«Περιμένοντας το βράδυ»
του Τάσου Λειβαδίτη
Δεν ξέρω πῶς, δεν ξέρω ποῦ, δεν ξέρω πότε, ὅμως τα βράδια
κάποιος κλαίει πίσω ἀπὸ την πόρτα
κι ἡ μουσικὴ εἶναι φίλη μας – καὶ συχνὰ μέσα στον ὕπνο
ἀκοῦμε τὰ βήματα παλιῶν πνιγμένων ἢ περνοῦν μες
στον καθρέφτη πρόσωπα
ποῦ τὰ εἴδαμε κάποτε σ᾿ ἕνα δρόμο ἡ ἕνα παράθυρο
καὶ ξανάρχονται ἐπίμονα
σαν ἕνα ἄρωμα ἀπ᾿ τὴ νιότη μᾶς – τὸ μέλλον εἶναι ἄγνωστο
τὸ παρελθόν ἕνα αἴνιγμα
ἡ στιγμὴ βιαστικὴ κι ἀνεξήγητη.
Οἱ ταξιδιῶτες χάθηκαν στὸ βάθος
ἄλλους τοὺς κράτησε γιὰ πάντα τὸ φεγγάρι
οἱ καγκελόπορτες τὸ βράδυ ἀνοίγουνε μ᾿ ἕνα λυγμὸ
οἱ ταχυδρόμοι ξέχασαν τὸ δρόμο
κι ἡ ἐξήγηση θὰ ᾿ρθεῖ κάποτε
ὅταν δὲν θὰ χρειάζεται πιὰ καμία ἐξήγηση
Ά, πόσα ρόδα στὸ ἡλιοβασίλεμα – τί ἔpωτες Θέε μου, τί ἡδονές
τί ὄνειρα,
ἂς πᾶμε τώρα νὰ ἐξαγνιστοῦμε μες στὴ λησμονιά.
i. Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης παίζει στην παράσταση «Η Γίδα ή Ποια είναι η Σύλβια;» του Έντουαρντ Άλμπι σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη στο Θησείον, Ένα θέατρο για τις Τέχνες.