ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

ΒΓΑΛΕ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ Ο,ΤΙ ΚΡΥΒΕΙΣ Ή ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙΣ.
 
 

Όλοι έχουμε πράγματα που θέλουμε να τα βγάλουμε από μέσα μας. Αλλά διστάζουμε να τα παραδεχτούμε ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως, αμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία δεν είναι...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ή ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ
7.5.2018 | 17:23

Πρώτο ραντεβού με ψυχολόγο

Ειναι τουλάχιστον 5 χρόνια, κάπου στο 3ο έτος ωε φοιτήτρια, που άρχισα να πρωτοσκέφτομαι και να ψάχνω να πάω σε ψυχολόγο. Προσπαθούσα να χωρίσω και δεν είχα τη δύναμη να στεναχωρήσω τον άνθρωπο που τόσο με αγαπούσε. Αποφάσισα μετά από μήνες πως αν δεν το κάνω μόνη μου θα χρειάζομαι μια ζωή βοήθεια και δε θα τα καταφέρνω. Ήξερα ότι η λύση είναι μέσα μου. Κάπως έτσι απέφυγα για πρώτη φορά την επίσκεψη. Τα χρόνια πέρασαν, η φοιτήτρια μεγάλωσε, τελείωσε τη σχολή της κι άφησε πίσω της όσα τη γέμιζαν γιατί αυτό επέβαλε η κρίση. Υπέμεινε πολλά, άλλοτε άντεχε, άλλοτε έκλαιγε τα βράδια για τη ζωή που γλυστρούσε μέσα απο τα χέρια της. Για όλους ήταν ένα χαρούμενο πλάσμα. Κάποιοι που την είδαν μετά από κάποια χρόνια παρατήρησαν τη διαφορά, αλλά μετά από 5' το ξέχασαν.Οι δικοί της ποτέ δεν κατάλαβαν, ήξεραν ότι είναι το κατσίκι του σπιτιού, άλλος ήθελε προσοχή. Κάπου στα 23-24 της άρχισε να κοιτάει τα τρένα με άλλο μάτι. Ήξερε ότι μπορούν να την πάρουν μακριά μια και καλή. Δεν το έκανε όμως, κάπου μέσα της υπήρχε η ελπίδα, κι ακόμα κι αν δεν υπήρχε, δεν ήθελε να στεναχωρήσει κανέναν που θα έμενε πίσω.Κάπου εκεί άρχισε να σχολιάζει στη lifo, όχι για να βγει από το βούρκο της, αλλά για να βγάλει άλλους από αυτόν. Κράτησε κάποιους μήνες, μέχρι που κάποιου άλλου το χαμόγελο βοήθησε να ξαναβρεί το δικό της. Οι σκέψεις αυτές σιγά σιγά έφυγαν, αλλά ο βούρκος βούρκος. Το καταλάβαινε πολύ συχνά ότι κάτι πήγαινε στραβά. Το καταλάβαινε κάθε μέρα. Κάτι την έπνιγε, ένα τέρας την βούλιαζε μες στο κρεβάτι της κάθε βράδυ κι όποτε έμενε για ώρες μόνη. Έβγαινε μόνο όταν πια την έπνιγε το σπίτι, δεν έβρισκε χαρά σε αυτά που αγαπούσε, τα άφησε, δεν είχε θέληση, δεν είχε δύναμη κι άρχισε πια να βγαίνει μόνο γιατί έπρεπε. Έπρεπε να δει τις φίλες της, έπρεπε να πάει δουλειά, έπρεπε να φάει, έπρεπε. Κανείς δεν έβλεπε. Κάποιοι θύμωσαν που χάθηκε. Κάποιοι γέλασαν που αυτή έμεινε τόσο πίσω. Κι εκείνη ήλπιζε να έρθει ένα χέρι να τη τραβήξει... και το χέρι δεν ήρθε.Υποσχέθηκε στον εαυτό της πολλές φορές, τον απογοήτευσε ξανά και ξανά. Έψαξε να πάρει ενδορφίνες να συνέλθει, το παράτησε κι αυτό. Δεν είχε λεφτά για ψυχολόγο έλεγε, δεν είχε χρόνο έλεγε. Κι αδειες ώρες περνούσαν άπειρες, ανεκμετάλλευτες κι εκείνη στο κρεβάτι να αναπολεί τις ένδοξες μέρες της λάμψης της.Τελευταία έκανε τη διαπίστωση πως οι μόνοι που έβλεπαν το σκοτάδι στα μάτια της ήταν αυτοί που έπιαναν συζήτηση μαζί της για πρώτη φορά. Η αλλεργιολόγος πριν 2 χρόνια κατάλαβε στα καλά καθούμενα. Ο καθηγητής της πριν λίγες βδομάδες κατάλαβε στα καλά καθούμενα. Και δεν έφτανε μόνο αυτό, αλλά και πριν λίγες μέρες κι ο γυναικολόγος της κατάλαβε στα καλά καθούμενα. Άνθρωποι που δεν την ήξεραν, που τη ρώτησαν μια δαιμονισμένη ερώτηση κατάλαβαν.Και σήμερα το πρωί ξύπνησε και διάβασε ένα άρθρο στη lifo που περιέγραφε τη ζωή της. Κι εκεί ξύπνησε, σηκώθηκε αμέσως, πήρε τηλέφωνο το ταμείο της κι έκλεισε ραντεβού για την επόμενη βδομάδα. Ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε σκεφτεί τη λύση του ταμείου. Και τώρα ήρθε η ώρα. Προσπάθησε να σηκωθείς, θέλω να ζήσω ξανά.
1
 
 
 
 
σχόλια
Scroll to top icon