Στο Ζάππειο, στο σημείο όπου η λεωφόρος Αμαλίας συναντάει τη λεωφόρο Όλγας, υπάρχει ένα άγαλμα που απεικονίζει την Ελλάδα να στεφανώνει τον λόρδο Βύρωνα.
Την συμβολίζει μια καθιστή ημίγυμνη γυναίκα μεγαλύτερη σε μέγεθος από τον Βύρωνα, που του δείχνει την ευγνωμοσύνη της τείνοντας πάνω από το κεφάλι του κλαδί φοίνικα ως σύμβολο της αθανασίας.
Η στάση και η χειρονομία του Βύρωνα, αν και ατυχείς −κυρίως στον προσανατολισμό της παλάμης και στο άνοιγμα των δαχτύλων−, έχουν αποδοθεί με ρομαντική διάθεση. Το βλέμμα του, στραμμένο προς την Ελλάδα, είναι γεμάτο πάθος. Η μισοξαπλωμένη ανδρική μορφή στην πίσω πλευρά συμβολίζει τον υπόδουλο ελληνισμό.
Το έργο, που θεωρήθηκε σκανδαλώδες την εποχή του, είχε προκαλέσει την οργή του Δημήτριου Φιλιππότη (του σπουδαίου γλύπτη), ο οποίος είχε δηλώσει στην «Παλιγγενεσία»: «Ντρέπομαι ως Έλληνας γιατί το έργο δεν έχει ούτε σύμβολον ούτε εθνικότητα. Την δε Ελλάδα παρέστησεν ο ξένος γλύπτης ως κοινήν γυναίκα με κρεμασμένους τους μαστούς».
Αν κοιτάξεις πιο προσεκτικά τη χειρονομία της Ελλάδας, φαίνεται ότι από τη μία (με το αριστερό χέρι) τον στεφανώνει για να του αποσπάσει την προσοχή και από την άλλη (με το δεξί) προσπαθεί να του αρπάξει το πορτοφόλι.
Το έργο, που θεωρήθηκε σκανδαλώδες την εποχή του, είχε προκαλέσει την οργή του Δημήτριου Φιλιππότη (του σπουδαίου γλύπτη), ο οποίος είχε δηλώσει στην «Παλιγγενεσία»: «Ντρέπομαι ως Έλληνας γιατί το έργο δεν έχει ούτε σύμβολον ούτε εθνικότητα. Την δε Ελλάδα παρέστησεν ο ξένος γλύπτης ως κοινήν γυναίκα με κρεμασμένους τους μαστούς».
Το ιστορικό της κατασκευής του έχει επίσης ενδιαφέρον: τον Απρίλιο του 1888 προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την κατασκευή ανδριάντα του Βύρωνα σε ύψος μεγαλύτερο του φυσικού και σε βάθρο που έφερε αλληγορικές ή ιστορικές παραστάσεις.
Τη δαπάνη είχε αναλάβει ο ομογενής Δημήτριος Στεφάνοβικ Σκυλίτσης. Στον διαγωνισμό ξεχώρισε το πρόπλασμα του Ι. Βιτσάρη (όλα τα προπλάσματα των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό παρουσιάστηκαν στην έκθεση των Ολυμπίων εκείνη τη χρονιά).
Σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού, ο αγωνοθέτης δεν δεσμευόταν να κατακυρώσει την κατασκευή του μνημείου στον καλλιτέχνη που θα προκρινόταν. Έτσι, η ανάθεση έγινε σε Γάλλους καλλιτέχνες, προκαλώντας θύελλα διαμαρτυριών.
Στις εφημερίδες της εποχής υπάρχουν κριτικές αλλά και δηλώσεις Ελλήνων καλλιτεχνών γεμάτες πίκρα και απογοήτευση. Το πρόπλασμα του αγάλματος έγινε από τον Henri Michel Antoine Chapu. Μετά τον θάνατό του η εκτέλεση σε μάρμαρο έγινε από τον Alexandre Falguière. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 20 Ιουλίου 1895.