Η διαδρομή από την οδό Θρασύλλου μέχρι την οδό Θόλου, κάτω ακριβώς από τον Ιερό Βράχο, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι μια ήπιας χειμωνιάτικης νύχτας, είναι γοητευτική αλλά και λίγο τρομαχτική. Υπέροχα νεο- κλασικά κτίρια, κάποιες παράγκες ξεχασμένες από τον χρόνο, γάτες, πολλές γάτες, μια ερημιά παράξενη για Παρασκευή βράδυ και το μόνο πράγμα που ακούγεται είναι οι φωνές δύο φυλάκων της Ακρόπολης που έχουν πιάσει ψιλή κουβέντα κάτω από τον φωτισμένο ναό, με ένα τρανζιστοράκι να παίζει κάτι απροσδιόριστα παλιομοδίτικο. Μπαίνω στην Απανεμιά, μια μπουάτ που άνοιξε το 1964 ο ηθοποιός Αρτέμης Μάτσας (τελικά, δεν ήταν ο αιώνιος καταδότης) στη οδό Θόλου, δίπλα στις επίσης «θρυλικές» Εσπερίδες του Γιάννη Αργύρη, πριν περάσει στις αρχές της δεκαετίας του '70 στα χέρια του Βαγγέλη Ντίκα και πριν μερικούς μήνες στου σεναριογράφου και γείτονα Πάνου Δημητρόπουλου. Σαράντα με πενήντα τετραγωνικά όλη κι όλη, καρέκλες ασφυκτικά στοιβαγμένες η μια δίπλα στην άλλη, δεκάδες πολυκαιρισμένα κάδρα στους τοίχους με σκίτσα που απεικονίζουν τον Σεφέρη, τον Ελύτη, παλιούς ρεμπέτες, άλλα και με φωτογραφίες από τις ιστορικές στιγμές του μαγαζιού και μια μικροσκοπική σκηνή όπου ο Βαγγέλης Κορομήλης («17 χρόνια μπουατίνος», μου λέει ο Πάνος), ένας τύπος σχεδόν δίδυμος του Βασίλη Παπακωνσταντί- νου (τον οποίο και θαυμάζει), τραγουδάει το «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» και τραγούδια του Βασίλη εν μέσω αστείων, συνομιλιών με το κοινό και επαναστατικών τσιτάτων. Κάτω στο χαμηλοτάβανο υπόγειο, που χρησιμεύει και ως χώρο προετοιμασίας των μουσικών, ο Φοίβος ζωγραφίζει μια σβάστικα πάνω στο κεφάλι της Νάταλι Πόρτμαν στο εξώφυλλο της LifO. Όχι, δεν είναι νεοναζί, αλλά ένας genius προβοκάτορας, αυθεντικός καταστασιακός καλλιτέχνης με το πιο εύστοχο ειρωνικό χιούμορ που έχω συναντήσει. Τον γνώρισα πριν από δέκα χρόνια, όταν κάναμε μαζί τους Hackers στο Alter, και από τότε έχει φέρει στην τηλεόραση μια πρωτόγνωρη «αλητεία» που την υποστήριζε εξαιρετικά, κάτι σαν ένα μεταμοντέρνα, τηλεοπτική, ζωντανή, απρόβλεπτη περφόρμανς. Θυμάμαι, σε κάποια εκπομπή είχε εμφανιστεί χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν με (την ειρωνική φυσικά) κονκάρδα «AGB Trust Me», προκαλώντας στιγμιαία εγκεφαλικά σε παραγωγούς και καναλάρχες. Έκτοτε, συμμετείχε με μεγάλους ρόλους στο Δύο και τη Μήδεια του Δημήτρη Παπαϊωάννου, έκανε την κινησιολογία στη La Chunga, πρόσφατα έστησε όλη την πα- ραγωγή και το concept στη Ραψωδία Μ που απήγγειλε η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στο Εθνικό Θέατρο, ενώ μόλις ολοκλήρωσε ένα θεατρικό σενάριο. «Τον τελευταίο καιρό δεν μιλάω με καλλιτέχνες. Μιλάω με επιστήμονες για να δω τι παίζει με τις νέες τεχνολογίες και πώς μπορώ να τις εκμεταλλευτώ σε αυτό που έχω στο μυαλό μου. Όλα αυτά τα μηχανήματα που θέλω να φέρω για την παράσταση είναι prototypes, νέες πατέντες που ακόμα δεν υπάρχουν πουθενά. Θέλω να παντρέψω το άχρονο με το σύγχρονο», μου λέει ο Φοίβος από τον προθάλαμο της τουαλέτας όπου καθόμαστε (είναι το μοναδικό σημείο του υπογείου όπου επιτρέπεται το κάπνισμα), κάτω από έναν τοίχο με ερασιτεχνικές γελοιογραφίες φτιαγμένες με μαρκαδόρο από μουσικούς και θαμώνες του μαγαζιού. Από πάνω ακούγεται η «Συννεφιασμένη Κυριακή» και από δίπλα γυναικείες κουβέντες για άντρες, πάθη και διακοπές στη Φολέγανδρο. «Αυτό που κάναμε με την Καραμπέτη στο Εθνικό θεωρώ ότι ήταν ό,τι καλύτερο έχω κάνει. Έχω παίξει στο παρελθόν μπροστά σε 300.000 ανθρώπους συνολικά, αλλά αυτό που πήρα από τον Όμηρο ήταν απίστευτο. Το στήσιμο ήταν ιδανικό, η Καραμπέτη εξαιρετική, ενώ είχαμε και live μουσική από τον Δημήτρη Παπαδάτο. Ήταν πάντρεμα αρχαίας ελληνικής μουσικής, Γιάννη Χρήστου, Τζέιμι Λίντελ και white noise μαζι με Όμηρο και μια επιδαύρια ερμηνεύ- τρια με αυστηρή φόρμα να κινείται στο μέσο του θεάτρου». Έξω από τον προθάλαμο ο Κορομήλης έχει στήσει μια παρτίδα σκάκι με τον Δημητρόπουλο, ο πανύψηλος Παρασκευάς (σερβιτόρος από παλιά και μασκότ του μαγαζιού) προσπαθεί να χωρέσει στα χέρια του ποτήρια με κρασί, φιστίκια και τασάκια, ενώ ένας μουσικός ξεφυλλίζει το graphic novel Φαρενάιτ 451 του Ρέι Μπράντμπερι από τη «δανειστική βιβλιοθήκη» του μαγαζιού (η οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει την πολύτομη Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία, το Δεύτερο Φύλο της Σιμόν ντε Μποβουάρ και την Οκτάνα του Ανδρέα Εμπειρίκου). Ο Φοίβος μού μιλάει για τις θεωρίες του Ισοκράτη, του Γοργία και του Ιππία («ο οποίος ήταν τρελό άτομο. Είχε ανακαλύψει τη μνημοτεχνική, ήταν σούπερ πολύτεχνος, σούπερ σοφιστής και από τους πρώτους DIY τυπάδες. Έφτιαχνε τα δικά του παπούτσια, τα δικά του ρούχα, είχε εξαντρίκ κούρεμα και ντύσιμο») και για το pyhtagorian harmonic melodic keybord, ένα πρωτοποριακό μουσικό όργανο που κατασκεύασε πρόσφατα η Barbara Hero, μια μαθηματική διάνοια, συνθέτης και καλλιτέχνις. Ανεβαίνουμε στον πάνω όροφο, πατώντας σχεδόν πάνω σε κορμιά που πια κάθονται παντού, σε καρέκλες στις σκάλες, πάνω στη σκηνή, και τραγουδάνε αγκαλιασμένα «ένα βράδυ που 'βρεχε, που 'βρεχε μονότονα». Καμιά φορά, γύρω στις πέντε-έξι τα ξημερώμα- τα, κάποιος από το κοινό ανεβαίνει πάνω και μιλάει για το ελληνικό Σύνταγμα, το τραπεζικό σύστημα ή «φτύνει» το μανιφέστο του ως ένα ιδανικό κλείσιμο του προγράμματος σε ένα μαγαζί που έτσι κι αλλιώς βρίθει επαναστατικότητας. Βγαίνω έξω και περπατώ προς το Μοναστηράκι. Ένα γκράφιτι σε έναν τοίχο ενός νεοκλασικού γράφει «Ψήφισε πέος». Μια ακόμα μίνι επανάσταση.
σχόλια