13.9.2014 | 02:06
Πάρε φόρα να περάσεις το μεγάλο που 'χουμε σκάψει σκρεμό...
Τα βράδια που μου λείπεις, σκέφτομαι την ελιά που έχεις αριστερά από τη μύτη σου. Δεξιά, όπως τη βλέπω εγώ. Θυμάμαι ακριβώς το ύψος της, θυμάμαι το χρώμα, τις 2-3 τριχούλες που έχει πάνω της, που ξέρω, νιώθω ότι θα έπρεπε να με ξενερώνουν. Και μετά θυμάμαι πως το πιο εντυπωσιακό πράγμα στο πρόσωπό σου είναι τα μάτια σου. Δεν είναι πολύ μεγάλα, ούτε έχουν κανένα χρώμα που να σου τραβάει την προσοχή. Είναι ο τρόπος που σε κοιτάζουν που σε τραβάει. Και μετά.. οι πιτσιλιές που κρύβουν μέσα τους. Καστανά, σαν τα δικά μου, που ξέρω ότι δε θυμάσαι τι χρώμα είναι. Κι από πάνω τα φρύδια σου. Δεν ξέρω τις σωστές λέξεις για να περιγράψω φρύδια. Τοξωτά τα λέει ο Θανάσης. Είναι τοξωτά τα δικά σου; Ιδέα δεν έχω. Τα φρυδια και τα μάτια σου, κι ο τρόπος που κοιτάς, όμως, είναι που σε κάνουν αυτό που είσαι. Στη θλίψη και τον πόνο, στη χαρά, στο ζάλισμα του αλκοόλ, στον πόθο. Στον πόθο που τον βλέπω και τον νιώθω και τον γεύομαι. Στον πόθο που μέσα μου ξυπνά το πιο άγριο και πρωτόγονο πάθος. Ακόμα. Σαν να σε έχω εδώ, απέναντί μου. Έπειτα είναι η φωνή σου. Ούτε πολύ βαθιά, ούτε πολύ τραχιά, ούτε πολύ δυνατή, ακριβώς όπως πρέπει. Και πάνω από όλα ήρεμη και σταθερή. Μπορώ να θυμηθώ κάθε φορά που η φωνή σου δεν χαρακτηριζόταν από ψυχραιμία. Μια φορά Φλεβάρη. Κι άλλη μια Φλεβάρη. Και χρόνια μετά, Νοέμβρη. Τα μάτια σου και η φωνή σου. Αυτή είναι πια η ύπαρξή σου για μένα. Οι αναμνήσεις της ζωής μας, όπως τη ζήσαμε, όπως τη μοιραστήκαμε, όπως τη σχεδιάσαμε και ποτέ δεν υλοποιήσαμε, είναι συγκεντρωμένες -αποσταγμένες- στο βλέμμα και τη φωνή σου. Ίσως να μην τα ξαναζήσω ποτέ. Δε θα ακούσω ποτέ πια τη δική μου φωνή να σου λέει πως σ'αγαπάω. Ούτε πως μου λείπεις. Ούτε πως το αλκοόλ ποτέ δεν είναι το ίδιο χωρίς εσένα και κρύβει πια μόνο το κενό μου.Καληνύχτα καρδιά μου