Η ιστορία του πυροσβέστη Αντρέα Δημητρίου, ο οποίος έχασε τη σύζυγο και το ηλικίας 6 μηνών αγόρι του στη φονική πυρκαγιά τον Ιούλιο στο Μάτι, ήταν μία από τις πιο συγκινητικές και σίγουρα μια από αυτές που έγιναν σύμβολο της τραγωδίας που συγκλόνισε τη χώρα.
Ο πυροσβέστης αποφάσισε να μιλήσει στην ελληνική τηλεόραση για την εμπειρία του, η οποία όπως είναι λογικό θα σημαδέψει για πάντα τη ζωή του. Όπως είπε στην τηλεόραση του Άλφα, το τηλέφωνο του εκείνη τη μέρα χτύπησε, η φωτιά είχε ξεκινήσει και ο Αντρέας Δημητρίου καλούνταν να πάει στην υπηρεσία του για να συντονίσει την πυρόσβεση.
«Ήταν 17.30 περίπου το απόγευμα όταν ενημερώθηκα από κάποιον συνάδελφο ότι η φωτιά πλησιάζει τον οικισμό όπου βρισκόταν το σπίτι μου. Αμέσως ενημέρωσα τη Μαργαρίτα για τη φωτιά γιατί η γυναίκα μου ήταν στο κρεβάτι με τον μπέμπη εκείνη την ώρα κι εγώ την ενημέρωσα ότι κινδυνεύει. Της είπα: «Μαργαρίτα πάρε το μικρό και φύγε αμέσως από το σπίτι». Προσπάθησε να πάρει κάποια πράγματα και έφυγε.
Όταν προσπαθούσα να τους ξανά καλέσω και δεν μπορούσα να τους βρω, υποψιάστηκα ότι κάτι κακό συμβαίνει.Όλα τα οχήματα της υπηρεσίας μου ήταν στο μέτωπο της φωτιάς κι έτσι πήρα το δικό μου όχημα για να πάω να τη βρω. Πάνω στον πανικό μου και στην αγωνία μου να φτάσω κοντά στη Μαργαρίτα και το παιδί, οδηγούσα ριψοκίνδυνα.Θα μπορούσα κι εγώ να είχα εγκλωβιστεί μέσα στη φωτιά. Εν τω μεταξύ είχε έρθει κι ένας συνάδερφος μαζί μου, ο οποίος δεν ήταν υποχρεωμένος να έρθει αλλά ήταν ένας πραγματικός φίλος.
Στη δεύτερη επικοινωνία μας, κατάλαβα ότι είναι κοντά στην παραλία και ο θόρυβος ήταν πάρα πολύ έντονος από τον αέρα.Το γνώριζε πολύ καλά η Μαργαρίτα το Μάτι και γνώριζε πολύ καλά τους δρόμους της περιοχής. Στην πρώτη προσπάθεια να φτάσω κοντά στη γυναίκα μου, πήγα από τον παραλιακό δρόμο της λεωφόρου Ποσειδώνος και έφτασα μέχρι κάποιο ξενοδοχείο. Από κει και πέρα δεν μπορούσα να πλησιάσω λόγω του θερμικού φορτίου, του καπνού και των αυτοκινήτων που είχαν κλείσει το δρόμο. Η κατάσταση ήταν τραγική. Δεν μπορούσα να φτάσω κοντά στη γυναίκα μου και το γιο μου ούτε με το αυτοκίνητο ούτε πεζός. Επειδή ένιωθα ότι μας κλείνει η φωτιά, δεν μπορούσα να ρισκάρω και τη ζωή του συναδέλφου μου και γυρίσαμε πίσω. Ταυτόχρονα ενημερώναμε τον κόσμο για την κατάσταση της φωτιάς . Μέχρι να φτάσουμε στην υπηρεσία προσπαθούσαμε να δώσουμε το στίγμα της επικινδυνότητας που υπήρχε στην περιοχή.
Επικοινωνούσα και με τον πεθερό μου γιατί κι αυτός έψαχνε τη Μαργαρίτα με το μωρό. Δεν μπορώ να ξέρω αν η Μαργαρίτα πήρε κάποιο αμάξι ή αν πήγε με τα πόδια στην Αργυρά Ακτή.Ήλπιζα κάπου μέσα μου οτι η Μαργαρίτα και το μωρό θα ήταν ζωντανοί.
Ο πεθερός μου, έφτασε πρώτος στο σημείο που ήταν η Μαργαρίτα και μου είπε: «Είμαι εδώ μαζί με τη Μαργαρίτα αλλά θέλω να είσαι ψύχραιμος όταν θα φτάσεις». Εκεί κατάλαβα οτι κάτι κακό έχει συμβεί. Ο πεθερός μου βρήκε τη Μαργαρίτα μέσα στη θάλασσα μαζί με το μωρό και ο πεθερός μου την έβγαλε έξω. Εγώ τη βρήκα στην παραλία να κάθεται και ο μπέμπης ήταν στα χέρια δυο ανθρώπων όπου προσπαθούσαν να του δώσουν τις πρώτες βοήθειες. Εγώ πήρα στην αγκαλιά τη Μαργαρίτα, προσπάθησα να ακολουθήσω το δρομολόγιο που είχα κάνει λίγες ώρες νωρίτερα και πραγματικά δεν περίμενα να βρω κάποιο ασθενοφόρο.
