Τον Φεβρουάριο του 2016, η Aubrey Gordon έγραψε ένα κάπως αιχμηρό κείμενο, το οποίο και δημοσίευσε, αρχικά, χωρίς το όνομά της. Ήταν μια ανοιχτή επιστολή, με τίτλο «Ένα αίτημα από τη χοντρή σας φίλη».
«Χρειάζομαι λιγότερη συμπάθεια και περισσότερη αλληλεγγύη, λιγότερο οίκτο και περισσότερο θυμό», έγραψε η Gordon αναφερόμενη σε περιστατικά απόρριψής της από γιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας λόγω του βάρους της, αλλά και για την ανυπαρξία στοιχειώδους κατανόησης από τους πιο αδύνατους φίλους της.
Η Gordon περιγράφει τον εαυτό της ως μια παχύσαρκη γυναίκα, η οποία εκείνη την εποχή φορούσε νούμερο φορέματος 26 (αμερικανικό μέγεθος, αντίστοιχο του βρετανικού 30). «Αν αποδοκιμάζετε τον εαυτό σας, κάντε εικόνα το σώμα σας και μετά μου κάνετε κομπλιμέντα», εξηγούσε στην επιστολή και κατέληγε: «Δε θα ξεχάσω πώς θα μιλήσετε και για τους δυο μας». Μέσα σε μία εβδομάδα είχαν διαβάσει το άρθρο 40.000 άνθρωποι, όχι και τόσο άσχημα για μια κοινοτική υπάλληλο από το Πόρτλαντ χωρίς παρουσία στο διαδίκτυο.
Οκτώ χρόνια αργότερα, η Gordon είναι συγγραφέας, έχει μπει στη λίστα των μπεστ σέλερ των New York Times και είναι συμπαρουσιάστρια του επιτυχημένου podcast Maintenance Phase με πάνω από 60 εκατομμύρια ακροάσεις. Είναι επίσης το κεντρικό πρόσωπο ενός νέου ντοκιμαντέρ με τίτλο Your Fat Friend, της Βρετανίδας κινηματογραφίστριας Jeanie Finlay, η οποία ακολουθούσε την Gordon με την κάμερα της από το 2017.
Η ταινία, που θα προβληθεί στο 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (7-17/3), παρουσιάζει την αξιοσημείωτη διαδρομή της Gordon από ανώνυμη blogger σε δημόσιο πρόσωπο που υπερασπίζεται δυναμικά την απελευθέρωση των ανθρώπων κάθε σωματότυπου και βάρους και το body positive κίνημα. Αλλά, όπως δείχνει έξυπνα η Finlay, όταν η Gordon προσπαθεί να κάνει τις ίδιες συζητήσεις με τους γονείς της, η φωνή της σταδιακά εξαφανίζεται.
«Τι σημαίνει να θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο όταν η ίδια σου η οικογένεια δυσκολεύεται να πει δυνατά τη λέξη "χοντρός";», ρωτά η Finlay. Είναι μια ερώτηση που θέτει η ταινία μέσα από τη σχέση της Γκόρντον με τους προσβλητικούς αλλά αξιαγάπητούς γονείς της, την Παμ, μια συνταξιούχο δασκάλα με την οποία έκανε δίαιτα όταν ήταν έφηβη και τον Ράστι, έναν πρώην πιλότο που δυσφορεί με τα κιλά της κόρης του!
«Είμαι ένας άνθρωπος που επιβάλλομαι με πολλούς τρόπους», λέει η Gordon που αυτή την περίοδο κατοικεί στο Πόρτλαντ. «Γεμίζω ένα δωμάτιο με ήχο, το γεμίζω με το μεγάλο μου πρόσωπο και ένα σώμα που δεν μπορείς να μην παρατηρήσεις», συμπληρώνει βροντοφωνάζοντας και κάνοντας ζωηρές χειρονομίες με τα χέρια της.
Οι ακροατές του Maintenance Phase είναι πια εξοικειωμένοι με το βροντόφωνο γέλιο της και φυσικά με τα χαρίσματά της. Ακριβώς αυτό το δυνατό και γενναιόδωρο γέλιο της έχει γίνει πασίγνωστο χάρη στην εκπομπή, ενώ μαζί με τον συμπαρουσιαστή της Michael Hobbes ξεμπροστιάζουν έξυπνα την «σκουπιδο-επιστήμη» πίσω από κάθε είδους μύθους ευεξίας και απώλειας βάρους, από τον δείκτη μάζας σώματος μέχρι το ύποπτο βιβλίο του σχεδιαστή μόδας Karl Lagerfeld Diet του 2004. Αλλά όταν πρόκειται να συζητήσει για το δικό της σώμα, η Gordon λέει: «Απλώς μπερδεύομαι, γίνομαι λίγη και σιωπηλή».
