Όταν ήταν μικρός, ο ερευνητής Γιώργος Τσούκαλης ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός ή ντετέκτιβ. «Για ηθοποιός ήμουν ατάλαντος, κατέληξα να γίνω ντετέκτιβ που ήταν και η μεγάλη μου τρέλα, μας λέει. «Σπούδασα στη Βιομηχανική Πειραιά ασχολούμαι πολύ με εξαφανίσεις, με οικονομικά θέματα, απάτες που γίνονται σε διάφορες ασφαλιστικές εταιρείες». Στους περισσότερους από εμάς είναι γνωστός από υποθέσεις μεγάλων εγκλημάτων. Υπόθεση Σεργιανόπουλου, Ριζάι, Άλεξ.
Αν και οι υποθέσεις των εγκλημάτων είναι αυτές που κάνουν διάσημο έναν ερευνητή, το πάθος του Γιώργου Τσούκαλη, το χόμπι του, μέσα σε μια δουλειά που δε θα άλλαζε με τίποτα, είναι το κυνήγι των αρχαιοκαπήλων. Μια ιστορία που ξεκίνησε πριν από 20 και πλέον χρόνια, εντελώς τυχαία, όταν σε ένα εστιατόριο του Ντίσελντορφ όταν άκουσε δίπλα του δυο οδηγούς νταλίκας να συζητάνε για μια υπόθεση για αρχαία. Μαζί με τα φρούτα, τα αρχαία έπαιρναν το δρόμο προς το εξωτερικό και τα μουσεία του κόσμου. Σε συνεργασία με το τότε τμήμα αρχαιοκαπηλίας, ο Γιώργος Τσούκαλης εμφανίστηκε μετά από πολλές περιπέτειες σαν αγοραστής. Οι αρχαιοκάπηλοι συνελήφθησαν και αυτή ήταν η αρχή μιας μακράς πορείας μέσα στην οποία έχει αφοσιωθεί και την οποία θεωρεί μια από τις πιο σοβαρές υποθέσεις της καριέρας και της ζωής του.
Το ενδιαφέρον σας για αυτές τις υποθέσεις είναι σε επίπεδο ερευνητικό;
Υπάρχει ένα κράμα συναισθημάτων. Είδα ότι μπορώ να περιφρουρήσω κάτι από την πολιτιστική κληρονομιά. Είδα ότι μπορώ να έχω την αδρεναλίνη την οποία χρειάζεται ο οργανισμός μου. Είδα ότι είναι ένα παιχνίδι με μεγάλο ενδιαφέρον.
Έχω ασχοληθεί με 35 περίπου υποθέσεις και έχω δει απίστευτα πράγματα. Χίλια επτακόσια αντικείμενα Νεολιθικής Εποχής, στη Μαρίνα του Αλίμου που ήταν έτοιμα να φύγουν για το εξωτερικό, χίλια τετρακόσια αντικείμενα έτοιμα να φύγουν από τη Ρόδο. Για μένα δεν είναι απλώς μια έρευνα, είναι ένα εθνικό θέμα
Ο βαθμός δυσκολίας σε σχέση με τις άλλες υποθέσεις;
Μπορώ να πω ότι ο βαθμός δυσκολίας είναι ο μεγαλύτερος. Γιατί έχουμε να κάνουμε με ευφυέστατα κυκλώματα. Όχι μόνο υψηλής τάξης γιατί έχουμε να κάνουμε και με αγρότες οι οποίοι έχουν συλήσει ένα τάφο. Όταν διακυβεύεται η ελευθερία τους γίνονται επικίνδυνοι, παίρνουν ιδιαίτερα μέτρα προφύλαξης και ειδικά σε μεγάλες υποθέσεις όπως είναι η υπόθεση με τα αρχαία της Κορίνθου, όπου ένα μουσείο βρέθηκε στην Αμερική, το θυμάται όλη η Ελλάδα. Έχω ασχοληθεί με 35 περίπου υποθέσεις και έχω δει απίστευτα πράγματα. Χίλια επτακόσια αντικείμενα Νεολιθικής Εποχής, στη Μαρίνα του Αλίμου που ήταν έτοιμα να φύγουν για το εξωτερικό, χίλια τετρακόσια αντικείμενα έτοιμα να φύγουν από τη Ρόδο. Για μένα δεν είναι απλώς μια έρευνα, είναι ένα εθνικό θέμα. Συνεργάζομαι ως επί το πλείστων με το Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας και με όσους χρειάζεται προκειμένου να συλληφθούν οι ένοχοι.
