«Αν θέλεις να κάνεις τον Θεό να γελάσει, πες του τα σχέδιά σου» λέει το γνωστό γνωμικό που συνοψίζει μέσα σε λίγες λέξεις τη μεγάλη περιπέτεια της ζωής και τις μικρές ιστορίες της, από το μέρος που θα επιλέξει κάποιος για να μείνει μέχρι τις σχέσεις και το αντικείμενο ασχολίας του.
Κάπως έτσι πλέον σκέφτεται ο Στηβ Κρικρής που θυμάται τα χρόνια που σπούδαζε κινηματογράφο στον Σαν Φρανσίσκο, τα οποία συνδυάστηκαν με την επιθυμία του να δημιουργήσει δικά του φιλμ. Το έκανε, με περίπου 30 χρόνια καθυστέρηση.
Συναντηθήκαμε ένα πρωί, λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα της ταινίας «The Waiter» στην Αθήνα (είχε προηγηθεί η προβολή της το Νοέμβριο στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης), με τον ίδιο να νιώθει την ανάγκη να εξηγήσει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα επαγγελματικό όνειρο και σε μια σειρά επιλογών που τελικά μπορούν να σε στείλουν σε πολύ διαφορετικές κατευθύνσεις.
Είχαμε μικρό χρονικό περιθώριο και σφιχτό προϋπολογισμό αλλά όλα αυτά τα χρόνια εκπαίδευσης στο γύρισμα της διαφήμισης, όπου όλα είναι πιο γρήγορα, με βοήθησαν στο να βρίσκω λύσεις και να κάνω τα πράγματα πιο εύκολα. Στο μοντάζ είχα τον Γιώργο Μαυροψαρίδη που ήταν μεγάλο ατού, μαζί ουσιαστικά ξαναχτίσαμε την ταινία και της δώσαμε τη μορφή που έχει τώρα.
«Σπούδασα κινηματογράφο σε μια σχολή Καλών Τεχνών στο Σαν Φρανσίσκο και από τότε είχα την τρέλα να κάνω ταινίες. Όταν τελείωσα, πήγα στη Νέα Υόρκη και εκεί γνώρισα ανθρώπους που έκαναν διαφήμιση. Ξεκίνησα μαζί τους να κάνω διαφήμιση, video clips και παρουσιάσεις για εταιρείες, επιλογή που έχτισε μια εμπειρία και έναν τρόπο δουλειάς που ήταν πολύ συγκεκριμένος με την αξιοποίηση του χρόνου και του budget.
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ήρθα στην Ελλάδα, την εποχή που υπήρχε οργασμός δουλειάς στη διαφήμιση και τελικά κόλλησα εδώ.
Θυμάμαι τότε πως είχα ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο, να βρίσκομαι ανάμεσα σε Ελλάδα και ΗΠΑ, αλλά λίγο μετά αντιλήφθηκα πως μόνο αν είσαι εδραιωμένος μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο – και τότε δεν ήμουν σε καμιά από τις 2 χώρες».
Η ταινία, αν και πρώτη του μεγάλου μήκους ως σκηνοθέτη, δεν έχει με τίποτα την εικόνα ταινίας που δημιουργείται από ανθρώπους χωρίς εμπειρία στο μέσο.
Άλλωστε όση ώρα ήμασταν μαζί, ο Κρικρής ανέφερε πάρα πολλές φορές τη φράση «οι συνεργάτες μου», τονίζοντας πως με πολλούς από αυτούς είχε δουλέψει αρκετές φορές στις διαφημιστικές παραγωγές, με αποτέλεσμα το όλο project να γίνει ευκολότερο.
«Ενώ η δουλειά στη διαφήμιση ήταν συνεχής, τουλάχιστον ως το 2009, παράλληλα προσπάθησα να ικανοποιήσω την ανάγκη μου να κάνω διαφορετικά πράγματα. Έκανα θέατρο, κάποιες μικρού μήκους, ξεκίνησα ένα φεστιβάλ κινηματογράφου στην Πάτμο.
Τη στιγμή που έπεσε η δουλειά μου στη διαφήμιση, ξεκίνησα να δουλεύω ένα σενάριο που είχα στο μυαλό μου, και όταν πήρα τη χρηματοδότηση από το ΕΚΚ, μπόρεσα να το κάνω.
