Ο Λάριν, Ρώσος στην καταγωγή αλλά γεννημένος στην Αθήνα, στήνει ένα φορητό ηχείο με ενσωματωμένο ενισχυτή και το συνδέει μ’ ένα iPod. Είναι είκοσι πέντε χρόνων και ο μεγαλύτερος σε ηλικία μιας πολυσυλλεκτικής παρέας, που αποτελείται κυρίως από παιδιά μεταναστών από την Αλβανία, τη Βουλγαρία, την Ουκρανία και τη Ρωσία. Τον ακολουθούν ο Μπέλαν, ο Lee, ο TLD κι ένα τσούρμο από αγόρια κυρίως που αράζουν σχεδόν καθημερινά στα σκαλοπάτια της πλατείας Συντάγματος μόλις νυχτώσει. Οι περισσότεροι είναι b-boys που χορεύουν breakdance κι έχουν συναντηθεί στα μάρμαρα του Ωδείου Αθηνών, όπου συνηθίζουν να προπονούνται. «Στην πλατεία Συντάγματος ερχόμαστε για τον κόσμο», λέει ο Λάριν. «Μαζεύονται και μας κοιτάνε κι αυτό μας εμψυχώνει να κάνουμε τις πιο δύσκολες φιγούρες μας. Το να έχουμε κοινό που μας παρακολουθεί μας βοηθά και στο να προετοιμαζόμαστε για τα χορευτικά battles που διοργανώνονται συχνά από δω κι από κει, όπου και συμμετέχουμε». Σε λίγο, κάποιος απ’ την παρέα πατάει το play και ξαφνικά ακούγεται στη διαπασών το «White Lines» του Grandmaster Flash, ενώ τα’ αγόρια αρχίζουν να χορεύουν με βίαια σπασίματα και κινήσεις, λες και τους διαπερνά ηλεκτρικό ρεύμα. Κρατιούνται απ’ το ένα τους χέρι, έχουν τα πόδια στραμμένα προς τον ουρανό και μετά στριφογυρνάνε το κεφάλι τους πάνω στο μάρμαρο, στηρίζοντας όλο το σώμα τους πάνω σε αυτό. Οι περαστικοί σαστίζουν, αλλά αμέσως χαμογελούν μόλις τους αντικρίσουν, και η μουσική είναι τόσο δυνατή, που ακούγεται σχεδόν σε όλη την πλατεία. Το αυτοσχέδιο πάρτι συνεχίζεται, καθώς ο δεκαεννιάχρονος Διονύσης -οι φίλοι του τον λένε και Χελώνα-, που ανήκει σε μια μουσική κολεκτίβα απ’ την Κυψέλη ονόματι Asterismoi, παίρνει το μικρόφωνο που είναι συνδεδεμένο με το ηχείο και ξεκινά να ραπάρει αυτοσχεδιάζοντας. «Ακόμα γράφουμε κομμάτια, όταν είμαστε στα σκαλοπάτια» και συνεχίζει, «έχω μεγαλώσει με ρούχα παλιά, και πριν και μετά απ’ το γυμνάσιο δεν είχαμε λεφτά, ήρθαμε στην Αθήνα το ‘97, μικρά παιδιά». Στον Διονύση, που ήρθε μωρό στην Ελλάδα ακόμα απ’ την Αλβανία, δεν αρέσουν τα μαγαζιά. «Τα μαγαζιά θέλουν και φράγκα κι εμείς δεν έχουμε. Προτιμάμε ν’ αράζουμε στις πλατείες: Σύνταγμα, Νέο Κόσμο, Κυψέλη, Γαλάτσι. Άλλωστε, τα καλύτερα λάιβ γίνονται στα παγκάκια. Απλώς αράζουμε με την παρέα και τα χώνουμε για πλάκα. Δεν μας νοιάζει τίποτα και είναι δωρεάν», θα πει λίγο αργότερα, υπενθυμίζοντας ότι τα καλύτερα πράγματα στη ζωή είναι όντως δωρεάν.
σχόλια