[ευχαριστώ την _erin]
Κυριακή 8 Ιουνίου
Σαν σήμερα…
…το 1810 γεννιέται ο
Robert Schumann [Ρόμπερτ Σούμαν]
(Γέννηση, Τσβίκαου Σαξωνίας 8 Ιουνίου 1810 – 'Θάνατος, Εντενιχ, κοντά στη Βόννη 29 Ιουλίου 1856)
Γερμανός συνθέτης και μια από τις ηγετικές μορφές της πρώιμης Ρομαντικής περιόδου.
Ήταν γόνος μιας καλλιεργημένης μεσοαστικής οικογένειας και ο πατέρας του ήταν βιβλιοπώλης και εκδότης. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον προφανώς ανέπτυξε ένα έντονο ενδιαφέρον τόσο για τη γερμανική όσο και για την ξένη λογοτεχνία. Από την παιδική του ηλικία αλλά και αργότερα, η μουσική και τα γράμματα ήταν τα κυρίαρχα ενδιαφέροντά του, κι από πολύ νωρίς δοκίμασε τις δυνάμεις του γράφοντας ποιήματα, μικρά θεατρικά έργα αλλά και μικρές μουσικές συνθέσεις, κυρίως έργα για πιάνο και τραγούδια. Επίσης πολύ γρήγορα εμφάνισε και το ταλέντο του ως εκτελεστής ξεκινώντας μαθήματα πιάνου με τον οργανίστα της τοπικής εκκλησίας. Σύντομα εξοικειώθηκε με τη μουσική των Haydn, Mozart, Beethoven, και Weber [με τον οποίο ο πατέρας του προσπάθησε ανεπιτυχώς να του εξασφαλίσει μαθήματα].
Μετά τον θάνατο του πατέρα του η επιμέλεια της ανατροφής και των σπουδών του Schumann πέρασε εξ’ ολοκλήρου στη μητέρα του, η οποία τον έπεισε ότι η καλύτερη εξασφάλιση για το μέλλον του ήταν οι νομικές σπουδές. Έτσι τον Μάρτιο του 1828 ενεγράφη στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας χωρίς ωστόσο την παραμικρή ένδειξη ενθουσιασμού ή ενδιαφέροντος. Λέγεται δε ότι δεν παρακολούθησε ποτέ ούτε μια διάλεξη, ενώ από το προσωπικό του ημερολόγιο γνωρίζουμε ότι η ανάγνωση λογοτεχνημάτων και το πιάνο κατελάμβαναν σχεδόν όλο τον διαθέσιμο χρόνο του. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου ξεκινά μαθήματα πιάνου με έναν από τους κορυφαίους δασκάλους του είδους, τον Friedrich Wieck , πατέρα της μετ’ έπειτα συζύγου του Clara.
Τον επόμενο χρόνο ο Schumann πείθει τη μητέρα του να του επιτρέψει να μεταβεί στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης για να συνεχίσει τις νομικές του σπουδές, αλλά και πάλι ο ενθουσιασμός του για τα μαθήματα είναι ανύπαρκτος. Κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών του 1829 ταξιδεύει στην Ελβετία και την Ιταλία όπου μαγεύεται από την ιταλική όπερα.
Ακόμη μεγαλύτερη επιρροή άσκησε επάνω του η ευκαιρία που είχε να ακούσει τον μεγάλο βιρτουόζο βιολονίστα και συνθέτη Nicolò Paganini να παίζει στην Φρανκφούρτη τον Απρίλιο του 1830. Αυτό ήταν και το έτος ορόσημο κατά το οποίο ο Schumann αποφασίζει οριστικά να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη μουσική. Έτσι επιστρέφει στη Λειψία και ξαναρχίζει μαθήματα πιάνου με τον Wieck ενώ παράλληλα επιδίδεται στη σύνθεση. Λαμβάνει επίσης μαθήματα αρμονίας και αντίστιξης από τον αρχιμουσικό Heinrich Dorn.
Ωστόσο η φιλοδοξία του να γίνει διαπρεπής πιανίστας επλήγη οριστικά όταν άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα παράλυσης στα δάκτυλα του δεξιού του χεριού. Το πρόβλημα αυτό αρχικά αποδόθηκε στη χρήση ενός μηχανισμού ενδυνάμωσης των δακτύλων που ο ίδιος είχε επινοήσει, αλλά αυτή η δυσλειτουργία ενδέχεται και να προκλήθηκε από την ποσότητα υδραργύρου που του χορηγήθηκε ως μέρος της θεραπείας στην οποία υπεβλήθη για τη σύφιλη. Έτσι επικεντρώνεται πλέον στη σύνθεση.
