5.9.2013 | 10:19
Για τη Β;
Μου άρεσες από τη πρώτη στιγμή, ήταν αναπάντεχο, δε μου είχε ξανασυμβεί τόσο άμεσα, με την πρώτη ματιά, τόσο έντονα.Άφησα να περάσει λίγος καιρός, ξαναβρεθήκαμε, σε παίδεψα λίγο με το σημείο συνάντησης, εκνευρίστηκες αλλά δε μου το έδειξες. Ήσουν απίστευτη, κάναμε έρωτα, μιλήσαμε, με ξάφνιασες πολλές φορές, σε κοίταζα έντονα στα μάτια, με ρώτησες γιατί, ήθελα να σε διαβάσω, δε τα κατάφερα. Συναντηθήκαμε κάποιες φορές μέχρι εκείνο το βράδυ, όχι όσο συχνά ήθελα, ήθελα αλλά φοβόμουν αυτό που δεν ήθελα να παραδεχθώ. Πάντα απροσπέλαστη, ο αυτοέλεγχος σου φοβερός, λίγες φορές δόθηκες και άφησες ψήγματα δικά σου σε εμένα, κάποιες φορές μίλαγες και μετά χανόσουν, το μυαλό σου πέταγε αλλού.Εκείνο το βράδυ ήθελα να είναι ξεχωριστό, η αφορμή ήμουν εγώ, αλλά ήθελα να ευχαριστήσω εσένα, ο τρόπος μου να σου πω ευχαριστώ που υπάρχεις, που η τύχη έφερε να συναντηθούμε, που με συγκλόνιζες με τρόπο που δε θα μπορούσα ποτέ να στο ομολογήσω, που σε ήθελα και ας ήταν λάθος και ας μη γινόταν.Οι ώρες πέρασαν σαν λεπτά και το βράδυ σα στιγμή. Όσο σκέφτομαι για το λόγο που παραλίγο δε θα βρισκόμασταν ακόμα χαμογελώ. Δε με ένοιαζε αν θα κάναμε έρωτα, ήθελα να είμαι μαζί σου. Δε κοιμηθήκαμε μέχρι το πρωί, πειράγματα, γέλιο, μιλήσαμε πολύ, κάποια ήταν στενάχωρα, αλλά δεν ήθελα να σε ζορίσω, ήθελα να σε ρωτήσω πολλά αλλά το άφησα σε εσένα, μέχρι εκεί που αισθανόσουν άνετα. Το μετάνιωσα και τώρα ακόμα περισσότερο. Είχες λόγους, μου είπες, που έπρεπε να φυλάξεις πράγματα. Και ήσουν τόσο μαγική, πανέμορφη, ερωτική, μελαγχολική, αυθόρμητη, απρόβλεπτη, σκληρή κάποιες στιγμές.Εκείνο το βράδυ ήταν δικό μας και εκείνο το βράδυ σου ανήκα πλήρως, όποιο και αν ήταν το τίμημα, η εικόνα σου, οι κινήσεις σου, οι εκφράσεις σου, το άγγιγμα σου, η κάθε στιγμή ζουν μέσα μου και με καίνε, ό,τι έμεινε και ο φόβος ότι με τον καιρό θα ξεχάσω το πρόσωπό σου.Παραδοθήκαμε στις 6.00 το πρωί, κοιμήθηκα λίγο, ξύπνησα γρήγορα και έμεινα ασάλευτος να σε έχω αγκαλιά, εκείνη την ώρα ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο, τα πάντα είχαν χαθεί, υπήρχες μόνο εσύ, η μυρωδιά σου, η απαλή, βελούδινη επιδερμίδα σου βυθισμένη στα χέρια μου, τα σώματά μας γυμνά, να καίνε, σφιχταγκαλιασμένα. Ξύπνησες και κάναμε έρωτα, πόσο σε ήθελα, πως μπορείς να περιγράψεις πως νοιώθεις, πόσο διαλύεσαι, χάνεσαι και γίνεσαι ένα;Με φρόντισες, φάγαμε πρωινό στο μπαλκόνι με θέα στη θάλασσα και τον ήλιο να μας καίει και μετά άρχισε η επιστροφή στη πραγματικότητα, πάντα σκληρή, πάντα επώδυνη χωρίς να μπορείς να ξεφύγεις ούτε από τα μικρά γιατί «δεν είναι σωστό».Έπρεπε να λείψω για λίγο, η ανάμνησή εκείνης της βραδιάς έκανε υποφερτό το μεσοδιάστημα. Μόλις γύρισα προσπάθησα να σε βρω αλλά είχες φύγει. Πάγωσα. Ήσουν προβληματισμένη, μου είχες δείξει ότι ψαχνόσουν για αλλαγή, προς το μπρος, προς τα πίσω δεν μπόρεσα να καταλάβω. Είχες εγκαταλείψει πράγματα που δεν έπρεπε, ήθελα χρόνο να μου κάνεις το πορτραίτο, να με δω μέσα από τα δικά σου μάτια. Λάθος επιλογές, λάθος θέλω, αναπάντεχα αδιέξοδα, ποιος ξέρει;Αισθάνθηκα να πνίγομαι και αυτή η αίσθηση του πνιγμού επανέρχεται συχνά, είχα να δακρύσω χρόνια και τα δάκρυα κυλούσαν συνέχεια, κάθε φορά που ερχόταν η εικόνα σου στο μυαλό μου, έφυγες χωρίς μία τελευταία κουβέντα και ίσως να μην έχω δικαίωμα να την περιμένω, θέλω, όμως, να σε κοιτάξω στα μάτια, να ακούσω τη φωνή σου μια τελευταία φορά και να σου πω αντίο, ήσουν ο άγγελος μου τελικά.Μετουσίωσες ότι αγαπώ πέρα από όρια, ήσουν εσύ η ιδανική, η δυνατή μα λαβωμένη, η σκληρή, η απόμακρα αληθινή, ουράνια, επίγεια ερωτική και απίστευτα όμορφη. Έχω το άρωμα και το λαστιχάκι των μαλλιών σου να με συντροφεύει, μου λείπεις, πολύ, αναπάντεχα πολύ, σε αναζητώ, να είσαι καλά όπου και αν είσαι ό,τι και αν κάνεις.Φοβάμαι, φοβάμαι πολύ.