Στην αρχαιοκαπηλία αγαπούν το χρήμα ή το χρήμα και την τέχνη;
Αυτοί οι οποίοι ασχολούνται, μόνο το χρήμα έχουν κατά νου. Οι παραλήπτες όμως στο εξωτερικό ως επί το πλείστον προσπαθούν να καλύψουν τα κενά τους με την αλαζονεία να έχουν ελληνικές αρχαιότητες. Οι αρχαιότητες διακινούνται πιο εύκολα από άλλα έργα τέχνης και έχουν μεγαλύτερη ζήτηση. Μια φορά βρέθηκα στην Ελβετία, στο σπίτι ενός «συλλέκτη» και όταν είδα τα αρχαία ένιωσα σαν να με μαχαίρωναν μες στα σωθικά μου, γιατί ήξερα ότι αυτά είναι κλεμμένα και έχουν συληθεί από κάποιους ελληνικούς τάφους. Πιστεύω ότι είναι ένα θέμα που πρέπει να βρίσκεται διαρκώς στην επικαιρότητα, να το θυμίζουμε σε όλους. Ζούμε σε μια χώρα που έχει τρομερό πλούτο στο υπέδαφός της. Χρυσάφι. Η πολιτιστική κληρονομιά είναι εξίσου πολύτιμη με την ακεραιότητα της χώρας.
Στο βιβλίο σας έχετε γράψει για τις μεγάλες σας υποθέσεις. Η αρχαιοκαπηλία σε ποιό επίπεδο βρίσκεται σήμερα;
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια με την κρίση υπάρχει αύξηση. Ακόμη και άνθρωποι οι οποίοι δεν είχαν κατά νου ποτέ να ασχοληθούν με την αρχαιοκαπηλία, τώρα ασχολούνται. Ή κάποιος που είχε κάτι από τον πατέρα του και δεν το είχε δηλώσει στην εφορία αρχαιοτήτων, εύκολα μπαίνει στον πειρασμό τώρα να ψάξει να βρει αγοραστή. Δυστυχώς.
Είναι αλήθεια ότι στην υπόθεση κατά της αρχαιοκαπηλίας δουλεύετε χωρίς αμοιβή;
Είναι αλήθεια. Σε αυτές τις υποθέσεις βάζω χρήματα, δεν παίρνω. Για μένα έχει αξία εθνική και ηθική. Δεν έχω πάρει και δεν πρόκειται να πάρω ούτε ένα ευρώ. Η ανταμοιβή μου είναι να βλέπω τους θησαυρούς μας, πίσω, στη θέση τους, στη χώρα τους.
Τον περασμένο μήνα, ο Γιώργος Τσούκαλης τιμήθηκε με ειδικό δίπλωμα αξίας για την εθελοντική του δράση ενάντια στην αρχαιοκαπηλία στο Βατικανό, στην λαμπρή ετήσια τελετή των Διεθνών Βραβείων Giuseppe Sciacca, στην Aula Magna στο Ποντιφικό Πανεπιστήμιο Urbaniana.Ο Έλληνας οικονομολόγος και ιδιωτικός ερευνητής, βραβεύτηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 21 χρόνων στον πόλεμο κατά των αρχαιοκαπήλων και στο παράνομο εμπόριο έργων τέχνης, αλλά και για το βιβλίο του «Λαθρέμποροι Ιστορίας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σιδέρη.
Από το βιβλίο του επέλεξε κάποιες από τις πιο σοβαρές υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας.
ΦΑΚΕΛΟΣ ΚΟΡΙΝΘΟΣ
Μια κλοπή σαν τρικ του Κόπερφιλντ
Στις 12 Απριλίου του 1990, έξι άνδρες εισβάλουν στο Μουσείο της Κορίνθου, χτυπάνε τον νυχτοφύλακα και κλέβουν εκατοντάδες αρχαία αντικείμενα. Ήταν μια υπόθεση πρωτοφανής, μια κανονική «μεταφορά μουσείου» όπως την είχαν χαρακτηρίσει διευθυντικά στελέχη του Υπουργείου Πολιτισμού. Την ίδια περίοδο είχαν γίνει και άλλες κλοπές όπως από τα μουσεία Σικυώνος και Πάρου, σε μικρότερη όμως κλίμακα. Για τον Γιώργο Τσούκαλη αυτή η υπόθεση ήταν ένα προσωπικό στοίχημα. Σε μια εποχή που δεν υπήρχε καταγραφή των αρχαίων σε καταλόγους, ούτε υπήρχε διαδίκτυο ώστε κάποιος συλλέκτης να ξέρει αν ένα αντικείμενο είναι κλεμμένο ή όχι, οι αρχαιοκάπηλοι μπορούσαν να προωθήσουν πιο εύκολα τη λεία τους στο εξωτερικό.
