Ο Henri Cartier Bresson γεννιέται τον Αύγουστο του 1908 στο Chanteloup-en-Brie, κοντά στο Παρίσι. Η οικογένεια του ανήκει στη μεγαλοαστική τάξη και αυτό του δίνει την ευκαιρία να φοιτήσει στα καλύτερα σχολεία και να να σπουδάσει ζωγραφική. Μαθητεύει δίπλα στον κυβιστή ζωγράφο Andre Lhote και τον Jacques Εmile Blanche. Μέσα από τους καλλιτεχνικούς του κύκλους γνωρίζει τις φωτογραφίες του Eugene Atget και εντυπωσιάζεται. Επηρεασμένος, δοκιμάζει να φωτογραφίσει με μια μηχανή μεγάλου φορμά, αλλά γρήγορα καταλαβαίνει ότι δεν του ταιριάζει. "Πατέρες" του θεωρεί τον Andre Kertesz και τον Walker Evans.
Στα 24 του, έχοντας εγκαταλείψει τις σπουδές του στη ζωγραφική και μετά από ένα μεγάλο ταξίδι στην Αφρική πέφτει στα χέρια του μία από τις πρώτες Leica. Όπως λέει ο ίδιος ''έγινε η προέκταση του ματιού μου και έκτοτε δεν με εγκατέλειψε ποτέ". Χρησιμοποιεί πάντα, φακό νορμάλ των 50mm. Το 1936-39 εργάζεται σαν βοηθός του σκηνοθέτη Jean Renoir. Περπατάει ατελείωτα χιλιόμετρα, ταξιδεύει και φωτογραφίζει συνεχώς. Μέχρι να πουλήσει τις πρώτες του δουλειές στο Vu, τον βοηθάει οικονομικά η οικογένεια του. Το 1940 στρατολογείται και περνά 35 μήνες αιχμάλωτος των Γερμανών, όπου μετά απο δύο αποτυχημένες προσπάθειες, τελικά καταφέρνει να δραπετεύσει και να επιστρέψει στη Γαλλία. Εν τω μεταξύ στο ΜοΜΑ με την είδηση ότι σκοτώθηκε στον πόλεμο, ετοιμάζουν προς τιμήν του έκθεση, στην διοργάνωση της οποίας βοηθάει τελικά και ο ίδιος. Το 1947, μαζί με τους Robert Capa, David Seymour, George Rodger, William Vandivert, Rita Vandivert και την Maria Eisner ιδρύει το διεθνές φωτοειδησεογραφικό πρακτορείο Magnum.
Τα επόμενα χρόνια γυρίζει τον κόσμο και παράγει έναν τεράστιο όγκο δουλειάς. Έζησε και κατέγραψε με τη μηχανή του μερικές από τις καθοριστικότερες στιγμές της ιστορίας του 20ου αιώνα. Από την Κίνα του Μάο, την Σοβιετική Ένωση, την Αφρική, την Ινδία, το Μεξικό, τον πόλεμο στην Ευρώπη, τον εμφύλιο της Ισπανίας. Παράλληλα με την υπόλοιπη θεματολογία του κάνει και πολλά πορτρέτα. Έχει πρόσβαση και φωτογραφίζει, τις περισσότερες φορές στον προσωπικό τους χώρο, πρόσωπα της παγκόσμιας ελίτ, από πολιτικούς, διανοούμενους και καλλιτέχνες, μέχρι σταρ του Χόλιγουντ. Συνήθως αδιαφορεί για το τελικό αποτέλεσμα. Τον ενδιαφέρει και τον ικανοποιεί μόνο η στιγμή της λήψης και χαρακτηριστικό είναι ότι δεν ασχολήθηκε ποτέ με την εμφάνιση των φιλμ και τα τυπώματα των φωτογραφιών του. Οι φωτογραφίες του αλλά και η φιλοσοφική του θεώρηση απέναντι στη φωτογραφία θα επηρεάσει όλες τις επόμενες γενιές φωτογράφων.
