Η σιωπή της Αθήνας είναι πιο εκκωφαντική όταν επιβάλλεται, αφού αφαλοκόβει κάθε είδους ρομαντισμό που θα είχε σε μία άλλη συγκυρία. Έρημοι δρόμοι, μοναχικά αδέσποτα, κλειδωμένα μπαρ, άκαπνες καντίνες, ανέστιοι απόκληροι, φανάρια που ρυθμίζουν την ακινησία και η πάντα αμήχανη εικόνα των μπλε φάρων της αστυνομίας δηλώνουν -σαν σε βωβή ταινία- την καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας.
00:30 συναντηθήκαμε με τον Χρήστο. Την ώρα ακριβώς που έχει οριστεί η έναρξη της απαγόρευσης. Στην αρχή απορήσαμε με την αυξημένη κίνηση που είχε σε σχέση με αυτό που περιμέναμε. Σε μισή ώρα τα πράγματα είχαν αλλάξει. Λίγο μετά τη 01:00 ήμασταν στην Πανεπιστημίου και στεκόμασταν επί ώρα στη μέση του δρόμου. Στους γύρω δρόμους του κέντρου τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα. Ο μεγάλος περίπατος έμοιαζε τεράστιος για δύο άτομα που περνούσαν από αυτόν. Το πρώτο πράγμα που μπορούσε εύκολα να παρατηρήσει κανείς ήταν ότι σχεδόν όλα τα λίγα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν ήταν ταξί.
Είχε πάει 01:30. Πριν λίγο καιρό, στις μικρές ώρες της νύχτας θα μπορούσαν να συμβούν τα πάντα στην Πρωτεύουσα, όμως, η νυχτερινή της υπόσταση –έτσι κι αλλιώς- είναι εδώ και μήνες βαριά πληγωμένη. Το κλείσιμο των κέντρων διασκέδασης, ψυχαγωγίας, εστίασης κλπ ακριβώς τα μεσάνυχτα και τα άλλα μέτρα έχουν εδώ και μήνες μετασχηματίσει τον ήχο της αθηναϊκής νύχτας σε ψίθυρο. Η καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας έβαλε ακόμα και αυτόν τον ψίθυρο, στο αθόρυβο.
Τα μόνα πράγματα που είδαμε ανοιχτά στη μεταμεσονύχτια βόλτα μας ήταν μετρημένα δέκα περίπτερα, ελάχιστοι φούρνοι, ξενοδοχεία και δύο καντίνες. Αναρωτηθήκαμε πολλές φορές πόσοι άνθρωποι εργάζονταν αυτές τις ώρες και δεν έχουν πια αυτήν τη δυνατότητα. Πόσοι θα έπιναν το ποτό τους ή πόσοι θα φλέρταραν, θα μάλωναν, θα διασκέδαζαν, θα αμπελοφιλοσοφούσαν… Όλα αυτά είναι τόσο χρήσιμα όσο και ο νυχτερινός βίος, για όποτε ο καθένας τον επιθυμεί.
Στο Σύνταγμα συναντήσαμε το πρώτο μεγάλο μπλόκο. Πολλοί αστυνομικοί, περιπολικά, μοτοσυκλέτες… Προχωρήσαμε προς τη στάση του περιβόητου 24ωρου λεωφορείου «040». Στη στάση περίμεναν μόνο δύο άνθρωποι. Όποιος παίρνει αυτή τη γραμμή ξημερώματα Κυριακής ξέρει τι γίνεται… όπως ξέρει και όποιος έχει ψάξει να παρκάρει Σαββατόβραδο στα στενά της Καραγιώργη Σερβίας και στην Κλαυθμώνος. Οι ελεύθερες θέσεις ήταν απεριόριστες. Μόλις έφτανε στο τέρμα του και το λεωφορείο από το αεροδρόμιο. Άδειο. Ένας εφημεριδοπώλης είχε στήσει τους πάγκους του στη Φιλελλήνων. Τον ρώτησα αν έχει νόημα αυτό μία τέτοια νύχτα και αφού πρώτα χαμογέλασε ισχνά μου απάντησε «απ’ ότι βλέπεις, όχι».