Την άνοιξη του 1993, φαίνεται το πρώτο φως στην υπόθεση. Επιχειρείται να δημιουργηθεί ο πρώτος δίαυλος συνεννόησης με συνεργασία του τότε υπαρχηγού της ΕΛΑΣ Μιχάλη Νηστικάκη. Όλα φαίνονται να έχουν πάρει το δρόμο τους και τα αρχαία τον δρόμο της επιστροφής, ενώ το Υπουργείο Πολιτισμού φαίνεται διατεθειμένο να δώσει 500 εκατομμύρια δραχμές για την επιστροφή των αντικειμένων. Όλα ανατρέπονται όταν τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, όταν ο Νηστικάκης κατηγορείται για συμμετοχή σε υπόθεση λαθροανασκαφικών αρχαίων αντικειμένων. Η ιστορία παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις, ο Νηστικάκης αθωώνεται στο δικαστήριο που ακολούθησε, αλλά τα αρχαία της Κορίνθου βρίσκονται στο σκοτάδι. Η πρώτη πράξη αποτυγχάνει παταγωδώς. Για τον Τσούκαλη είναι ξεκάθαρο ότι ολόκληρο το μουσείο θα πρέπει να ήταν κάπου καλά κρυμμένο. Κάποια εμπλοκή θα πρέπει να είχε παρουσιαστεί στην πώληση οπότε στόχος των αρχαιοκαπήλων ήταν πια να επιστρέψουν τα εκθέματα και να πάρουν τα «εύρετρα».
Μια πληροφορία οδηγεί τον Τσούκαλη σε κάποια αδέρφια ιδιοκτήτες ενός γυμναστηρίου στην λεωφόρο Βουλιαγμένης. Παρά τις παρακολουθήσεις, δε φαίνεται να υπάρχει σχέση. Οι έρευνες φαίνεται να είναι σε αδιέξοδο. Επτά χρόνια αργότερα, το 1997, η υπόθεση αναβιώνει όταν ο Τσούκαλης συναντά τυχαία στην Ευελπίδων τον Χρήστο Μαυρίκη, στο περιθώριο μιας άλλη δίκης για αρχαιοκαπηλία στην οποία ο ντετέκτιβ ήταν βασικός μάρτυρας. Ο Μαυρίκης γνωστός από την υπόθεση των υποκλοπών την περίοδο 1991-3, του εκμυστηρεύεται ότι έχουν έρθει σε επαφή μαζί του αυτοί που είχαν τα αρχαία της Κορίνθου. Στον Τσούκαλη εξιστορεί ένα σενάριο που ποτέ δεν κατάλαβε αν είναι σωστό ή λάθος, ότι τον είχαν επιλέξει ως «εκλεκτό» προκειμένου να μεσολαβήσει ώστε τα αρχαία να επιστραφούν. Φυσικά, η ιστορία θα στοίχιζε 1,5 εκ.ευρώ, χρήματα διόλου ευκαταφρόνητα για το 1997. Ο «άγνωστος Αμερικάνος» τον οποίο επικαλείται ο Μαυρίκης, είναι μέλος της ίδιας οικογένειας που παρακολουθούν από το 1993, της οικογένειας που έχει το γυμναστήριο στην Ηλιούπολη. Ο τσούκαλης ζητά φωτογραφίες των αρχαίων αντικειμένων. Όταν παίρνει στα χέρια του τις πολαρόιντ βλέπει ότι είναι ίδιες με αυτές που είχε δει στα χέρια των πληροφοριοδοτών του Νηστικάκη. Τα αρχαία είναι φωτογραφημένα πάνω σε πολύχρωμα γλασέ χαρτιά, σε άριστη κατάσταση. Στο τμήμα αρχαιοκαπηλίας, ταυτοποιούν τις φωτογραφίες των αρχαίων.
