Πέρα απ' όλα τα άλλα, το δήθεν «πανεπιστημιακό άσυλο», όπως ισχύει από το 1982, προσβάλλει και πληγώνει ιδιαίτερα όσους είχαμε φάει ξύλο, διαφεντεύοντας το πραγματικό άσυλο τις προηγούμενες δεκαετίες. Εμείς πάντα θεωρούσαμε το άσυλο δεδομένο και καθιερωμένο, έστω εθιμικά. Πάντα θεωρούσαμε ότι απέκλειε τις αστυνομικές επεμβάσεις σε πανεπιστημιακές εκδηλώσεις που είχαν κάποιο πολιτικό ενδιαφέρον και αποτελούσαν άσκηση δικαιωμάτων. Ποτέ δεν είχαμε διανοηθεί ότι θα θεσπιζόταν ως ουσιαστικά απόλυτο άβατο που θα προστάτευε από την αστυνομία ακόμα και κοινά ποινικά αδικήματα.
Η τερατογονία στο ζήτημα αυτό εξηγείται εν μέρει από τις ιδεοληψίες αλλά και την πλήρη ασχετοσύνη των συντακτών του αρχικού νόμου-πλαισίου το 1982. Φαντάζονταν ότι η αστυνομία θα έβρισκε συνεχώς ασήμαντες αφορμές για να εισβάλλει διαρκώς και μαζικά στους πανεπιστημιακούς χώρους – κάτι που δεν συνέβαινε ούτε καν στη διάρκεια της δικτατορίας.
Περιόρισαν, λοιπόν, τη δυνατότητα εισόδου της αστυνομίας χωρίς προηγούμενη άδεια μόνο στην περίπτωση που διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα – ή αυτόφωρα εγκλήματα «κατά της ζωής», όπως η ανθρωποκτονία κάθε μορφής, η άμβλωση (304 Π.Κ.) και η έκθεση (306 Π.Κ.). Εδώ φαίνεται πεντακάθαρα η νομική αγραμματοσύνη των συντακτών. Αφού η ανθρωποκτονία αποτελεί ήδη κακούργημα, φρόντισαν να περιλάβουν άλλα αυτόφωρα «εγκλήματα κατά της ζωής», όπως η παράνομη τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης! Αρκεί να γίνεται σε πανεπιστημιακό χώρο...
Το συμπέρασμα είναι προφανές και είναι συγκλονιστικό: ως καθηγητής μετά το 1982 αισθανόμουν λιγότερο ασφαλής στους ίδιους ακριβώς πανεπιστημιακούς χώρους απ' όσο αισθανόμουν ως φοιτητής μέχρι το 1967. Ευτυχώς, δεν με κακοποίησαν, όπως άλλους. Μόνο με απώθησαν βίαια δυο-τρεις φορές. Ευτυχώς, επίσης, δεν κατέστρεψαν το γραφείο μου ούτε τους καρπούς της πολύχρονης έρευνάς μου, όπως συνέβη σε άλλους.
Η ασχετοσύνη των συντακτών φαίνεται, επίσης, στο ζήτημα των σωματικών βλαβών, που είναι βέβαια πολύ πιθανότερες σε πανεπιστημιακό χώρο από τις εκτρώσεις. Ως έγκλημα, οι «βαρείες» σωματικές βλάβες είναι μόνο πλημμέλημα, οι «θανατηφόρες» όμως αποτελούν κακούργημα. Πώς, όμως, μπορεί η αστυνομία να προλάβει έναν θάνατο αν απαγορεύεται η επέμβασή της όσο οι σωματικές βλάβες παραμένουν απλώς «βαρείες»;
Στην πράξη, όπως είναι γνωστό, η αστυνομία ουδέποτε επεμβαίνει, ακόμα και όταν διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα, και μάλιστα δολοφονικές επιθέσεις εναντίον της. Από την πλευρά τους, οι πανεπιστημιακές αρχές ουδέποτε την προσκαλούν. Ελάχιστες φορές έχει συμβεί αυτό σε διάστημα 35 ετών.
Το δήθεν «πανεπιστημιακό άσυλο» αποτελεί ελληνική ευρεσιτεχνία σε παγκόσμια κλίμακα. Δημιουργεί τεχνητά μια νησίδα απόλυτης ανομίας, όπου ισχύει μόνο ο νόμος της ζούγκλας – νόμος του ισχυροτέρου ή και του θρασυτέρου. Ύστατη κατάπτωση των πανεπιστημιακών αρχών ήταν ότι δέχτηκαν την επέκτασή του ακόμα και σε φοιτητικές εστίες, εκθέτοντας σε πολλαπλούς κινδύνους τους ενοίκους.
Υπάρχει, εξάλλου, μια πελώρια παρανόηση, ότι το δήθεν «πανεπιστημιακό άσυλο» αφορά μόνο πολιτικές δράσεις και αντιπαραθέσεις. Όχι. Καταλαμβάνει το σύνολο της πανεπιστημιακής ζωής στην καθημερινότητά της.
Ένα απλό παράδειγμα αρκεί: μια Τετάρτη βράδυ αργά, ήρθε στο γραφείο μου μια φοιτήτρια να ρωτήσει γιατί απέτυχε στην εξέταση του μαθήματος. Τη συνόδευε ο αρραβωνιαστικός της, ένας πανύψηλος σωματώδης τύπος (στυλ «ντουλάπα»). Εξήγησα στη φοιτήτρια τα λάθη της μία, δύο, τρεις φορές, αλλά εκείνη δεν τα καταλάβαινε, ενώ ο αρραβωνιαστικός γινόταν ολοένα απειλητικότερος. Ήμουν ολομόναχος στο κτίριο και ομολογώ ότι τα χρειάστηκα. Τηλεφώνησα στον θυρωρό και του ζήτησα να καλέσει την αστυνομία. Με άκουσαν οι δύο και τότε, επιτέλους, έφυγαν.
Όταν ύστερα ρώτησα τον θυρωρό, μου είπε ότι η αστυνομία είχε αρνηθεί να με προστατέψει, λόγω «πανεπιστημιακού ασύλου».
Το συμπέρασμα είναι προφανές και είναι συγκλονιστικό: ως καθηγητής μετά το 1982 αισθανόμουν λιγότερο ασφαλής στους ίδιους ακριβώς πανεπιστημιακούς χώρους απ' όσο αισθανόμουν ως φοιτητής μέχρι το 1967. Ευτυχώς, δεν με κακοποίησαν, όπως άλλους. Μόνο με απώθησαν βίαια δυο-τρεις φορές. Ευτυχώς, επίσης, δεν κατέστρεψαν το γραφείο μου ούτε τους καρπούς της πολύχρονης έρευνάς μου, όπως συνέβη σε άλλους. Αν μου είχε συμβεί αυτό, δεν ξέρω αν θα το άντεχα. Νομίζω ότι θα τα είχα παρατήσει όλα και θα είχα φύγει από τη χώρα.
Αυτά για το δήθεν «πανεπιστημιακό άσυλο».
σχόλια