Η ταινία της Finlay, η οποία κέρδισε το βραβείο κοινού στο Sheffield DocFest 2023, τονίζει την αξιοθαύμαστη χάρη και δύναμη της Gordon. Σε ένα δείπνο την Ημέρα των Ευχαριστιών, μια αδύνατη ηλικιωμένη γυναίκα ενθαρρύνει όλους στο τραπέζι όταν γυρίσουν σπίτι τους να «ρυθμίσουν τη ζυγαριά 15 κιλά κάτω». Η Γκόρντον γελάει ευγενικά και συγχαίρει την οικοδέσποινα για τη μαγειρική της.
Σε μια άλλη σκηνή πάλι, καθώς στο παρελθόν πάλεψε με τη διατροφική διαταραχή, διηγείται στην Φίνλεϊ ένα ντροπιαστικό περιστατικό με μια άγνωστη που αφαίρεσε ένα πεπόνι από το καρότσι της με τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ επειδή περιείχε «πολύ ζάχαρη για εκείνη». Και όταν ο πατέρας της Γκόρντον παραγγέλνει μια ειδικά σχεδιασμένη τούρτα γενεθλίων, η γιορτινή ατμόσφαιρα διαλύεται από την επαναλαμβανόμενη διαβεβαίωσή του ότι είναι χωρίς ζάχαρη και γλουτένη ( παραγγελία που δεν του έδωσε ποτέ). Ανυποψίαστες στιγμές σαν αυτές καταδεικνύουν πόσο άχρηστο μπορεί να αποδειχθεί το body positive κίνημα ως άμυνα απέναντι στις καθημερινές διακρίσεις. Αυτό το κουραστικό, χαμηλού επιπέδου καρφί που είναι το ίδιο πιθανό να βγάλει την Γκόρντον εκτός εαυτού όσο και μια προσβολή που θα της γίνει κατάμουτρα ή ένα σκληρό διαδικτυακό σχόλιο.
Όταν η Gordon είδε την ολοκληρωμένη ταινία της Finlay, αυτό που της έκανε εντύπωση,όπως λέει, ήταν ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζει ανθρώπους που δεν είναι παχύσαρκοι ως μέρος των ιστοριών των παχύσαρκων. «Δεν είναι αυτοί οι ήρωες», προσθέτει. Εκείνο που ελπίζει είναι ότι η ταινία μπορεί να ενθαρρύνει τους θεατές να κατανοήσουν και να επανεξετάσουν τη δική τους καλοπροαίρετη συμπεριφορά. «Είναι σαν το gif του David Mitchell 'Are we the baddies?», λέει, αναφερόμενη στη βρετανική κωμική σειρά That Mitchell and Webb Look όπου ένας ναζιστής στρατιώτης συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται στη λάθος πλευρά της ιστορίας.
Η Finlay ήθελε αρχικά να γυρίσει μια δοκιμιακή ταινία που θα εξερευνούσε το πάχος και την ιστορία της δίαιτας. Ήλπιζε ότι η Γκόρντον, που τότε ήταν ακόμα άγνωστη θα μπορούσε να γράψει το κομμάτι της αφήγησης. Όταν όμως γνώρισε την Gordon και την οικογένειά της, συνειδητοποίησε ότι η παρουσίαση ενός ζωντανού παραδείγματος μετάλλαξης θα ήταν πιο ενδιαφέρον από το να επιχειρηματολογεί για την ανάγκη κάτι τέτοιου.
Όπως εξηγεί η ίδια: «Όταν έκανα το΅Seahorse (Ιππόκαμπος) με τον Freddy McConnell, η προσωπική του ιστορία ήταν πολιτική». Επρόκειτο για μια ταινία, η οποία παρακολουθούσε την προσπάθεια ενός τρανς άνδρα να γεννήσει η οποία επικεντρωνόταν στην ανθρωπιά του πρωταγωνιστή της μέσω της οικείας, οικογενειακής αφήγησης. Εφάρμοσε το ίδιο και στο Your Fat Friend.
«Νόμιζες ότι θα έχανε βάρος και θα φαινόταν μικρότερη;», ρωτάει η Finlay την Παμ, τη μητέρα της Γκόρντον, η οποία επέβαλε στην κόρη της να κάνει δίαιτα ήδη από την ηλικία των 14 ετών.
«Όχι. Ποτέ δεν πίστεψα κάτι τέτοιο», απαντά εκείνη σε μια εκπληκτική στιγμή παρέμβασης που κλονίζει τα θεμέλια του συστήματος πεποιθήσεων της Παμ. Την επόμενη μέρα ομολογεί στην Finlay ότι συνειδητοποίησε τη συμπεριφορά της ως γονέας και μετανιώνει πολύ.
