10.11.2015 | 17:14
Σσσσσσσσ...
Υπάρχουν πράγματα που δεν τα λέω ποτέ δυνατά. Όμως ουρλιάζουν εγκλωβισμένα στο κεφάλι μου.Κάποτε είχα ένα παιδικό φίλο με τον οποίο συναντιόμασταν κάθε καλοκαίρι καθώς παραθερίζαμε στο ίδιο μέρος. Πολλά καλοκαίρια στοιβάχτηκαν κι εμείς μεγαλώσαμε. Δεν φορούσαμε πάνες πια, ούτε παίζαμε κυνηγητό. Τώρα ήμασταν σχεδόν 17 πια.Βγαίναμε βόλτες και ρεμβάζαμε στα πιο απίθανα μέρη με την παρέα. Ήταν πάντα καλός και ευγενικός μαζί μου. Συζητούσαμε με τις ώρες, αναρωτιόμασταν και γελούσαμε. Και ξαφνικά εκείνο το καλοκαίρι σταμάτησε να μου μιλάει. Και όταν μου μίλαγε, ήταν ψυχρός και απότομος, σαν να είχε υψωθεί ένας πέτρινος τοίχος ανάμεσά μας.Προσπάθησα να καταλάβω τί έγινε. Τον ρώτησα αν τον ενόχλησα με κάποιο τρόπο. Αν είναι θυμωμένος. Αν είναι πληγωμένος. Η απάντηση ήταν ότι δεν έχει τίποτα και να τον παρατήσω, ότι έχει βαρεθεί και θέλει να γυρίσει στην Αθήνα.Έκανα πίσω. Ξεροκέφαλη όπως πάντα, αν δεν με θες μία, δεν σε θέλω δέκα. Σήκωσα τα δικά μου τείχη, άλλαξα παρέα και του στέρησα ακόμη και την καλημέρα.Έγιναν πολλά, και το επόμενο καλοκαίρι αποφάσισα να μην πάω διακοπές εκεί. Μείον ένα καλοκαίρι.Το επόμενο καλοκαίρι πήγα για 4 μέρες. Δεν είπα σε κανέναν ότι θα πήγαινα, φαντάστηκα θα φτάσω και θα φύγω γρήγορα, θα είναι σαν να μην εμφανίστηκα ποτέ. Το είχα ήδη μισήσει το μέρος, για διάφορους άλλου λόγους.Όμως με βρήκε. Με ρώτησε πού ήμουν το προηγούμενο καλοκαίρι. Του είπα ότι βαριόμουν να έρθω. Σιγή αγκάλιασε το παγκάκι που καθόμασταν και για μια στιγμή χάρηκα που ήταν σκοτεινά και δεν θα έβλεπε ότι ήμουν πληγωμένη. Σηκώθηκε, στάθηκε μπροστά μου και μου είπε ότι οφείλει μια εξήγηση για τη συμπεριφορά του. Είπε ότι ήταν ερωτευμένος μαζί μου. Ότι καιρό αισθανόταν έτσι, ότι εκείνο το καλοκαίρι έκανε ό,τι μπορούσε να με προσεγγίσει και έκανε απότομα πίσω γιατί είχαμε κοινούς συγγενείς και μάλιστα ήμασταν και συγγενείς μεταξύ μας (αλλά όχι κοντινού βαθμού). Μου είπε ότι η αδερφή του κατάλαβε τις προθέσεις του και τον αποθάρρυνε.Και δεν είπα τίποτα. Έμεινα να τον κοιτάω και να διστάζω, να απορώ και να φοβάμαι. Μου είπε να γυρίσουμε πίσω. Την επόμενη μέρα έφυγα.Αυτή ήταν η τελευταία φορά που τον είδα.Λίγους μήνες μετά πέθανε σε τροχαίο. Για λίγο ήμασταν και οι δύο 19. Μετά εκείνος έμεινε για πάντα 19 κι εγώ απλά φορτώνω χρόνια στους ώμους μου. Κι εκείνο το καλοκαίρι ήταν το δεύτερο καλοκαίρι που δεν θα ήμασταν μαζί και ένα από τα πολλά που θα ακολουθούσαν.Τη μισώ αυτή την ιστορία. Δεν την έχω ξαναπεί.