Μία συζήτηση με τον Πάνο Χ. Κούτρα δεν μπορεί παρά να είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό μάθημα γύρω από την τέχνη του κινηματογράφου γιατί πολύ απλά η τόσο βιωματική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση του με το αντικείμενό του καταρρίπτει κάθε σοβαροφάνεια, και γίνεται μια γιορτή.
Ακριβώς όπως οι ταινίες του, ένα γοητευτικό, συναρπαστικό και εντέλει πολύτιμο μικροσύμπαν. Αυτό το γνωρίζει οποιοσδήποτε έχει παρακολουθήσει την εικοσιπεντάχρονη πορεία του στην οθόνη κι ακόμα περισσότερο όσοι γνωρίζουν προσωπικά τον ίδιο.
Το masterclass που οργάνωσε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο του τιμητικού αφιερώματος γι’ αυτόν την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου στην αίθουσα Παύλος Ζάννας του Ολύμπιον ως μέρος της πρωτοβουλίας «Iconic Talks powered by Mastercard» είχε τον τίτλο «Queer Before It Was Cool» και host τον διευθυντή σύνταξης της LIFO Αλέξανδρο Διακοσάββα. Μελετηρός σινεφίλ ο τελευταίος, δημοσιογράφος με μεγάλη ευαισθησία σε ΛΟΑΤΚΙ+ θέματα και δεινός interviewer, ήταν αυτός που κλήθηκε να κουβεντιάσει μπροστά στο φεστιβαλικό κοινό σχετικά με τη διαδρομή του Πάνου Χ. Κούτρα, πιάνοντας το νήμα από την αρχή.
Tο σινεμά του Κούτρα μέσα στη σκοτεινιά του είναι αισιόδοξο, πολυπρισματικό, queer πριν το queer γίνει μόδα, εξωτικό πριν δώσει εικόνα και φωνή σε εξωτικά πτηνά κάθε είδους, αλλά και σε ένα όντως πραγματικό πτηνό όπως το ντόντο της τελευταίας του ταινίας.
Για πολλούς σινεφίλ ο Κούτρας αποτελεί μία ιδιάζουσα περίπτωση σκηνοθέτη. Από τους σημαντικότερους θεμελιωτές του ελληνικού queer cinema, ήδη από την πρώτη του ταινία του 1999, «Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά», μέχρι την εμβληματική «Στρέλλα» αλλά και τις υπόλοιπες ταινίες του, έδωσε μία ιδιαίτερη διάσταση όχι απλά στην γκέι απελευθέρωση αλλά και σε θέματα συμπερίληψης και ρευστότητας φύλου, σε εποχές που ακόμα ούτε υποψιαζόμασταν ότι μπορούσαν να απασχολούν τον δημόσιο λόγο. Ταινίες που έφερναν στο μυαλό το πολύχρωμο σινεμά του Γουότερς και του Αλμοδόβαρ αλλά και με μύριες άλλες αναφορές της σύγχρονης counterculture, ωστόσο απολύτως σοβαρές στις προθέσεις τους.
Ο Αλέξανδρος προλογίζοντας την εκδήλωση και πριν ανέβει στη σκηνή με τον Κούτρα, ομολογώντας ότι η «Στρέλλα» συνέπεσε χρονικά με το προσωπικό του coming out, ξεκίνησε με ένα «ευχαριστώ». Ένα ευχαριστώ που απηχούσε μια ολόκληρη γενιά γκέι αντρών και μελών της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας των millennials.
Ακολούθησε ένα σύντομο βίντεο με χαρακτηριστικές σκηνές από τις αγαπημένες ταινίες του τιμώμενου σκηνοθέτη και η συζήτηση ξεκίνησε με την πρώτη ερώτηση που του έθεσε που δεν ήταν άλλη από το «Σαν έφηβος ένιωθες ότι ήσουν μόνος;». Για την πλειονότητα των γκέι της δεκαετίας του ’70 που είτε μεγάλωναν στην επαρχία είτε στην Αθήνα, η απάντηση θα ήταν ένα περίτρανο «Ναι!». Όχι για τον Πάνο Κούτρα όμως.
Άρχισε να ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής του με αναφορές σε μια μάλλον προστατευτική αθηναϊκή οικογένεια και πάρα πολλούς φίλους. «Δεν ήμουν κλειστός άνθρωπος» είπε σκιαγραφώντας τον εαυτό του, ενώ αναφέρθηκε στις «θείες» του, εννοώντας τους μεγαλύτερους ηλικιακά γκέι φίλους του («πάντα είχα μεγαλύτερους από εμένα φίλους»), οι οποίοι τον πήραν υπό την «προστασία» τους, δίνοντάς του την ευκαιρία να είναι παρών και στα πρώτα βήματα της ίδρυσης του ΑΚΟΕ.
