Η G700, η γενιά των 700 ευρώ που με τα σημερινά δεδομένα και τις εξαγγελίες για τα «ψίχουλα» του μισθού σε νέους κάτω των 25 ετών, μοιάζει «προνομιούχα» στα αιτήματα της , αποφάσισε να παρέμβει στις εξελίξεις με ένα κείμενο στο g700.blogspot.com το οποίο υπενθυμίζει τους δικούς της αγώνες και δηλώνει αγανακτισμένη με αυτούς "που βολεύονταν τόσα χρόνια με τη λογική «λεφτά υπάρχουν». Στο «Μανιφέστο της αγανάκτησης» η γενιά των 700 αγανακτεί γιατί "τη νύφη καλείται να πληρώσει και πάλι ο ιδιωτικός τομέας ενώ ο κρατικός καπιταλισμός ανθίσταται". Στηλιτεύει ακόμη τον «αμυντικό ψευτοπατριωτισμό με κύριο αίτημα τη στάση πληρωμών και την τιμωρία των ενόχων και εκφραστές τα πάσης φύσεως ραμολιμέντα της μεταπολίτευσης». Σε ένα σημαντικό κείμενο οι πρώτοι «αγανακτισμένοι» περιγράφουν την κατάσταση που μας έφτασε ως εδώ και παραμένουν αισιόδοξοι γιατί «το καθεστώς που στήθηκε μεταπολιτευτικά καταρρέει».
«Το μανιφέστο της αγανάκτησης
Είμαστε αγανακτισμένοι.
Γιατί απ’ το 2007 που προειδοποιούσαμε ότι η Ελλάδα κινδυνεύει να καταλήξει σε δουλοπαροικία του χρέους κανείς δεν μας άκουγε. Πολιτικό σύστημα και πολίτες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πορεύτηκαν στη λογική του “λεφτά υπάρχουν”. Ουδείς απ’ αυτούς που τώρα κόπτονται για το χρέος έβγαινε τότε να αναδείξει τον ολισθηρό δρόμο της υπερχρέωσης. Οι ισχυρότερα οργανωμένοι πολίτες-πελάτες είχαν πάντα δίκιο σε ότι κι αν ζητούσαν. Οι πολιτικοί-πολιτικάντηδες έχτιζαν καριέρες μοιράζοντας στους ημέτερους τα λεφτά των μελλοντικών γενεών, υποθηκεύοντας όμως καθημερινά το μέλλον της χώρας.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί τα Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης που τόσο εύκολα ποντάρουν στο κίνημα των αγανακτισμένων πολιτών, υπήρξαν πρωτεργάτες της υπερχρέωσης. Τόσο με το δημοκοπικό περιεχόμενο των εκπομπών τους και την προπαγάνδα που έκαναν υπέρ των χυδαίων δημαγωγών της πολιτικής, όσο και την κρατικοδίαιτη συμπεριφορά τους, ζώντας από την κρατική διαφήμιση που μοίραζε η διαπλοκή και οι εκβιασμοί της, επιβιώνοντας από τη μη πληρωμή φόρων και εισφορών.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί θυμόμαστε ακόμη την προσπάθειά μας να πείσουμε τηλεσχολιαστές και δημοσιογράφους, όλους αυτούς που ξαφνικά σήμερα κόπτονται για το καλό της χώρας, για το τι διακυβεύεται για τη νέα γενιά και εκείνοι απλά μας αντιμετώπιζαν όπως οι ιθαγενείς τα καθρεφτάκια. Όταν μιλούσαμε για χρέος, ελλείμματα, αγορά εργασίας, ασφαλιστικό, παραγωγικό μοντέλο, περιβάλλον και δημόσια αγαθά εκείνοι μας ρωτούσαν όλο "λύπη": μα καλά, πώς ζείτε με 700ευρώ;
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί τώρα που ξέσπασε η κρίση χρέους, τώρα που ήρθε η ώρα να πληρωθούν τα “δάνεια από το μέλλον”, το πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να ασχολείται με τις δημοσκοπήσεις της εβδομάδας. Αντί να αποδεχτεί την εμπόλεμη κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, να αναλάβει τις ευθύνες του και σύσσωμο να ενεργήσει ώστε να βγούμε από την κρίση, επιχειρεί να διασωθεί κάνοντας μικροπολιτική και περισώζοντας ό,τι μπορεί απ’ το πελατειακό τερατούργημα της μεταπολίτευσης.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί μαζί με το πολιτικό σύστημα που δίνει μάχες οπισθοφυλακής, οι αργυρώνητοι τραπεζίτες, βασικοί συνένοχοι στην παγκόσμια κρίση χρέους, δεν θέλουν να αναλάβουν το κόστος της αλλαγής που τους αναλογεί. Με νύχια και με δόντια επιχειρούν να περισώσουν τα εθνικά τους περίπτερα νομίζοντας κι αυτοί σαν τους πολιτικούς ότι το τέλος της καταιγίδας θα τους βρει να στέκονται ακόμα όρθιοι και νικητές.