Με τους λιγοστούς πεζούς δεν ασχολήθηκε κανείς. Στα περισσότερα αυτοκίνητα που περνούσαν από την κάτω μεριά της Πλατείας Συντάγματος γινόταν έλεγχος. Μπλόκα επίσης είδαμε στη διασταύρωση της Πέτρου Ράλλη με τον Κηφισό, στην παραλιακή, στη συμβολή των οδών Αλεξάνδρας και Κηφισίας, στην Αλεξάνδρας στο ύψος των Εξαρχείων και έξω από το Χίλτον.
Θα έχετε διασχίσει βράδυ στην Ερμού. Ό,τι ώρα και να είναι υπάρχει κάποιος εκεί. Ένας μουσικός; Τροφοδοσία καταστημάτων; Κάποιος νυχτοφύλακας; Περπατήσαμε από το Σύνταγμα μέχρι το Μοναστηράκι. Σε όλη τη διαδρομή και στην πλατεία Μοναστηρακίου, το μόνο που είδαμε να κινείται είναι κάτι σκουπίδια που τα έπαιρνε ο αέρας.
Το ότι είναι Σαββατόβραδο δίνει πιο έντονη την τραγική ειρωνεία στην «παράνομη» περιπλάνησή μας. Αν δεν υπήρχαν τα ταξί η πόλη θα ήταν κυριολεκτικά έρημη. Στην Πειραιώς και στην Ιερά Οδό, για περίπου 20 λεπτά η μόνη κίνηση που υπήρχε ήταν μετρημένα στα δάχτυλα κίτρινα οχήματα και μία καντίνα που δεν είχε κανέναν πελάτη. Περάσαμε και από το Γκάζι. «Η συνέλευση των ποντικών» που τραγουδάνε οι Αδελφοί Κατσιμίχα πρέπει να ήταν σε εξέλιξη.
Έχουμε βρεθεί πολλές φορές ξημερώματα στο κέντρο της Αθήνας. Ποτέ δεν θα μπορούσαμε να διασχίσουμε την Αθηνάς με απόλυτη ησυχία, χωρίς ίχνος ζωής και να βγούμε στην Ομόνοια, όπου είδαμε τρεις επαγγελματίες και άλλα τρία άτομα στην πλατεία.
Σίγουρα, δεν περιμέναμε να δούμε την ίδια εικόνα και στον Κηφισό. Στις 02:30, από τον μεγαλύτερο δρόμο της Αθήνας περνούσε ένα (κυρίως) επαγγελματικό αυτοκίνητο ανά 2 ή 3 λεπτά και η μεγάλη φωτεινή πινακίδα μας ενημέρωνε για την απαγόρευση κυκλοφορίας από της 00:30 εώς τις 05:00.
Η απαγόρευση κυκλοφορίας συνέβαινε σε άλλες εποχές, για άλλους λόγους. Προφανώς δεν μπορεί να το συσχετίζει κανείς, αλλά όπως και να το κάνουμε η απαγόρευση… είναι απαγόρευση. Ακόμα και πουθενά να μην έχεις να πας εκείνη την ώρα.
Η νυχτερινή Αθήνα της απαγόρευσης είναι τρομακτική, όπως κάθε απότομη σιωπή που δεν είναι από επιλογή. Ό,τι μπορείς να βρεις σε αυτήν εντυπωσιακό ή ιδιαίτερο, ό,τι χρώμα μπορείς να της δώσεις, θα το σκεπάζει το σκληρό μπλε του περιπολικού και ο αντίλαλος της φωνής σου.
Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.
Δὲν εἶμαι ῾δῶ.
Ἐδῶ εἶν᾿ ἕνα ξερὸ ἔντομο
σ᾿ ἕνα κόσμο, -φέρετρο-
ὅπου ἀπαγορεύεται -μὲ κίνδυνο ἀνάστασης-
ἀκόμη κι ὁ θάνατός σου!
Μενέλαος Λουντέμης, «Τὸ παραμύθι ἑνὸς ραγισμένου ἔρωτα» (απόσπασμα)