Στην τριμηνιαία έκθεση Ιανουαρίου - Μαρτίου, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αφήνει, μεταξύ άλλων, σαφείς αιχμές για τους χειρισμούς της κυβέρνησης, επισημαίνοντας πως η καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης επέτεινε την απαισιοδοξία και προκάλεσε ζημιά στην ελληνική οικονομία.
«Παρά τη διαφαινόμενη πρόθεση ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης για την πρώτη αξιολόγηση, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η παράταση της διαπραγμάτευσης (που έπρεπε να είχε τελειώσει τον Οκτώβριο / Νοέμβριο 2015 σύμφωνα με το αρχικό χρονοδιάγραμμα) είχε σημαντικό κόστος. Έτεινε επίσης να παγιώσει την απαισιοδοξία, δημιουργώντας συνθήκες που αποτρέπουν τη βελτίωση των πραγμάτων αμέσως μετά την αξιολόγηση. Ως προς το κόστος της παρατεταμένης διαπραγμάτευσης που μάλλον έχει υποτιμηθεί έναντι του «πολιτικού οφέλους»», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση.
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, παρότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα ωφελήσει σημαντικά την οικονομία, η τελευταία δεν πρόκειται να ανακάμψει, «αν δεν εξαλειφθεί η αβεβαιότητα για την κατεύθυνση της πολιτικής στο μέλλον - και ειδικότερα, αν δεν αλλάξουν οι κανόνες διακυβέρνησης της χώρας και δεν γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις».
Ειδική μνεία κάνει στην αναγκαιότητα μεταρρυθμιστικής προόδου, σημειώνοντας ότι η χώρα είναι αντιμέτωπη με συσσωρευμένες υστερήσεις δεκαετιών και με ένα σαθρό υπόβαθρο της δημόσιας οικονομίας.
«Όσο μετατίθενται οι αναγκαίες τομές, τόσο μεγαλώνει ο λογαριασμός που θα πρέπει να πληρωθεί για να γίνει βιώσιμο και περιορίζονται τα περιθώρια για δίκαιη κατανομή των βαρών της προσαρμογής του» αναφέρεται στη συνέχεια.
Στη συνέχεια οι συντάκτες της έκθεσης εκφράζουν τις αμφιβολίες τους για την απόδοση των νέων μέτρων αναφέροντας: «Η ύφεση συνεχίζεται και το 2016, πράγμα που προκαλεί και δημοσιονομικά προβλήματα. Είναι κοινός τόπος ότι σε τροχιά ύφεσης του ΑΕΠ τα φορολογικά έσοδα μειώνονται και επομένως απειλούνται οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα. Η κατάληξη ήταν νέα φορολογικά μέτρα που όμως είναι αμφίβολο αν θα αποδώσουν. Η δρομολογημένη νέα συμφωνία με τους θεσμούς προβλέπει νέα φορολογικά μέτρα € 5,4 δισ. Και € 3,6δισ. μέτρα υπό αίρεση όπως συζητείται αυτήν τη στιγμή, τα οποία θα ασκήσουν πιέσεις στις αναπτυξιακές προοπτικές».
Ως εκ' τούτου δεν βλέπουν άλλη λύση από την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου: «Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από το να εφαρμόσει το τρίτο Μνημόνιο» αναφέρει η Έκθεση επισημαίνοντας ωστόσο ότι η ανάκαμψη δεν θα έρθει αυτόματα με την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και τις επενδύσεις του πακέτου Γιουνκέρ.
Σχετικά με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, καθιστά σαφές ότι η βιωσιμότητα του συστήματος είναι το μείζον κριτήριο για την αξιολόγηση του νομοσχεδίου.
«Όσο οι μεταρρυθμίσεις καθυστερούν τόσο θα αναβάλλονται οι θετικές επιπτώσεις στην πλευρά της προσφοράς και επομένως στην απασχόληση, και θα παγιώνονται παράγοντες ακαμψίας, ενώ η κοινωνία θα υφίσταται τις αρνητικές συνέπειες των δημοσιονομικών μέτρων» προστίθεται στη συνέχεια.
Συνοψίζοντας, το Γραφείο Προϋπολογισμού προειδοποιεί ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος συνίσταται στο γεγονός ότι οι καθυστερήσεις θα παγιώσουν το κλίμα απαισιοδοξίας στην κοινωνία και έτσι θα αποτρέψουν τη δημιουργία συνθηκών επιστροφής στην ανάπτυξη εντός του 2016.
Όσον αφορά την ανεργία, εκτιμά ότι μέτρα, όπως η προσωρινά επιχορηγούμενη απασχόληση, ανακουφίζουν προσωρινά μερικές χιλιάδες ανέργους, αλλά ουσιαστικά δεν λύνουν το πρόβλημα. «Η μείωση της ανεργίας θα είναι αποτέλεσμα της οικονομικής μεγέθυνσης σε σταθερή βάση» τονίζει ενδεικτικά.