Το 1968, αρχίζει να αφήνει την αγαπημένη του Leica για να ασχοληθεί κυρίως με το σκίτσο και όπως αναφέρει ''η φωτογραφία είναι μια άμεση πράξη, το σχέδιο είναι στοχασμός''. Θα κάνει δύο γάμους. Το 1937 με την χορεύτρια Ratna Mohini και το 1970 με τη φωτογράφο Martine Franck. Από τον δεύτερο του γάμο απέκτησε μια κόρη, την Melanie. Το 2003 για τη διάσωση του έργου του δημιουργεί το Henri Cartier Foundation και τον Αύγουστο του επόμενου χρόνου πεθαίνει στο σπίτι του στο Παρίσι, σε ηλικία 96 ετών.
" Ένα από τα συγκινητικότερα χαρακτηριστικά του πορτρέτου είναι η αναζήτηση της ομοιότητας των ανθρώπων, της συνέχειας τους μέσα από όλα όσα περιγράφει το περιβάλλον τους, σαν να μπερδεύεις, βλέποντας ένα οικογενειακό άλμπουμ, τον θείο με τον ανιψιό του. Αλλά αν ο φωτογράφος αγγίζει την αντανάκλαση ενός κόσμου τόσο εξωτερικού όσο και εσωτερικού, είναι γιατί οι άνθρωποι βρίσκονται «εντός κλίματος», όπως λέγεται στη γλώσσα του θεάτρου. Θα πρέπει να σεβαστεί κανείς την ατμόσφαιρα, να αφομοιώσει τα στοιχεία του περιβάλλοντος, να αποφύγει κάθε τι φρικτό που σκοτώνει την ανθρώπινη αλήθεια και να φροντίσει να ξεχαστούν η μηχανή και ο χειριστής της. Οι προβολείς και οι σύνθετοι εξοπλισμοί εμποδίζουν, κατά τη γνώμη μου, το πουλάκι να βγει. Τι πιο φευγαλέο από μια έκφραση προσώπου; Η πρώτη εντύπωση που δίνει αυτό το πρόσωπο είναι συνήθως και η σωστή και όσο εμπλουτίζεται με τη συναναστροφή, τόσο δυσκολότερα μπορούμε να εκφράσουμε τη βαθύτερη του φύση, ακριβώς λόγω της οικειότητας που αποκτούμε. Η φωτογραφία πορτρέτου μου φαίνεται ιδιαίτερα επικίνδυνη όταν στηρίζεται σε παραγγελίες πελατών διότι, εκτός από κάποιους ελάχιστους μαικήνες, οι περισσότεροι επιζητούν την κολακεία, κάτι που δεν αφήνει χώρο για τίποτα το αληθινό. Οι πελάτες υποπτεύονται την αντικειμενικότητα του φακού, ενώ ο φωτογράφος αναζητά μια ψυχολογική οξύτητα, δύο αντανακλάσεις συναντώνται, ένα είδος συγγένειας σκιαγραφείται ανάμεσα σε όλα τα πορτρέτα του ίδιου φωτογράφου, διότι αυτή η σύλληψη των ανθρώπων συνδέεται με την ψυχολογική ταυτότητα του ιδίου. Η αρμονία κατακτάται αναζητώντας την ισορροπία μέσα από την ασυμμετρία του κάθε προσώπου, κάτι που οδηγεί στην αποφυγή του γλυκερού ή του χοντροκομμένου.
Από την επιτήδευση ορισμένων πορτρέτων, προτιμώ πολύ περισσότερο εκείνες τις μικρές φωτογραφίες ταυτότητας που στριμώχνονται η μία πλάι στην άλλη στις βιτρίνες των φωτογράφων διαβατηρίων. Σε αυτά τα πρόσωπα μπορεί κανείς να απευθύνει μια ερώτηση και να ανακαλύψει μια αξία ντοκουμέντου ελλείψει της επιθυμητής ποιητικής ταύτισης."
Απόσμασμα από το βιβλίο «L'instant Decisif» εκδ.1952 με εξώφυλλο σχεδιασμένο απο τον Henri Matisse, γνωστό στα αγγλικά ως «The Decisive Moment». Μετάφρ. στα ελληνικά «Η αποφασιστική Στιγμή» εκδόσεις ΑΓΡΑ 1998.
Ο Cartier Bresson εν ώρα εργασίας
Και μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη του στο PBS
μετάφραση-υποτιτλισμός: ΠΟΦΠΑ
σχόλια