, τονίζει ο Stone, ένας πατέρας προσπαθούσε απεγνωσμένα να διαγνώσει τη φοβία του παιδιού του και βρήκε τη θεραπεία από έναν άγνωστό του, online. Επίσης, μια γυναίκα στα πρόθυρα της τρέλας, από μια χαλασμένη τηλεόραση που κανείς δεν μπορούσε να διορθώσει, πόσταρε τη φωτογραφία της συσκευής και σε μερικά δευτερόλεπτα ένας άγνωστος που την είδε, τη διόρθωσε «μαγικά».
Ο Stone δεν φάνηκε να είναι ιδιαίτερα προβληματισμένος με το πώς θα εξελιχθεί η νέα πλατφόρμα του. «Ο κόσμος μπορεί να σκεφτεί ότι είσαι ένας ναίφ ιδεολόγος που πιστεύει στην αλληλοβοήθεια μεταξύ των ανθρώπων», του είπα.
«Η ένας αισιόδοξος με παραισθήσεις», μου απαντά. «Έλα να τα ξαναπούμε σε κάνα χρόνο!».
__________
Δημοσιεύθηκε στο τεύχος Απριλίου του Vanity Fair, με τίτλο "Out to Lunch with Biz Stone"
σχόλια