Προχωρώντας την αφήγησή του στα χρόνια των σπουδών του στο Λονδίνο της εποχής της Θάτσερ, άρχισε να απαριθμεί ονόματα ανθρώπων που όχι απλώς συνετέλεσαν στις πρώτες του καλλιτεχνικές αναζητήσεις αλλά σε αρκετές περιπτώσεις βίωσαν μαζί τους αγώνες για τα γκέι δικαιώματα της εποχής. Όπως συνέβη και λίγα χρόνια αργότερα, την περίοδο των μεταπτυχιακών του σπουδών στο Παρίσι.
Ο Διακοσάββας επέμενε να μείνουν στην εποχή, καθώς υπήρξαν τα χρόνια που επισκιάστηκαν από τη λαίλαπα του AIDS. Ως εκ τούτου, συνέχισε την αφήγησή του ως μάρτυρας της εκατόμβης των θυμάτων («το 80% των φίλων μου πέθαναν και οι υπόλοιποι ήταν φορείς») και της συμμετοχής του σε κινηματικές πρωτοβουλίες, όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και αλλού, καυτηριάζοντας το γεγονός ότι στην Ελλάδα ποτέ δεν ευδοκίμησαν ανάλογες προσπάθειες μετά τη διάλυση του ΑΚΟΕ.
Η κουβέντα συνεχίστηκε ωστόσο με πιο εύθυμη διάθεση γιατί βέβαια το σινεμά του Κούτρα, μέσα στη σκοτεινιά του, είναι αισιόδοξο, πολυπρισματικό, queer πριν το queer γίνει μόδα (όπως έλεγε και ο τίτλος επάνω από τα κεφάλια τους, στην οθόνη του «Παύλος Ζάννας»), εξωτικό πριν δώσει εικόνα και φωνή σε εξωτικά πτηνά κάθε είδους, αλλά και σε ένα όντως πραγματικό πτηνό όπως το ντόντο της τελευταίας του ταινίας.
Σχετικά με τις άγνωστες στο κοινό μικρού μήκους ταινίες του, όπως εκείνη με την Άντζελα Μπρούσκου σε ένα κρεβάτι σε ένα διαμέρισμα στην Πατησίων, ταινία που θυμίζει εντελώς Γουόρχολ, όπως επισήμαινε ο Αλέξανδρος, αν και ο Κούτρας ίσως από σεμνότητα τον «διόρθωσε» λέγοντας ότι δεν ήταν Γουόρχολ αλλά υπό την επιρροή του Γουόρχολ, ανέφερε πως είχε υπάρξει κοινωνός των έργων του Μόρισεϊ «Κάψα», «Σάρκα», «Σκουπίδια», που είδε τότε στον κινηματογράφο τέχνης Στούντιο. Οι μικρού μήκους και οι σπουδαστικές του ταινίες, άγνωστες στην πλειονότητα των σινεφίλ, μάλλον έτσι θα παραμείνουν καθώς «όποιος τις είδε, τις είδε, δεν θα ξαναπαιχτούν πουθενά» είπε ο ίδιος.
Ο Αλέξανδρος μετακίνησε τη συζήτηση στη «θρυλική» πρεμιέρα του «Μουσακά» στο πλαίσιο των Νυχτών Πρεμιέρας, η οποία είχε συγκεντρώσει ολόκληρη την καλλιτεχνική queer Αθήνα, όπως του έχουν διηγηθεί, καθώς ο ίδιος δεν θα μπορούσε να είχε παραβρεθεί, «ήμουν ακόμα στο δημοτικό» είπε, αποδεικνύοντας την επίδραση που έχει η ταινία επάνω του αλλά και στις γενιές που ακολούθησαν.