Μια άλλη παράπλευρη δραστηριότητά του ήταν η δημοσιογραφία. Τον Απρίλιο του 1834 κυκλοφορεί υπό την επιμέλεια του Schumann το 1ο τεύχος ενός νέου περιοδικού με τίτλο «Neue Zeitschrift für Musik» [New Journal of Music] το οποίο επικεντρωνόταν στο έργο και τις δραστηριότητες των νέων συνθετών εκείνης της εποχής.
Το 1840 ο Schumann παντρεύεται την Clara Wieck, κόρη του δασκάλου του στο πιάνο, χωρίς την έγκριση του πατέρα της, ο οποίος τον θεωρούσε πολύ κακή επιλογή για την κόρη του.Από τη σχέση του ζευγαριού δεν έλειπαν οι εντάσεις, δεδομένου ότι σε σχέση με τον σχετικά άσημο σύζυγό της η Clara ήταν μια διεθνούς κύρους πιανίστα, η οποία ωστόσο θυσίαζε τακτικά το συμφέρον της δικής της καριέρας προς όφελος της μητρότητας και της συνθετικής δραστηριότητας του Robert. Έτσι οι δυό τους ήταν γενικά ένα ευτυχισμένο ζευγάρι, ενώ η συνεχής ενθάρρυνση της Clara στις φιλοδοξίες του Schumann, του επέτρεψαν να εξελίξει τον εαυτό του ως συνθέτη. Το ζευγάρι απέκτησε 8 παιδιά, το πρώτο από τα οποία πέθανε ένα χρόνο μετά τη γέννησή του.
Το έτος 1843 ξεκίνησε με ένα ισχυρό πλήγμα: ο Schumann υπέστη μια σοβαρή ψυχική κρίση την οποία έκανε αρκετούς μήνες να ξεπεράσει.
Τον επόμενο χρόνο η Clara προκειμένου να ενισχύσει τα οικονομικά της οικογένειας, αποφασίζει να κάνει μια περιοδεία δίνοντας συναυλίες στη Ρωσία. Ο Schumann παρόλο που δεν έβλεπε την ιδέα με καλό μάτι, εντούτοις δέχθηκε να συνοδέψει τη σύζυγό του. Ωστόσο το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν άλλη μια ψυχική κατάρρευση, η οποία τον ανάγκασε να αποσυρθεί οριστικά από τη δημοσιογραφία. Παράδοξο είναι δε ότι όσο οι περίοδοι ψυχικής αστάθειας και κατάθλιψης αυξάνονταν, άλλο τόσο αυξανόταν και η συνθετική δημιουργικότητά του, σε σημείο όπου μόνο το 1849 συνέθεσε περισσότερα από 20 έργα.
Το 1853 η άφιξη στο κατώφλι του Schumann του 20χρονου Johannes Brahms ήταν ίσως η τελευταία ευτυχισμένη παρένθεση στη ζωή του. Στο τελευταίο του άρθρο στην «Neue Zeitschrift für Musik» χαιρέτησε με ενθουσιασμό την ιδιοφυΐα του νεαρού Johannes. Και ο Brahms το ανταπέδωσε: στάθηκε κυριολεκτικά ακλόνητος συμπαραστάτης της Clara στις δύσκολες μέρες που έμελλε να ζήσει.Στις αρχές του 1854 η κατάσταση της υγείας του Schumann επιδεινώνεται ανησυχητικά. Στις 26 Φεβρουαρίου ζητά να εισαχθεί σε κάποιο άσυλο, ενώ την αμέσως επόμενη ημέρα επιχειρεί να αυτοκτονήσει πέφτοντας στον Ρήνο. Τελικά έγινε δεκτός σε ένα άσυλο στο 'Εντενιχ κοντά στη Βόννη και παρέμεινε εκεί για περισσότερα από 2 χρόνια καθώς η κατάστασή του χειροτέρευε συνεχώς.Εκεί άφησε και την τελευταία του πνοή σε ηλικία 46 ετών εξαιτίας μιας πνευμονίας.
Ο κατάλογος των συνθέσεων του Robert Schumann περιλαμβάνει πολυάριθμα έξοχα έργα για σόλο πιάνο, τραγούδια, ορχηστική μουσική, μουσική δωματίου κ.α.
*H λίστα των συνθέσεων του Σούμαν.
