Saudades do Brasil
Ο εθνολόγος Claude Lévi-Strauss σχολιάζει φωτογραφίες του από τα πρώτα του ταξίδια στη Βραζιλία (1935-39)
Από τη μέρα που έμεινε μαζί μου, η Λουσίντα είχε συνηθίσει να γαντζώνεται στο ένα μου πόδι.
Το φορτηγό μου ακινητοποιήθηκε μία ολόκληρη βδομάδα εξ' αιτίας μιας μηχανικής βλάβης. 'Εκλεινε τον δρόμο στην κορυφή μιας πολύ απόκρυμνης πλαγιάς, όταν έτυχε να περάσει από εκεί ένας σύριος ή λιβανέζος πραματευτής που πήγαινε προμήθειες σε κάποιο απομακρυσμένο σημείο, κι αυτός με φορτηγό. Για να μπορέσει να περάσει, χρειάστηκε να σπάσουμε βράχους με τη βαριά.
Θα έλεγε κανεί πως αυτή η μικρή κοινωνία, καλά εφοδιασμένη με ζωική και φυτική τροφή, ζούσε μεσ' την ξεγνοιασιά, έχοντας ως βασική της έγνοια τη σωματική της αισθητική.
Μερικές οικογένειες nambikwara είναι πολυγαμικές. Αλλά είτε είναι πολυγαμικοί, είτε είναι μονογαμικοί, υπάρχει μεταξύ τους μία χαρούμενη αγάπη. Ανά δύο ... ή ανά τρεις, η τρυφερότητα εκφράζεται ανοιχτά.
Κάνουν μπάνιο το πρωί όταν ξυπνούν και σε κάποιες άλλες ώρες της μέρας, εδώ παρέα με τον εθνολόγο.
'Ενα μικρό κορίτσι ξεθάβει μία βρώσιμη ρίζα, έχοντας πάνω στο κεφάλι της ένα μικρό μαλλιαρό θυλικό πίθηκο, που θα μου ανταλλάξει έναντι κάποιου ποθητού αντικειμένου. Το μικρό ζωάκι, που το βάφτισα Λουσίντα, δεν θα φύγει από κοντά μου μέχρι την επιστροφή μου.
Το κρεόζωτο με το οποίο είχα αλείψει, πριν ξεκινήσω την εκστρατεία μου, τις αποσκευές μου για να τις προστατεύσω από τους τερμίτες και τη μούχλα, το μυρίζω ακόμα όταν ανοίγω τα σημειωματαριά μου. Σχεδόν αδιόρατο μετά από μισό αιώνα, το ίχνος αυτό με μεταφέρει κατευθείαν στις σαβάνες και τα δάση της κεντρικής Βραζιλίας, αναπόσπαστο συστατικό άλλων μυρωδιών, ανθρώπων, ζώων και φυτών, αλλά και ήχων και χρωμάτων. Επειδή, όσο ισχνή κι αν είναι τώρα, αυτή η μυρωδιά, άρωμα για μένα, είναι το πράγμα το ίδιο, ένα κομμάτι πάντα υπαρκτό αυτού που έζησα.
Ίσως επειδή πέρασαν πολλά χρόνια, η φωτογραφία δεν μου μεταδίδει πια τίποτα τέτοιο. Οι εικόνες μου δεν αποτελούν ένα αντικειμενικά και ως εκ θαύματος διαφυλαγμένο τμήμα εμπειριών όπου όλες οι αισθήσεις, οι μυς, το μυαλό ήταν σε επιφυλακή. Είναι μόνο ενδείξεις. Από ανθρώπους, τοπία, γεγονότα, που ξέρω ότι τα είδα και τα γνώρισα. Μετά όμως από τοσο καιρό, δεν θυμάμαι πάντα που και πότε. Τα φωτογραφικά ντοκουμέντα αποδεικνύουν την υπαρξή τους, χωρίς να μου μεταδίδουν τη μαρτυρία και την αισθησή τους.
'Οταν τις ξανακοιτάζω, αυτές οι φωτογραφίες μου δίνουν την εντύπωση ενός κενού, μιας έλλειψης κάποιου πράγματος που ο φακός αδυνατεί ουσιαστικά να καταγράψει. Αντιλαμβάνομαι πόσο παράδοξο είναι να θέλω να τις δημοσιεύσω με καλύτερη εκτύπωση, με άλλο κάδρο απ' αυτό που επέτρεπε παλιότερα το σχήμα των Θλιβερών Τροπικών, και με μια πιο ευρεία επιλογή. Είναι σα να μπορούσαν, αντίθετα μ' αυτό που αισθάνομαι ο ίδιος, να προσφέρουν κάποιο περιεχόμενο σε ένα αναγνωστικό κοινό επειδή δεν ήταν παρών και πρέπει να αρκεστεί σ' αυτή τη βουβή εικονογραφία, και κυρίως επειδή, όλα αυτά, αν τα ξαναβλέπαμε εκεί που ήταν, θα μας φαίνονταν αγνώριστα, κι επειδή από πολλές απόψεις, πολύ απλά, θα είχαν πάψει και να υπάρχουν (...)
Πρόλογος του Claude Lévi-Strauss στο φωτογραφικό λεύκωμα Saudades do Brasil (εκδ. Plon, Παρίσι, 1994).
σχόλια