Ο Κούτρας περιέγραψε όλες τις περιπέτειες που πέρασε για να ολοκληρώσει την ταινία, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την αρχική της σύλληψη, ουσιαστικά χωρίς λεφτά, ή με ελάχιστα όποτε υπήρχαν, τη σαρωτική απόρριψή της από την ελληνική κινηματογραφική κοινότητα και την απρόσμενη αποδοχή από τους Γάλλους και τους Ιάπωνες. Χωρίς διανομή στην Ελλάδα, παίχτηκε στον Δαναό για μία εβδομάδα χάρη στον περίφημο νόμο επιστροφής φόρου με την προβολή ελληνικής ταινίας. «Παίχτηκε από τις 24 Δεκεμβρίου έως τη 31η Δεκεμβρίου του 1999 κλείνοντας τον αιώνα πριν το μιλένιουμ. Έκοψε και 1162 εισιτήρια!» συμπλήρωσε ο σκηνοθέτης. Φυσικά αναφέρθηκε και στην Τάρα (Γιάννης Αγγελάκης), την «Ελληνίδα κόρη της Divine», και στους γκέι αστροφυσικούς του Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Όσον αφορά το μιλένιουμ, ο Διακοσάββας αναφέρθηκε σε ένα δραματικό για την κοινότητα γεγονός που σχετιζόταν με την επιχείρηση αρετής της αστυνομίας σε ένα μπαρ το 2003, κι εκεί ο Κούτρας επανήλθε στην απογοητευτική διαπίστωση ότι δεν υπάρχει καμία οργάνωση στην Ελλάδα να κινηθεί όποτε ξεσπάει κάτι σοβαρό.
Η χρηματοδότηση της «Αληθινής ζωής» λίγα χρόνια αργότερα, ενός σεναρίου που είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, τον έφερε για πρώτη φορά σε επαφή με το Κέντρο Κινηματογράφου για να επιστρέψει πίσω στην αυτοχρηματοδότηση και τη στήριξη από φίλους με τη «Στρέλλα», την οποία το Κέντρο του απέρριψε δύο φορές. Αλλά και εκείνος δεν θα είχε προχωρήσει στην ολοκλήρωσή της αν δεν είχε βρει την ιδανική τρανς ηθοποιό που, όπως πια γνωρίζουμε, τη βρήκε στο πρόσωπο της Μίνας Ορφανού μετά από έναν χρόνο αναζήτησης. Ανάλογο μαραθώνιο casting έζησε για να βρει τα δύο αγόρια δεύτερης γενιάς Αλβανών για το «Xenia» («στατιστικά ήταν πιο εύκολο λόγω του αριθμού Αλβανών που ζούσαν στην Ελλάδα»), μάλιστα περίμενε τον Ντάνι/ Κώστα Νικούλι μέχρι να ενηλικιωθεί για να ξεκινήσει τα γυρίσματα, περίοδο που εκμεταλλεύτηκε με πρόβες. Αλλά ένα μεγάλο κέρδος της ταινίας ήταν όταν αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο σκηνοθεσίας της Ακαδημίας Κινηματογράφου μέχρι να ψηφιστεί ο νόμος για την ελληνική ιθαγένεια για τα παιδιά μεταναστών που γεννήθηκαν εδώ. Ευτυχώς η έκκληση του εισακούστηκε κι όπως είπε «αποδείχθηκε ότι ήταν χρήσιμη». Το «Dodo», όπως του υπενθύμισε ο Διακοσάββας, ήταν μία ταινία όπου συμπεριέλαβε διάφορες ταυτότητες και μειονότητες και παίχτηκε στο επίσημο διαγωνιστικό των Καννών του 2022.
Σε ερώτηση για τη σχέση του με τους ηθοποιούς ο Κούτρας αντί για απάντηση παρέπεμψε σε δύο αγαπημένους του συνεργάτες που παραβρίσκονταν στην αίθουσα, τον Γρηγόρη Πατρικαρέα και τον πάντα απολαυστικό Άγγελο Παπαδημητρίου, ο οποίος ξεδίπλωσε αναμνήσεις με ξεκαρδιστικές λεπτομέρειες από τα γυρίσματα του «Xenia». Τέλος, σε ερώτηση της ηθοποιού Μαριέλλας Σαββίδου, που συμμετείχε στο «Dodo», αποκάλυψε μία άλλου τύπου περιπέτεια στην αναζήτηση του εξαφανισμένου πτηνού ντόντο ώστε να το κατασκευάσουν. Όταν βρέθηκε η επιστημονική περιγραφή που το εικόνιζε με άχαρα χρώματα, εκείνος προτίμησε να το «βάψει» με τα χρώματα του ουράνιου τόξου της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, αποσπώντας ακόμα ένα γέλιο από όλους. Και κάπως έτσι, πανηγυρικά, ολοκληρώθηκε ένα ξεχωριστό και άκρως διαφωτιστικό masterclass με τον Αλέξανδρο Διακοσάββα κλείνοντας να υπογραμμίζει για μια ακόμα φορά τη σημασία της συμβολής του Πάνου Χ. Κούτρα στις αγωνίες και τις ελπίδες των νεότερων γενιών της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.