Σε δημοπρασία βγήκε η μπρούτζινη νεκρική μάσκα του Αυστριακού ζωγράφου Έγκον Σίλε, στις 23 Οκτωβρίου, στον χώρο της Sloane Street Auctions στο Λονδίνο.
Ο διάσημος εξπρεσιονιστής πέθανε το 1918 από την ισπανική γρίπη και ο Αυστριακός καλλιτέχνης Γκουστίνους Αμπρόζι δημιούργησε τέσσερα αντίγραφα της νεκρικής μάσκας, με την οποία ο Σίγκελ θάφτηκε. Υπολογιζόταν ότι η μάσκα θα πωλείτο για ποσό που φτάνει έως και 2.000 βρετανικές λίρες, ωστόσο πωλήθηκε 10 φορές περισσότερο από την εκτίμηση. Ο αγοραστής έδωσε λοιπόν, 19.000 βρετανικές λίρες (24.600 δολάρια).
Η νεκρική μάσκα του Έγκον Σίλε κατασκευάστηκε δύο μέρες μετά τον θάνατο του ζωγράφου από την ισπανική γρίπη το 1918. Ο Αμπρόζι έφτιαξε τέσσερα αντίγραφα. Με το ένα θάφτηκε ο Σίλε, το άλλο δόθηκε στον εκδότη Richard Lanyi, το τρίτο πήρε ο κριτικός τέχνης Arthur Rossler και το τελευταίο δόθηκε στη μητέρα του ζωγράφου.
An exceptionally rare and intriguing bronze death mask of the artist Egon Schiele (1890-1918) was one of the highlights of Sloane Street Auctions in London. #Auction #Antiques #AntiquesCollector #AntiquesInsurance via @AntiqueMag https://t.co/3zoNBU9YP8
— Smith Greenfield (@SmithGreenfield) October 24, 2024
Έγκον Σίλε: Ποιος ήταν ο ζωγράφος
Ο Έγκον Σίλε ήταν Αυστριακός ζωγράφος. Ήταν προστατευόμενος του Γκούσταβ Κλιμτ και ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους πορτραίτων του 20ου αιώνα. Οι πίνακές του χαρακτηρίζονται κυρίως από ένταση. Χαρακτηρίστηκε επίσης ως ζωγράφος του εξπρεσιονισμού, ωστόσο είχε και επιρροές από την Αρ Νουβό. Το Μουσείο Λέοπολντ της Βιέννης περιέχει την μεγαλύτερη συλλογή έργων του, με πάνω από 200 εκθέματα. Άλλες σημαντικές συλλογές έργων του βρίσκονται στο Μουσείο Έγκον Σίλε στη γενέτειρά του Τουλν αν ντερ Ντόναου και στην Αυστριακή Πινακοθήκη Μπελβεντέρε στη Βιέννη.
Ο Έγκον Σίλε γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1890 στο Τουλν αν ντερ Ντόναου στην Κάτω Αυστρία. Ο πατέρας του, Άντολφ, εργαζόταν στους Αυστριακούς Σιδηροδρόμους. Η μητέρα του, Μαρί, ήταν γεννημένη στο Κρούμαου της Βοημίας. Όταν ο Σίλε ήταν 15 ετών, ο πατέρας του πέθανε από σύφιλη και κηδεμόνας του έγινε ο θείος του, Λέοπολντ Τσίχατσεκ, ο οποίος, αν και ήταν ενοχλημένος που ο Σίλε δεν ενδιαφερόταν για τις ακαδημαϊκές του επιδόσεις, αναγνώρισε το ταλέντο του στη ζωγραφική.
Το 1906 πήγε να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών της Βιέννης, ωστόσο, την επόμενη χρονιά, ο Σίλε εγκατέλειψε τη σχολή, καθώς ήταν απογοητευμένος από την αυστηρότητα της σχολής. Το 1907, ο Σίλε αναζήτησε τον Γκούσταβ Κλιμτ, ο οποίος ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το ταλέντο του νεαρού Σίλε και αγόρασε ορισμένους πίνακές του. Ο Κλιμτ εισήγαγε τον Σίλε στη Wiener Werkstätte, το εργαστήριο που ήταν συνδεδεμένο με τον Ζετσεσιονισμό. Πολλά από τα έργα του χαρακτηρίστηκαν ακόμα και ως πορνογραφικά, γι' αυτό τον λόγο, ο Σίλε δικάστηκε και τελικά φυλακίστηκε για τρεις μέρες επειδή ορισμένοι πίνακές του είχαν εκτεθεί σε χώρο που ήταν προσβάσιμος από παιδιά. Όσο ήταν στη φυλακή, ο Σίλε ζωγράφισε 12 πίνακες που απεικόνιζαν τις δυσκολίες της ζωής στη φυλακή.
Στις 17 Ιουνίου 1915, ο Σίλε παντρεύτηκε την Εντίθ Χαρμς. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Σίλε κλήθηκε να υπηρετήσει στη Πράγα. Πολλοί στρατιωτικοί αναγνώρισαν το ιδιαίτερο ταλέντο του στη ζωγραφική, γι' αυτό τού συμπεριφέρθηκαν καλά. Κατά το φθινόπωρο του 1918, είχε ξεσπάσει η ισπανική γρίπη. Η σύζυγός του, Εντίθ, που ήταν 6 μηνών έγκυος, πέθανε στις 28 Οκτωβρίου, ενώ εκείνος πέθανε τελικά στις 31 Οκτωβρίου 1918, τρεις μόλις μέρες μετά τον θάνατο της συζύγου του, μόλις στα 28 του χρόνια. Κατά το διάστημα των τριών ημερών μεταξύ του θανάτου της συζύγου του και του δικού του, ζωγράφισε ορισμένα σκίτσα της Εντίθ, τα οποία ήταν τα τελευταία του έργα.