Οι αρχαιοκάπηλοι διατάζουν τον Τσούκαλη να βγάλει το χέρι του από το αυτοκίνητο χωρίς να γυρίσει να τους δει και να τους δείξει το χαρτί. Η επιχείρηση ανάγνωσης επιταχύνει τις διαδικασίες για την μεγάλη συναλλαγή. Στην ιστορία αυτή όλοι γνωρίζουν τους ενόχους αλλά κανείς δεν ανοίγει τα χαρτιά του στον άλλο. Ο Μαυρίκης όμως που θέλει να είναι πρόσωπο κλειδί έχει δικαστικές εκκρεμότητες και οδηγείται στα τέλη του 1998 στη φυλακή. Ο «αναγκαίος μεσάζων» αποφυλακίζεται το 1999 και από τότε χάνονται τα ίχνη του
Ο Μαυρίκης σε αυτή τη φάση, στην οποία αρχίζουν και τα μεγάλα προβλήματα συντονισμού, ζητά να δοθούν πρώτα τα χρήματα, ενώ αναφέρει αορίστως ότι τα αρχαία είναι στην Αμερική, οι κλέφτες μένουν ανένδοτοι και ζητούν ένα «χαρτί» για να βεβαιωθούν ότι το Υπουργείο συμφωνεί για το ποσό. Ο Τσούκαλης κάνει ένα εντελώς παρακινδυνευμένο ραντεβού στα τυφλά με τους κλέφτες, σε έναν απόμερο σκοτεινό δρόμο της Ηλιούπολης, με ένα έγγραφο που έγραφε ότι το υπουργείο ενέκρινε την εκταμίευση των χρημάτων. Οι αρχαιοκάπηλοι διατάζουν τον Τσούκαλη να βγάλει το χέρι του από το αυτοκίνητο χωρίς να γυρίσει να τους δει και να τους δείξει το χαρτί. Η επιχείρηση ανάγνωσης επιταχύνει τις διαδικασίες για την μεγάλη συναλλαγή. Στην ιστορία αυτή όλοι γνωρίζουν τους ενόχους αλλά κανείς δεν ανοίγει τα χαρτιά του στον άλλο. Ο Μαυρίκης όμως που θέλει να είναι πρόσωπο κλειδί έχει δικαστικές εκκρεμότητες και οδηγείται στα τέλη του 1998 στη φυλακή. Ο «αναγκαίος μεσάζων» αποφυλακίζεται το 1999 και από τότε χάνονται τα ίχνη του.
Μερικά χρόνια αργότερα, το 2004, θα κατέθετε ότι τα αρχαία υπήρχαν σε μια αποθήκη στο Μαΐάμι. Από τα κλεμμένα αρχαία αντικείμενα της Κορίνθου επέστρεψαν τα 276. Στους αποθηκευτικούς χώρους εντός των κιβωτίων βρέθηκαν τα 268, ενώ τρεις μαρμάρινες κεφαλές βρέθηκαν αργότερα. Σε προγενέστερο χρόνο, το FBI της περιοχής Μπρούκλιν- Κουίνς έχουν κατασχέσει ακόμα 5 αρχαία αντικείμενα. Τα αντικείμενα έφτασαν στην Αμερική από μεταφορική εταιρεία της οδού Αχαρνών. Οι δράστες της κλοπής συνελήφθησαν το 2000. Υποστήριξαν ότι τη ληστεία την είχε οργανώσει ένας θείος τους από την Αμερική ο οποίος είχε πεθάνει το 1996. Καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 20 ετών και ο κύκλος έκλεισε εκεί. Τα αρχαία της Κορίνθου επέστρεψαν στο φυσικό τους χώρο. Για τον Γιώργο Τσούκαλη ήταν θέμα τιμής και αξιοπρέπειας.
ΦΑΚΕΛΟΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ
Δυο επιτύμβια και 5.000.000 ευρώ
Σε ένα γλέντι μετά από μια βάπτιση στα Γρεβενά, κάποιος, -ενώ στο τραπέζι η συζήτηση έχει στραφεί για κάποιο ακατανόητο λόγο στα ευρήματα της Βεργίνας-, αφηγείται μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Ότι ένας γνωστός του, πρώην ένστολος, προσπαθεί να πουλήσει δυο επιτύμβιες στήλες για 5.000.000 ευρώ. Τη συζήτηση ακούει ένας φίλος και πελάτης του Γιώργου Τσούκαλη και του την μεταφέρει. Ο απόστρατος μένει στον Κολωνό και το μικρό του όνομα είναι Δημήτρης. Αυτές είναι οι πρώτες πληροφορίες.