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί έχει φθαρεί πλέον ανεπανόρθωτα το ελληνικό brand name. Γίναμε οι διεφθαρμένοι και τεμπέληδες Έλληνες. Όλοι οι εργαζόμενοι που δουλεύαμε απλήρωτες υπερωρίες, σε ανασφάλιστες δουλειές, κολλήσαμε τη ρετσινιά επειδή επιτρέψαμε σε πολλούς συμπολίτες μας να τεμπελιάζουν οχυρωμένοι πίσω από το βόλεμά τους. Αφήσαμε την πολιτική ηγεσία να μας διασύρει για να καλύψει τα δικά της κενά και τώρα χρειάζεται να ξαναπείσουμε τους υπόλοιπους Ευρωπαίους ότι δεν είμαστε ελέφαντες.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί τη νύφη καλείται να πληρώσει για μία ακόμη φορά η νέα γενιά και ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας. Με μειώσεις μισθών, απολύσεις, ανεργία, εκτεταμένη ανασφάλεια και έλλειμμα προοπτικής. Ο κρατικός καπιταλισμός ανθίσταται τη στιγμή που αυτός έπρεπε να είναι ο κεντρικός αποδέκτης των μέτρων εξυγίανσης και περιστολής. Με απολύσεις του πλεονάζοντος προσωπικού στο Δημόσιο και αποκρατικοποιήσεις για να δημιουργηθεί επιτέλους πρωτογενές πλεόνασμα, να αποκτήσουμε έτσι ισχύ έναντι των δανειστών μας, και να ανασάνει επιτέλους η παραγωγική οικονομία από φόρους και έκτακτες εισφορές.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί οι δυνάμεις της αλλαγής είναι περιορισμένες, κατακερματισμένες και χωρίς φωνή. Στην κοινωνία ενεργοποιούνται τα πλέον συντηρητικά αντανακλαστικά. Ένας αμυντικός ψευτοπατριωτισμός με κύριο αίτημα τη στάση πληρωμών και την τιμωρία των ενόχων και εκφραστές τα πάσης φύσεως ραμολιμέντα της μεταπολίτευσης. Όσους ποντάρουν στην “επιστροφή στη δραχμούλα” και οραματίζονται την πλήρη εξαγορά της πτωχευμένης Ελλάδας με τις καταθέσεις που “πέταξαν” το τελευταίο δωδεκάμηνο...
Τα πραγματικά ζητούμενα, όμως, είναι ο δημοσιονομικός ορθολογισμός, το άνοιγμα των αγορών εργασίας στους παραδοσιακούς outsiders του σάπιου συστήματος που μας χρέωσε δηλαδή τους νέους, τις γυναίκες και τους μετανάστες, η μετατροπή του κράτους από δεσμοφύλακα και τρόφιμο της πραγματικής οικονομίας σε αποτελεσματική κι ευέλικτη διοικητική μηχανή και η δημιουργία ενός βιώσιμου παραγωγικού προτύπου με έμφαση στην παραγωγή και την εξωστρέφεια και εκφραστές τους νέους εργάτες γνώσης.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Γιατί η Κυβέρνηση σέρνεται και καθυστερεί να πάρει αποφάσεις. Δεν διαπραγματεύεται με στρατηγικό στόχο και δεν εμπνέει στην κοινωνία αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνη. Στήνει σκηνικά τρόμου με σκοπό να δικαιολογήσει αυτονόητα μέτρα ενάντια στο πλαδαρό πελατειακό κράτος και, επιχειρώντας ανανέωση της εντολής της μέσα από επικοινωνιακά δημοψηφίσματα, επιτείνει και διαιωνίζει την κρίση.
Είμαστε αγανακτισμένοι. Ναι είμαστε. Δεν είμαστε όμως απαισιόδοξοι. Ούτε παραιτούμαστε από το φυσικό μας δικαίωμά να διαμορφώσουμε το μέλλον μας σ' αυτή τη χώρα. Εκτιμούμε ότι το τέλος της κρίσης θα μας βρει νικητές. Το καθεστώς που στήθηκε μεταπολιτευτικά καταρρέει χάνοντας την υλική βάση στην οποία στηρίχτηκε παραδοσιακά. Οι ταμπέλες των βασικών θεσμών, κόμματα, μίντια, συνδικάτα, μπορεί να μην αλλάξουν, το περιεχόμενο τους όμως θα υποστεί δραστική αλλαγή. Είναι ζήτημα χρόνου.
σχόλια