=
Schumann: Symphonie Nr. 1 B-Dur, Op. 38 "Spring" - mvt. I
Robert Schumann - The Four Symphonies Overtures
Schumann: Kreisleriana op. 16 - Andras Schiff
Robert Schumann - Lieder
=========
Σαν σήμερα επίσης,
…το 1814 γεννιέται ο
Σπυρίδων Ξύνδας
Κέρκυρα, 8 Ιουνίου 1814 (κατ' άλλους 1812) – Αθήνα, 11 Νοεμβρίου 1896
Έλληνας συνθέτης και κιθαρίστας. Μελέτησε μουσική στην Κέρκυρα με τον Νικόλαο Μάντζαρο (συνθέτη του Εθνικού Ύμνου) και στη Νάπολι με τον Zingarelli στο Conservatorio di S. Pietro a Majella. Με την επιστροφή του στην Κέρκυρα ιδρύει τη Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας μαζί με τον Αντώνιο Λιβεράλη και εκεί διδάσκει τραγούδι, θεωρητικά και εκκλησιαστική μουσική για σχεδόν 20 χρόνια.
Ως βιρτουόζος κιθαρίστας πραγματοποίησε εκτεταμένες περιοδείες στην Ιταλία και την Ανατολική Μεσόγειο. Το 1886 εγκαθίσταται στην Αθήνα όπου 10 χρόνια αργότερα πεθαίνει τυφλός και πάμπτωχος.
Όσο ζούσε ήταν ένας από τους δημοφιλέστερους συνθέτες και πρωτεργάτης της Επτανησιακής Σχολής. Το σημαντικότερο έργο του είναι η όπερα «Ο υποψήφιος βουλευτής» (η μοναδική από όσες συνέθεσε που έχει σωθεί), η πρώτη ελληνική όπερα με λιμπρέττο στην ελληνική γλώσσα, το οποίο επιμελήθηκε ο Ιωάννης Ρινόπουλος.
Η υπόθεση του έργου τοποθετείται στα περίχωρα της Κέρκυρας την παραμονή της Ένωσης των Επτανήσων με την Ελλάδα (1864) και επικεντρώνεται στη διαφθορά των πολιτικών και τα προβλήματα των φτωχών χωρικών. Η πρεμιέρα της έγινε το 1867 στο Θέατρο Σαν Τζιάκομο της Κέρκυρας. Στην Αθήνα «Ο υποψήφιος βουλευτής» ανέβηκε για πρώτη φορά στις 14 Μαρτίου του 1888, ημερομηνία ορόσημο της γέννησης του ελληνικού λυρικού θεάτρου.
Η χρήση τοπικών ιδιωματικών εκφράσεων, η εσκεμμένα ανεπιτήδευτη ορχηστρική γραφή (στα σημεία όπου η μουσική «υποδύεται» την παραδοσιακή μουσική των Επτανήσων), αλλά και το απολύτως ρεαλιστικό της θέμα, είναι τα στοιχεία που διαφοροποιούν την όπερα αυτή από το αρχέτυπο της ιταλικής opera buffa.
Μετά το θάνατο του Ξύνδα τα περισσότερα έργα του καταστράφηκαν (εικάζεται ότι αυτό συνέβη στον βομβαρδισμό της Κέρκυρας κατά τον ΙΙο Παγκόσμιο Πόλεμο). Ωστόσο έχουν σωθεί αρκετά από τα τραγούδια του για τα οποία συχνά χρησιμοποιούσε ποιήματα των Σολωμού, Παράσχου, Βαλαωρίτη κ.α.. Σε αυτά γίνεται εμφανές το χάρισμα του Ξύνδα στην κατασκευή μελωδιών, ενώ πολλά από αυτά έχουν και μια «γεύση» από την επτανησιακή μουσική παράδοση (όπως για παράδειγμα το «Νάνι-νάνι»). Άλλα πάλι είναι γραμμένα σε στυλ bel canto, ως κανονικές άριες, οι δραματικές αρετές των οποίων μας δίνουν μια καλή ιδέα για τη φύση και την ποιότητα των υπόλοιπων χαμένων έργων του Ξύνδα.
Άλλες όπερες του Ξύνδα είναι οι: Anna Winter (ή Οι τρείς σωματοφύλακες), Il Conte Giuliano, Οι δύο μνηστήρες, η ημιτελής Γαλάτεια (1895).