Ο Τσούκαλης ενημερώνει τον τότε προϊστάμενο της Δίωξης αρχαιοκαπηλίας Νίκο Ζερβακάκο και με βάση αυτά τα λιγοστά στοιχεία αρχίζουν να επιτηρούν τον ύποπτο, ο οποίος μένει όντως στον Κολωνό, έχει Μερσεντές, συχνάζει στο Κολωνάκι και εμφανίζεται στην τηλεόραση αναλύοντας στρατιωτικά θέματα. Στη διάρκεια της παρακολούθησης επισκεπτόταν συχνά με διάφορα πρόσωπα μια υπόγεια αποθήκη σε γειτονική πολυκατοικία. Ο «συνταγματάρχης» συνελήφθη σε μια κλασική επιχείρηση της αστυνομίας τον Μάρτιο του 2011.
Το μυστήριο για το πώς ήξεραν στο γλέντι των Γρεβενών για την ύπαρξη και τη δράση του αποκαλύφθηκε αργότερα. Ένας συγγενής του από την περιοχή έκανε εργασίες εκσκαφών. Στη διάρκεια αυτών των εργασιών, αντί να παραδίδει τα αρχαία στις κρατικές υπηρεσίες τα έδινε στον συγγενή του. Ήταν μια ιστορία που ήξεραν πολλοί. Και κάποιοι ήταν ομιλητικοί όταν έφταναν στο τσακίρ κέφι.
ΦΑΚΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΕΝΑ
Τα αρχαία χρυσά νομίσματα
Ο Γιώργος Τσούκαλης μαθαίνει από ένα φίλο του ότι δυο άτομα στην περιοχή Κόνιτσας των Ιωαννίνων προσπαθούν να πουλήσουν περίπου 200 χρυσά νομίσματα. Με τον κίνδυνο της διαρροής της μυστικής έρευνας, ένας στενός συνεργάτης του Τσούκαλη εμφανίζεται ως επιχειρηματίας στα Γιάννενα και έρχεται σε επαφή με τους δυο υπόπτους: έναν 60χρονο εργολάβο οικοδομών και έναν 54χρονο αγρότη. Τους κλείνει ραντεβού σε ξενοδοχείο των Ιωαννίνων στο οποίο δεν εμφανίζονται. Ο συνεργάτης του Τσούκαλη φεύγει και δείχνει αδιαφορία. Το τρικ της αδιαφορίας πιάνει!
Σε επόμενο ραντεβού σε ξενοδοχείο στα Γιάννενα του δείχνουν μερικά νομίσματα. Το μεγάλο πρόβλημα είναι το ποιός θα εμφανιστεί ως τελικός αγοραστής. Από την ασφάλεια Ιωαννίνων αποκλείεται, αφού οι αρχαιοκάπηλοι είχαν επισκεφθεί την Ασφάλεια με πρόσχημα να δώσουν κάποιες πληροφορίες, προκειμένου να δουν τα πρόσωπα των αστυνομικών του τμήματος. Είναι μια κλασική κίνηση αντιπερισπασμού των αρχαιοκάπηλων, οι οποίοι χρησιμοποιούν μεθόδους σχεδόν αστυνομικές. Ο Τσούκαλης αποφασίζει να στείλει τη σύζυγό του μαργαρίτα ως αγοράστρια. Η γνωστή για την απαράμιλλη ψυχραιμία της μαργαρίτα Τσούκαλη συναντιέται μαζί τους στο αεροδρόμιο των Ιωαννίνων. Πηγαίνει μόνη της και οι ύποπτοι της ζητούν να τους ακολουθήσει μέχρι τα παλιά πρακτορεία του ΚΤΕΛ στο κέντρο της πόλης. Εκεί, την επιβιβάζουν σε δικό τους αυτοκίνητο και αρχίζουν να κάνουν γύρους για να την αποπροσανατολίσουν αλλά και να διαπιστώσουν αν κάποιος τους ακολουθεί. Την οδηγούν τελικά σε μια γκαρσονιέρα που ανήκει και της δείχνουν τα αρχαία νομίσματα. Η τιμή αγοράς ορίζεται στα 400.000 ευρώ. Την αφήνουν ξανά στα ΚΤΕΛ και την ακολουθούν με το αυτοκίνητό τους μέχρι το ξενοδοχείο της λίμνης των Ιωαννίνων.