Η Μαργαρίτα ήταν σε κατάσταση σοκ αλλά παρόλα αυτά είχε τις αισθήσεις της. Της είπα: «Μαργαρίτα, εγώ φταίω» κι εκείνη μου είπε: «Μην το ξαναπείς αυτό. Ο Θεός είναι μεγάλος και θα μας βοηθήσει». Της είπα ότι φταίω γιατί εκείνη την ημέρα πριν φύγω για να πάω στην υπηρεσία, θα πηγαίναμε να δούμε τα ρούχα που θα φορούσε ο μικρός στη βάφτιση, όπου είχαμε προγραμματίσει να τον βαφτίσουμε το μήνα Σεπτέμβριο. Και τότε θυμάμαι που μου είχε πει η γυναίκα μου: «Αντρέα, πάμε πρώτα να δούμε τα ρούχα του παιδιού και μετά πήγαινε στην υπηρεσία. «Εγώ τότε της αρνήθηκα. Αν όμως την είχα ακούσει, ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα».
Τελικά λίγη ώρα μετά ασθενοφόρο βρέθηκε και η σύζυγος του μεταφέρθηκε στον Ευαγγελισμό. Το μωρό μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Παίδων. Εκεί το επισκέφτηκε αμέσως ο πατέρας του, ο οποίος κατάλαβε πως ήταν νεκρό.
«Όταν αποχαιρέτησα το γιο μας προσπάθησα να "κρατηθώ" για τη Μαργαρίτα.Βλέποντας την εικόνα της Μαργαρίτας στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας κατάλαβα ότι αυτή η γυναίκα έδωσε μάχη για να προστατέψει το παιδί μας.
Δυστυχώς η Μαργαρίτα «έφυγε» 12 μέρες μετά το θάνατο του μωρού μας. Έχασα τα πάντα μέσα σε μια στιγμή. Ήμασταν μαζί 18 ολόκληρα χρόνια και την έχασα πολύ γρήγορα.
Κάθε βράδυ ψάχνω τα "αν", αλλά δεν καταλήγω πουθενά.
Εξακολουθώ να μένω στο σπίτι που έζησα με τη Μαργαρίτα και το μωρό μας».
Μάλιστα ο Αντρέας Δημητρίου αποκαλύπτει και το τι έκανε η σύζυγος του όταν βρέθηκε στο ασθενοφόρο. Έγραψε ένα γράμμα προς αυτόν και τους γονείς της, όμως σε αυτό δεν υπάρχει καμία αναφορά για το μωρό τους.
«Μέρες μετά όταν πήγα στο νοσοκομείο, αφού είχε "φύγει" η Μαργαρίτα, μαζί με τα άλλα τα χαρτιά που μου έδωσαν που ήταν απαραίτητα για να γίνει η ταφή της, μου έδωσαν κι ένα γράμμα που είχε αφήσει χωρίς να το ξέρω. Μου έδωσαν ένα γράμμα, το οποίο το είχε υπαγορεύσει στον διασώστη. Και το οποίο ήταν ένα γράμμα αποχαιρετισμού με κάποιο τρόπο. Μέσα αναφέρει εμένα και τους γονείς της, δεν αναφέρει πουθενά τον μπέμπη. Δεν ξέρω αν σημαίνει κάτι αυτό, δεν ξέρω αν μπορεί να ερμηνευτεί κάπως αυτό. Το υπαγόρευσε όσο ήταν στο ασθενοφόρο γιατί μετά την διασωληνώσανε και την βάλανε σε καταστολή. Το γράμμα ήταν τα τελευταία της λόγια προς εμένα», είπε ο Ανδρέας Δημητρίου.
«Η δύναμη της Μαργαρίτας και η στάση της ζωής της είναι αυτή από την οποία παίρνω δύναμη και μπορώ να συνεχίσω να ζω τώρα» καταλήγει ο πυροσβέστης.
Στην εκπομπή μίλησε και ο δικηγόρος του Αντρέα Δημητρίου Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος ο οποίος αποκάλυψε πως θα προχωρήσουν σε νομικές ενέργειες κατά του ελληνικού κράτους. «Δυστυχώς ,η Μαργαρίτα είχε χάσει τον αδερφό της σε τροχαίο πριν από χρόνια στην ίδια περιοχή στη Λεωφόρο Μαραθώνος. Έτσι, λοιπόν οι γονείς της Μαργαρίτας έχασαν τα δυο παιδιά τους και το εγγονάκι τους.
Σε λίγο καιρό θα καταθέσουμε μήνυση και αγωγή κατά του κράτους. Η ληξιαρχική πράξη του μπέμπη γράφει 22.36. Στο νοσοκομείο το μωρό είχε φτάσει από τις 21.00 ή και νωρίτερα. Εάν το βρέφος είχε μεταφερθεί έγκαιρα από ένα σκάφος, πλοίο του Λιμενικού στη Ραφήνα, τότε το μωρό σύμφωνα με τη δική μου γνώμη θα είχε σωθεί. Προφανώς το μωρό πέθανε από αναπνευστικά προβλήματα.
Για αυτό και οι δυο άνθρωποι που βρήκαν τον μπέμπη προσπάθησαν να του δώσουν πνοή και τον κράτησαν στη ζωή, όπως τον κράτησε στη ζωή μέχρι τις 22.36 και το γάλα που του έδινε η Μαργαρίτα γιατί τον θήλαζε μέσα στη θάλασσα. Επομένως είμαι βέβαιος ότι ο μικρός θα ζούσε. Εμείς περιμένουμε να πάρουμε τις ιατροδικαστικές εκθέσεις για να συνδέσουμε το θάνατο με τις συγκεκριμένες αμέλειες συγκεκριμένων ανθρώπων».
.
σχόλια