Η Αυγούλα [Σπ.Ξύνδα]
Νανι Νανι
Ο Υποψήφιος βουλευτής - επιλογή - Σπ. Ξύνδα ΜΑΝΤΖΑΡΟΣ
===
Επίσης, σαν σήμερα
…το 1912
γίνεται στο Παρίσι η πρεμιέρα του μπαλέτου Daphnis et Chloé σε μουσική Maurice Ravel [Μωρίς Ραβέλ].
To έργο αυτό είναι ένα από τα εξαιρετικότερα επιτεύγματα της ορχηστρικής γραφής του Ravel. Το όλο εγχείρημα ήταν μια παραγγελία του ρώσου ιμπρεσάριου Sergei Diaghilev, ενώ τους ομώνυμους ρόλους ερμήνευσαν οι Vaslav Nijinsky and Tamara Karsavina. Ο ίδιος ο Ravel περιέγραφε το έργο ως «χορογραφική συμφωνία» [choreographic symphony].
Ο Maurice Ravel ήταν γάλλος συνθέτης και πιανίστας. Από πολύ νωρίς ανέπτυξε ένα ιδιαίτερο και αντισυμβατικό στυλ, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις στους ακαδημαϊκούς κύκλους της εποχής, οι οποίοι μάλλον τον εύρισκαν σχεδόν προσβλητικό για τα εκλεπτυσμένα αφτιά τους. Παρόλο που υπήρξε έξοχος ενορχηστρωτής, αρκετά από τα έργα του τα έγραφε αρχικά για σόλο πιάνο. Στη μουσική του συναντά κανείς πλήθος επιρροών από εξω-ευρωπαϊκά μουσικά ιδιώματα και από τη τζαζ ενώ συχνά χρησιμοποιεί χορευτικούς ρυθμούς, περίπλοκες συγχορδιακές κατασκευές, διάφορες ιμπρεσσινιστικές τεχνικές, διτονικότητα κ.α. Ο Maurice Ravel και ο Claude Debussy συνήθως αναφέρονται μαζί ως οι κύριοι εκπρόσωποι του γαλλικού μουσικού ιμπρεσιονισμού, παρόλ’ αυτά οι συνθέσεις τους εμφανίζουν πολλές και εντυπωσιακές διαφορές.
====
Και τέλος, σαν σήμερα
…το 1937
γίνεται στην Φρανκφούρτη η πρεμιέρα της σκηνικής καντάτας (έργο για σολίστ, χορωδία και ορχήστρα) Carmina Burana του Carl Orff.
Το έργο είναι βασισμένο σε 24 ποιήματα από την ομώνυμη μεσαιωνική ποιητική συλλογή. Ο πλήρης λατινικός τίτλος του είναι «Carmina Burana: Cantiones profanæ cantoribus et choris cantandæ comitantibus instrumentis atque imaginibus magicis» [Songs of Beuern: Secular songs for singers and choruses to be sung together with instruments and magic images / κοσμικά τραγούδια για σολίστ και χορωδίες που εκτελούνται συνοδεία οργάνων και μαγικών εικόνων].
Το έργο αυτό είναι μέρος μιας τριλογίας που περιλαμβάνει επίσης τις καντάτες "Catulli Carmina" και "Trionfo di Afrodite" (Ο θρίαμβος της Αφροδίτης). Το πρώτο και το τελευταίο μέρος του έργου φέρουν τον τίτλο «Fortuna Imperatrix Mundi» [Fortune, Empress of the World] και ξεκινούν με το πασίγνωστο «O Fortuna».
Carl Orff - Carmina Burana (Ολόκληρο το κονσέρτο)
Ο Carl Orff [Καρλ Ορφ] ήταν γερμανός συνθέτης, δάσκαλος και αρχιμουσικός. Είναι ο ιδρυτής της Σχολής Γκύντερ [Günther School] στο Μόναχο, στην οποία διατήρησε τη θέση του διευθυντή μέχρι το τέλος της ζωής του, και του Ινστιτούτου Orff στο Salzburg. Σε όλη του τη ζωή εκτός από τη σύνθεση ασχολήθηκε επισταμένως και με τη δημιουργία μιας μεθόδου μουσικής παιδείας με επίκεντρο τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, που είναι σήμερα ευρύτερα γνωστή ως Σύστημα Orff. Το ώριμο συνθετικό του ύφος χαρακτηρίζεται «κοφτό», με εκτεταμένη χρήση των κρουστών και μουσικό περιεχόμενο που βασίζεται κυρίως στη χρήση ρυθμικών μοτίβων και στις παραλλαγές τους, ενώ αρμονικά περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα.
σχόλια