Την επόμενη μέρα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου των Ιωαννίνων, η Μαργαρίτα Τσούκαλη συναντιέται με τον ένα αρχαιοκάπηλο. Μαζί της στο δωμάτιο και ένας αστυνομικός της ασφάλειας Ιωαννίνων, ο οποίος μόλις είχε μετατεθεί στην πόλη και δεν τον ήξερε κανείς. Ο αρχαιοκάπηλος φτάνει με είκοσι νομίσματα, η Τσούκαλη προσποιείται την αγανακτισμένη γιατί δεν υπάρχουν τα εκατοντάδες που είχε ήδη δει και ως έμπειρη συλλέκτρια ακυρώνει την συμφωνία. Κάνει ένα τηλεφώνημα ανακοινώνοντας το άδοξο τέλος της αγοραπωλησίας. Στην διπλή επιχείρηση της αστυνομίας τα νομίσματα βρέθηκαν στο πορτ μπαγκάζ του δεύτερου αρχαιοκάπηλου όπως είχε προκύψει από την παρακολούθησή τους. Τα νομίσματα που κατασχέθηκαν ήταν 520 χρυσά και 270 αργυρά. Ήταν βυζαντινά, οθωμανικά και ευρωπαϊκά μεγάλης χρηματικής και ιστορικής αξίας. Στην κατοχή των συλληφθέντων βρέθηκε και ένα μηχάνημα ανίχνευσης χρυσού. Πολλοί ιδιώτες ψάχνουν με τέτοια μηχανήματα στην περιοχή, τον αμύθητο θησαυρό του Αλί Πασά.
ΦΑΚΕΛΟΣ ΡΟΥΜΠΕΝΣ
Το χρυσοποίκιλτο Κοράνι και τα κυκλαδικά ειδώλια
Η αρχή της υπόθεσης αυτής γράφεται τον Ιούνιο του 2001. Τρεις μασκοφόροι κλέβουν από το μουσείο καλών τεχνών της Γάνδης τον πίνακα του Ρούμπενς «Το κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου». Ο πίνακας είναι ανεκτίμητης αξίας. Οι ληστές είχαν εισβάλει βράδυ στο μουσείο και είχαν επιχειρήσει να κλέψουν όχι μόνο τον συγκεκριμένο πίνακα αλλά και έναν άλλο την «Μαστίγωση του Χριστού». Ο δεύτερος πίνακας τους πέφτει στο δρόμο. Οι βελγικές αρχές καταλήγουν τότε στο συμπέρασμα ότι οι δράστες είχαν συνεργό κάποιον υπάλληλο του μουσείου. Για δέκα χρόνια οι έρευνες βρίσκονται στο σκοτάδι. Ο πίνακας θεωρείται εξαφανισμένος.
Το καλοκαίρι του 2011 ο Τσούκαλης μαθαίνει από ένα φίλο του ότι κάποιος αντικέρ από την Πλάκα και μια τηλεπαρουσιάστρια φαίνεται να έχουν ένα έργο του Ρούμπενς το οποίο προσπαθούν να πουλήσουν. Στο ίδιο ραντεβού ο Τσούκαλης μαθαίνει για έναν ιερέα από την Κρήτη ο οποίος προσπαθεί να πουλήσει ένα κοράνι και κάποια κυκλαδικά ειδώλια. Για τον πίνακα του Ρούμπενς ζητούσαν 7 εκατομμύρια ευρώ και για το κοράνι και τα ειδώλια 5 εκατομμύρια ευρώ. Ο Τσούκαλης ζητά φωτογραφίες των αντικειμένων και αρχίζει να συνεργάζεται με το τμήμα δίωξης αρχαιοκαπηλίας. Στον αντικέρ εμφανίζεται σαν επιχειρηματίας που σχετίζεται με τον οίκο Σόθμπις και αρχίζει τις ατέλειωτες τηλεφωνικές συνομιλίες με τη γυναίκα που είχε στην κατοχή της τον πίνακα. Η 40χρονη παρουσιάστρια αποκαλούσε τον πίνακα «νιανιά».