Για να φτιάξεις μια ταινία χρειάζεται αφοσίωση και ενέργεια που πρέπει να είναι πολύ συγκεντρωμένη σε αυτό τον στόχο, κυρίως για να παρασύρεις και τον υπόλοιπο κόσμο που θα συνεργαστεί μαζί σου. Εγώ τα έκανα όλα, ήμουν σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός, κάτι που αρχικά δεν το ήθελα.
Στο σενάριο πάντως δούλεψα αρκετά με έναν script editor από τη Γερμανία αλλά και με φίλο συγγραφέα. Την παραγωγή την έκανα λόγω συγκυριών και ναι μεν έμαθα πάρα πολλά, αλλά θα ήθελα στην επόμενη ταινία μου να έχω έναν παραγωγό δίπλα μου.
Γενικά η εμπειρία του Waiter ήταν πολύ ωραία, ήμουν τυχερός γιατί είχα πολύ καλούς συνεργάτες, καθώς είχα την ευκαιρία να φέρω κόσμο με τον οποίο είχα δουλέψει στο παρελθόν στη διαφήμιση.
Είχαμε μικρό χρονικό περιθώριο και σφιχτό προϋπολογισμό αλλά όλα αυτά τα χρόνια εκπαίδευσης στο γύρισμα της διαφήμισης, όπου όλα είναι πιο γρήγορα, με βοήθησαν στο να βρίσκω λύσεις και να κάνω τα πράγματα πιο εύκολα. Στο μοντάζ είχα τον Γιώργο Μαυροψαρίδη που ήταν μεγάλο ατού, μαζί ουσιαστικά ξαναχτίσαμε την ταινία και της δώσαμε τη μορφή που έχει τώρα».
«The Waiter» trailer
Πολλοί σκηνοθέτες στο παρελθόν έχουν επιχειρήσει μια αντίστοιχη μετάβαση, δουλεύοντας πρώτα στην τηλεόραση ή τη διαφήμιση, με εξαντλητικά συνήθως deadlines που τους ανάγκαζαν να κινούνται με ταχείς ρυθμούς, πέφτοντας από τα σύννεφα όταν ανακάλυπταν τους πολύ πιο αργούς ρυθμούς που έχει η προετοιμασία και το γύρισμα ενός φιλμ.
Καθυστερήσεις στην προετοιμασία της παραγωγής, κωλυσιεργία στις χρηματοδοτήσεις και αδυναμία για την προετοιμασία ενός πλάνου γυρισμάτων που δεν θα άλλαζε και θα εξυπηρετούσε τους υπόλοιπους συντελεστές για να συνδυάσουν τις υπόλοιπες δουλειές τους.
Κάπως έτσι δεν ταίριαξαν κάποια στιγμή οι ημερομηνίες της ταινίας με αυτές του πρωταγωνιστή Άρη Σερβετάλη, αν και ο Κρικρής δε σκέφτηκε ποτέ άλλον για το ρόλο του Ρένου.
«Πολλές φορές σκέφτηκα να τα παρατήσω. Πρώτα έπεσα σε μια περίπτωση που το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου δεν είχε διοικητικό συμβούλιο και άρα είχαν παγώσει οι χρηματοδοτήσεις. Μετά από 1,5 χρόνο ήρθε η πρώτη χρηματοδότηση, κάτι που μου έδωσε μια ώθηση, έψαχνα παράλληλα συμπαραγωγούς στο εξωτερικό όμως πάντα κάτι έλειπε για να ολοκληρωθεί η συμφωνία, λίγο μετά ήρθε η υποστήριξη της ΕΡΤ. Είχα υπομονή, αλλά η αλήθεια είναι πως όλο αυτό το κομμάτι σε αποσπά από τη δημιουργική διαδικασία της ίδιας της ταινίας.
Τον Άρη τον γνώρισα στην Κινέττα του Λάνθιμου, τον οποίο επίσης γνώριζα από το χώρο της διαφήμισης και είχα έναν μικρό ρόλο στην ταινία του. Ξεκινώντας το σενάριο τον είχα στο μυαλό μου, μετά χαθήκαμε με τις δουλειές που είχε στο θέατρο, είδα άλλο κόσμο ενδιάμεσα αλλά η αλήθεια είναι πως είχα κολλήσει μαζί του.
