Ο οίκος Hermès έχει να αντιμετωπίσει ένα νέο πρόβλημα, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας New York Post.
Οι περίφημοι κατάλογοι αναμονής και οι περιορισμένες προμήθειες σε πολυτελείς τσάντες έχουν δημιουργήσει μια ισχυρή βιομηχανία η οποία τελικά αναπτύσσεται εις βάρος του.
Οι εν δυνάμει πελάτες του Hermès που θέλουν να αποκτήσουν μια τσάντα και δεν τα καταφέρνουν, στρέφονται στην ταχέως αναπτυσσόμενη βιομηχανία της μεταπώλησης.
Οι μεταπωλητές, που κάποτε ήταν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και γνωστοί μόνο από στόμα σε στόμα, τώρα επεκτείνονται γρήγορα και βγαίνουν μπροστά στο εμπόριο. Τα τελευταία χρόνια προσελκύουν μερικές σοβαρές επενδύσεις σε κεφάλαια όσων θέλουν να κρατήσουν μια πανάκριβη Birkin και τελικά ο οίκος μάλλον χάνει από τον πολιτική της περιορισμένης και επιλεκτικής διάθεσης.
«O Hermès έχει δημιουργήσει μια ευκαιρία, ως αποτέλεσμα του τρόπου που δουλεύει», εξήγησε η Judy Taylor, ιδιοκτήτρια της Madison Avenue Couture, η οποία διακινεί περίπου 200 ελαφρώς μεταχειρισμένες τσάντες Hermès.
Η μπουτίκ καταφέρνει να πουλά τις μεταχειρισμένες τσάντες της πολύ πάνω από την αρχική τιμή μιας καινούργιας.
«Ο λόγος για τον οποίο υπάρχουμε είναι ότι τελικά οι άνθρωποι κουράστηκαν να μην παίρνουν αυτό που θέλουν», δήλωσε η Taylor, η οποία λειτουργεί την επιχείρηση στη λεωφόρο Madison.
Το επιτυχημένο κατάστημα της Taylor είναι ένα από τα τουλάχιστον δώδεκα στην πόλη. Αυτές οι επιχειρήσεις, έχουν τζίρο 200 εκατομμυρίων δολαρίων τα τελευταία χρόνια.
Οι εταιρείες αγοράζουν τις τσάντες τους από τις A-list πελάτες, οι οποίοι, παρά τον πλούτο και τη δύναμή τους, θέλουν κατά καιρούς να αλλάζουν τις τσάντες τους και να διαθέτουν τις παλιές για να αγοράσουν καινούργιες.
«Δεν μπορείτε να μπείτε σε ένα κατάστημα Hermès και να πείτε θέλω μια Kelly. Δεν θα σας δώσουν τίποτα...», είπε η Taylor.
Οι προμήθειες των νέων τσαντών Hermès είναι τόσο περιορισμένες ώστε η εταιρεία του Παρισιού δήλωσε πέρυσι ότι κατασκευάζει δύο νέες εγκαταστάσεις παραγωγής. Αλλά δεν θα ανοίξουν πριν το 2020 και δεν είναι γνωστό αν η αυστηρή πολιτική για τη διάθεση θα αλλάξει.
«Είχαμε έναν πρίγκιπα από το Κατάρ που αγόρασε πέντε τσάντες Birkin σε διάφορα χρώματα από εμάς, γιατί πήγε στο κατάστημα Hermès στο Μπέβερλι Χιλς και δεν του έδιναν αυτό που ήθελε», δήλωσε ο Ben Hemminger, διευθύνων σύμβουλος της Fashionphile, που είναι online μεταπωλητής με τρία καταστήματα στην Καλιφόρνια.
Τα έσοδα του Fashionphile έχουν αυξηθεί 50 τοις εκατό ετησίως κατά την τελευταία δεκαετία, με τζίρο 61 εκατομμύρια δολάρια το 2017, και η επιχείρηση ετοιμάζεται να επεκταθεί.
Τα καταστήματα Fashionphile χρησιμοποιούνται κυρίως από πελάτες που θέλουν να πουλήσουν τις τσάντες τους και στη συνέχεια προμηθεύουν μεταπωλητές.
Ωστόσο αυτή η βιομηχανία μεταπώλησης για τσάντες πολυτελείας ίσως βλάπτει τα πολυτελή brands που θέλουν να έχουν A-list πελατολόγιο. Aν τελικά τα χρήματα δεν είναι εμπόδιο ώστε οι τσάντες να μην αλλάζουν χέρια τόσο εύκολα, τότε το κύρος των πολυτελών ειδών ίσως δεχθεί πλήγμα, σημειώνουν οι ειδικοί.
Καθώς οι μεταπωλητές αυξάνονται, θα υπάρξει εποχή που ένας κοινός οικονομικός σύμβουλος θα εμφανιστεί σε μια κοινωνική εκδήλωση με την ίδια Birkin ενός υψηλού κύρους πελάτη και αυτό είναι κάτι δυσάρεστο για τα brands που θέλουν να προωθούν το exclusivity.
σχόλια