Ο Τσούκαλης υποδύεται τον πλούσιο επιχειρηματία με σκάφος το οποίο αναφέρει συχνά στις συνομιλίες. Το σκάφος όντως υπήρχε αλλά ανήκε σε έναν ανύποπτο Ρώσο μεγιστάνα. Τα μέλη του κυκλώματος όταν έκαναν τη βόλτα τους στην μαρίνα είδαν το σκάφος και το ραντεβού κλείνεται σε ένα γραφείο στην πλατεία Συντάγματος. Ως εκτιμητές του Τσούκαλη εμφανίζονται ένας στενός συνεργάτης του και μια υπάλληλος του Υπουργείου Πολιτισμού άριστη στην εκτίμηση έργων τέχνης. Το επόμενο ραντεβού κλείστηκε σε ένα ξενοδοχείο στη Γλυφάδα στις 31 Αυγούστου του 2011. Οι ένοχοι συνελήφθησαν απ αυτοφόρω. Η παρουσιάστρια ισχυρίστηκε ότι τον πίνακα της τον είχε κάνει δώρο ένας Ιταλός φίλος της. Δε θεωρούσε ότι έχει μεγάλη αξία, ισχυρισμός που κατέρρευσε όχι μόνο από την τιμή που ζητούσε αλλά και από το ότι ο αντικέρ είχε τεράστιες γνώσεις. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πίνακας είχε βρεθεί μέσω των λαθρεμπόρων στα χέρια ενός συγγενούς της και εκείνη προκειμένου να τον καλύψει σκαρφίστηκε την ιστορία του Ιταλού φίλου.
Για τον πίνακα του Ρούμπενς ζητούσαν 7 εκατομμύρια ευρώ και για το κοράνι και τα ειδώλια 5 εκατομμύρια ευρώ. Ο Τσούκαλης ζητά φωτογραφίες των αντικειμένων και αρχίζει να συνεργάζεται με το τμήμα δίωξης αρχαιοκαπηλίας. Στον αντικέρ εμφανίζεται σαν επιχειρηματίας που σχετίζεται με τον οίκο Σόθμπις και αρχίζει τις ατέλειωτες τηλεφωνικές συνομιλίες με τη γυναίκα που είχε στην κατοχή της τον πίνακα. Η 40χρονη παρουσιάστρια αποκαλούσε τον πίνακα «νιανιά
Παράλληλα την ίδια εποχή ο Τσούκαλης εμφανίζεται σαν μεγαλοεπιχειρηματίας που έχει εργοστάσιο πλαστικών στην Ισπανία και γνώσεις αρχαιοτήτων στην σπείρα που έχει το Κοράνι και τα κυκλαδικά ειδώλια. Ο σκληρός διαπραγματευτής τους είναι ένας κρητικός, ο οποίος ισχυριζόταν ότι το Κοράνι το είχε από κληρονομιά. Στην υπόθεση ακολουθούνται τα ίδια βήματα: ραντεβού σε γραφείο στο Σύνταγμα, όπου ο υπάλληλος του Υπουργείου Πολιτισμού ως εκτιμητής διαπίστωσε την αυθεντικότητα όλων των αντικειμένων.
Τον Σεπτέμβριο του 2001, κλείνεται το ραντεβού της ανταλλαγής στο εστιατόριο Λάμπρος στη Βουλιαγμένη. Ο συνεργάτης του Τσούκαλη εμφανίζεται ντυμένος σαν καπετάνιος, ο οποίος μεταφέρει τα χρήματα από την θαλαμηγό που ήταν στα ανοιχτά της Βουλιαγμένης. Φυσικά τέτοιο σκάφος δεν υπήρχε. Εκείνη τη στιγμή εισέβαλαν μπροστά στους έκπληκτους υπαλλήλους του εστιατορίου δέκα πάνοπλοι άντρες των ΕΚΑΜ που ήταν ακροβολισμένοι στους γύρω χώρους. Η επιχείρηση έληξε σε μια ατμόσφαιρα που θύμιζε ταινία δράσης.
____________
Το βιβλίο του Γιώργου Τσούκαλη "Λαθρέμποροι Ιστορίας: Επιστροφή 20 θησαυρών" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σιδέρη
σχόλια