«Μερικές φορές κάνω μια πολύ απλή ερώτηση και είναι σαν να ρίχνω έναν μεγάλο παναρχαίο ογκόλιθο στη λίμνη», λέει η Finlay, αναλογιζόμενη τη σκηνή. «Η πολυτέλεια του να έχω μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι μου είναι η άδεια να κάνω αυτές τις ερωτήσεις που θα μπορούσαν να ξεκλειδώσουν κάτι καινούργιο».
Η Γκόρντον λέει ότι ήταν «συγκινητικό και απίστευτο» να βλέπει τη σταδιακή αλλαγή των απόψεων της για την παχυσαρκία, αλλά και «επίσης πολύ σκληρό» να βλέπει κάποιον που αγαπάει να αγωνιά για τα λάθη του.
«Δεν υπογράφεις για να κάνεις ένα ντοκιμαντέρ ως παχύσαρκη κυρία, κάτι που αφορά τους γονείς σου και έχεις την εντύπωση ότι δεν πρόκειται να συμμετέχεις σε αυτό». Κατά τη διάρκεια της ταινίας, η Παμ και ο Ράστυ υφίστανται μια ριζική ψυχική αλλαγή. Η Γκόρντον λέει ότι από τότε που σταμάτησαν τα γυρίσματα συνέχισαν να υποστηρίζουν ακόμα πιο έντονα το έργο της.
«Η μητέρα μου έχει αρχίσει να συζητάει με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος της για το πόσα είναι διατεθειμένη να ακούσει σχετικά με δίαιτες», λέει η Gordon.
Η Finlay λέει ότι ο πυρήνας της ταινίας είναι απλώς η προσπάθεια να είμαστε καλοί γονείς». Η δική της κόρη ήταν 13 ετών όταν άρχισε να γυρίζει την ταινία. «Δεν είναι χοντρή, αλλά ήθελα να βεβαιωθώ ότι δεν θα άκουγε μια απαίσια ιστορία για το σώμα της από τους γονείς της».
«Πήγαινα στα Weight Watchers, όταν πρωτογνώρισα την Aubrey», εξηγεί Finlay. Στα μισά των γυρισμάτων της ταινίας όταν της ζητήθηκε να φανταστεί έναν καθρέφτη που θα της έδειχνε μια μελλοντική εκδοχή του εαυτού της, εγκατέλειψε το πρόγραμμα. «Φανταστείτε την εκδοχή του σώματός σας στην οποία θα αισθάνεστε καλά και θα οδηγηθείτε αδιάκοπα προς αυτήν; Αυτό είναι διατροφική διαταραχή που παρουσιάζεται ως καθοδηγούμενος διαλογισμός!», λέει η Γκόρντον τρομοκρατημένη.
Η Finlay θυμάται να λέει στην αίθουσα πριν φύγει: «Η ζωή μου δεν θα γίνει καλύτερη, αν είμαι πιο αδύνατη. Απλώς θα είμαι πιο αδύνατη. Νομίζω ότι η ζωή μου είναι αρκετά καλή». Και συμπληρώνει ότι η δημιουργία της ταινίας τής έδωσε μια νέα γλώσσα για να εκφράσει τα συναισθήματά της για το σώμα της. Μέσα από τα μάτια της, το σώμα της Gordon είναι μεγαλοπρεπές και αισθησιακό.
«Δεν υπάρχει γωνία από την οποία θα έλεγα ότι φαινόμαι κακή. Φαίνομαι χοντρή από κάθε γωνία!», λέει η ίδια γελώντας. Όπως και το ότι σώματα σαν το δικό της συχνά απεικονίζονται στην οθόνη ως ακέφαλοι κορμοί, που χρησιμοποιούνται ως «μπαμπούλες». Ήταν σουρεαλιστικό, λέει, να την αντιμετωπίζει μια κάμερα με τρυφερότητα, ενδιαφέρον και περιέργεια.
«Είτε γλιστράς σε μια μπανανόφλουδα, είτε είσαι η Φάλαινα, σωστά;» καταλήγει αναφερόμενη στην ταινία του Darren Aronofsky.
«Αυτές είναι οι επιλογές για τους παχύσαρκους. Μόνο που στις ΗΠΑ είμαστε τα δύο τρίτα του πληθυσμού. Έχουμε περισσότερη εμπειρία να κλαίμε και να μας κοροϊδεύουν», καταληγει.
Η ταινία Your Fat Friend θα προβληθεί στο 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (7-17/3).
Με στοιχεία από Guardian