Ήταν πολύ φυσικός σε όλο αυτό που ήταν γύρω του και πως αντιδρούσε, θεωρώ πως δίνει μια αξία πολύ μεγάλη στην ταινία. Ενθουσιάστηκε με την ταινία Ο Άνθρωπος που δεν Ήταν Εκεί των αδερφών Κοέν, την οποία του πρότεινα ως έμπνευση για τον τρόπο με τον οποίο θα υποδυθεί τον χαρακτήρα, μελετώντας την αντίστοιχη ερμηνεία του Μπίλι Μπομπ Θόρτον».
Ο Σερβετάλης υποδύεται έναν επαγγελματία σερβιτόρο που οδηγεί μια απλή και ήσυχη ζωή, ως μοναχικός και σχολαστικός παρατηρητής με ιδιαίτερη αδυναμία στα φυτά. Η αρμονία στη ζωή του διακόπτεται από την εξαφάνιση του γείτονά του και την πιθανότητα να έχει δολοφονηθεί από τον νέο ένοικο.
«Υπάρχει ένα backstory σε όλο αυτό, μια εμπειρία που είχα στη Νέα Υόρκη στη δεκαετία του '80, όταν βοηθούσα έναν φίλο μου με μια ταινία. Ζούσα σε ένα κτίριο με τέσσερις ορόφους, χωρίς ασανσέρ, όπου δολοφόνησαν τον γείτονά μου.
Πριν εξιχνιαστεί το έγκλημα, είδα τυχαία έναν άνθρωπο με σακούλες, που τελικά περιείχαν το πτώμα, και άρχισα να υποπτεύομαι ότι μπορεί να ήταν ο δολοφόνος.
Ακόμη και για τη Νέα Υόρκη ήταν ακραίο γεγονός, για μένα παρέμεινε ένα κρυφό μυστικό και ξαφνικά μετά από καιρό και σε μια κουβέντα σε ένα σεμινάριο, ένας Άγγλος σεναριογράφος πρότεινε να γράψουμε μια ιστορία που τη νιώθουμε πολύ κοντά μας.
Εκεί γεννήθηκε η ιδέα, αλλά κράτησα κυρίως χωροταξικά στοιχεία, όπως το στυλ του κτιρίου και τον μακρύ διάδρομο που οδηγεί στο διαμέρισμα.
Η υπόλοιπη ιστορία προέκυψε από την ανάγκη να γράψω για έναν χαρακτήρα μοναχικό που ξαφνικά έρχεται αντιμέτωπος με κάτι πολύ ακραίο. Με ενδιέφερε το πώς διαχειρίζεται αυτή την κατάσταση».
Η μεταφορά της ιστορίας στην Αθήνα, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν συνέβη γιατί αυτή χαρακτηρίζει την πόλη. Θα μπορούσε να συμβεί σε οποιαδήποτε μεγαλούπολη και σε οποιονδήποτε χρόνο.
«Ψάξαμε με τους συνεργάτες μου να βρούμε χώρους που να μην είναι χαρακτηριστικοί της Αθήνας και ούτε να προδίδουν πως βρισκόμαστε στο παρόν. Για παράδειγμα, το κλασικό ζαχαροπλαστείο που δουλεύει ο Ρένος είναι ο Βάρσος στην Κηφισιά που θυμίζει όντως ταξίδι σε άλλη εποχή. Δεν έψαξα για προεκτάσεις που σχετίζονται με την πόλη και τη χώρα, ο στόχος ήταν να φτιάξουμε έναν μικρόκοσμο».
Η ταινία ξεκίνησε τις προβολές της σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, κάτι που για τον Κρικρή είναι το τελευταίο κομμάτι του ταξιδιού της, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Τα επόμενα σχέδια;
«Έχω πάρει μπρος και θέλω να κάνω κάτι γρήγορα. Με έπιασε κάτι σαν προσωπικό παράπονο κάποια στιγμή, το γιατί τόσα χρόνια δεν έκανα ταινίες. Όταν το ξανασκέφτομαι πιο ψύχραιμα αισθάνομαι πως τελικά όλα θέλουν τον χρόνο τους, ίσως τελικά να έπρεπε να αργήσω για να κάνω την ταινία όπως ήθελα.
Έχω κάποια πράγματα που είχαν γραφτεί πριν, δεν ξέρω αν θα είναι αυτά. Σίγουρα πάντως θα είναι κάτι που δεν εμπνέεται από προσωπική εμπειρία αυτή τη φορά».
Info
Η ταινία «The Waiter» προβάλλεται στους κινηματογράφους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, σε ανεξάρτητη διανομή.
σχόλια