H ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΑΛΛΟΥ, μετά από χρόνια στη Θεσσαλονίκη, αρχικά για σπουδές και έπειτα για δουλειά στον τομέα του marketing, αποφάσισε να επιστρέψει στο χωριό της, την Πρώτη Σερρών, και να φτιάξει από το μηδέν μια εφημερίδα. Τα «Χωριάτικα», στα οποία είναι ταυτόχρονα εκδότρια, δημοσιογράφος, πωλήτρια και διανομέας, ήρθαν για να καλύψουν όχι ένα κενό στην αγορά αλλά στις ανθρώπινες σχέσεις, όπως μας λέει.
Τα σχέδια της Φωτεινής, πέρα από την επιτυχία της επιχείρησής της, την οποία ήδη έχουν αγκαλιάσει οι κάτοικοι των δήμων Αμφίπολης και Νέας Ζίχνης, είναι να καταπολεμήσει μια νοοτροπία που θέλει την επιστροφή στο χωριό να αποτελεί πισωγύρισμα, αποτυχία. Ακολουθεί η συζήτηση μαζί της.
«Κάτω από τους πρόποδες του Παγγαίου στέκει ένας μεγάλος, γέρος πια, πλάτανος. Γύρω από αυτόν απλώνονται η Ιστορία και οι ιστορίες του χωριού. Η Πρώτη, ένας παραδοσιακός οικισμός, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα χωριού. Δεν είναι ούτε ορεινό, ούτε απομονωμένο. Βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών μεγάλων πόλεων (Σέρρες, Καβάλα, Δράμα), με την κοντινότερη να απέχει 20 λεπτά. Έχει όλα τα φόντα για σκηνικό του Παπακαλιάτη: πλακόστρωτους δρόμους, φωτάκια κάτω από τον πλάτανο, μεγάλα αρχοντικά, καμπαναριό, εκκλησάκια και υπέροχη φύση. Οι κάτοικοι λίγοι, περίπου 900, αλλά οι ιστορίες πολλές και η ζωή γεμάτη.
«Τα “Χωριάτικα” είναι μια έντυπη μηνιαία εφημερίδα για τα χωριά του δήμου Αμφίπολης και πλέον και του δήμου Νέας Ζίχνης. Ξεκίνησαν με 8 φύλλα και έχουμε φτάσει τα 24. Όλη η διαδικασία περνάει από τα χέρια μου, καθώς εγώ είμαι η έκδοση, η σύνταξη, η πώληση και η διανομή πόρτα-πόρτα».
Μεγαλώνοντας στο χωριό, η σχέση μου με αυτό πέρασε από πολλά στάδια. Θυμάμαι, μικρή, την πίσω αυλή στα πλακάκια, γεμάτη θείες, θείους και ξαδέρφια. Ήταν η τέλεια παιδική ηλικία, αλλά, αργότερα, μαζί με την εφηβεία, ήρθε και η πιο σκληρή εκδοχή του κόσμου, και το χωριό δεν χαρίζεται. Είχα ανάγκη να γνωρίσω τον κόσμο, κυρίως να νιώσω πιο ελεύθερη. Είναι μια φάση που περνάμε όλοι όσοι έχουμε μεγαλώσει στο χωριό.

Μου πήρε καιρό να καταλάβω την απόφαση των γονιών μου για επιστροφή στο χωριό (σ.σ. οι γονείς της Φωτεινής ζούσαν στη Θεσσαλονίκη και αποφάσισαν να επιστρέψουν στην Πρώτη). Ως έφηβη έχω θυμώσει πολύ, έχω γκρινιάξει, αλλά πλέον υπερισχύει ο θαυμασμός. Δεν είμαι σίγουρη ότι ξεπέρασα όλα αυτά τα συναισθήματα που σου προκαλεί το χωριό μεγαλώνοντας, είμαι σίγουρη όμως ότι τα αντιμετωπίζω.
Το λέω συχνά πως αν μου έλεγαν κάποτε ότι θα γυρνούσα στο χωριό να ανοίξω εφημερίδα θα γελούσα ή θα θύμωνα, θα ένιωθα ότι με υποτιμούν. Είχα πέσει κι εγώ στην παγίδα που έχουν δημιουργήσει οι “λίγοι” για τους πολλούς, πως το χωριό είναι ένα πισωγύρισμα, ένα σημάδι αποτυχίας. Γι’ αυτό και τώρα νιώθω σίγουρη για το εγχείρημά μου, γιατί το έκανα συνειδητά και από επιλογή.
Μετά τις σπουδές και τη δουλειά στον χώρο του marketing ήθελα να ξεκινήσω κάτι δικό μου, κάτι με το οποίο να μπορώ να εκφραστώ και να δημιουργήσω. Έτσι ξεκίνησα να σκέφτομαι τι θα μπορούσε να είναι αυτό. Δεν ήταν το κενό στην αγορά αλλά το κενό στις ανθρώπινες σχέσεις που με παρακίνησε να στραφώ στο χωριό. Η εφημερίδα ήρθε παραδόξως κάπως φυσικά, ως αποτέλεσμα όσων μπορούσα να υποστηρίξω. Κοιτώντας πίσω τώρα, απορώ λίγο με τον εαυτό μου και το πόσο χαλαρά μπήκα σε αυτό, αλλά είμαι χαρούμενη που το έκανα.
Στην αρχή δεν ήταν τόσο το χωριό όσο η είσοδος στον κόσμο των επιχειρήσεων που με δυσκόλεψε. Παράλληλα με την εφημερίδα, που είναι από μόνη της ένα challenge, έπρεπε να χτίσω και μια επιχείρηση. Δεν με δυσκόλεψε το χωριό γιατί ποτέ δεν το είδα ως τέλμα αλλά ως μια βάση για να δημιουργήσω, για να ταξιδέψω, για να μπορώ να επιστρέφω. Θεωρώ πως ο κόσμος είναι πολύ μεγάλος για να “κλείνεσαι” οπουδήποτε. Βέβαια, συχνά κατηγορούμε το χωριό γι’ αυτό, αλλά, όσο έμενα Θεσσαλονίκη, παρατήρησα πως οι γονείς μου είχαν πιο γεμάτο πρόγραμμα από μένα.
Άλλωστε, το χωριό ήταν και θα είναι πάντα το σπίτι μου. Μοιάζει η επιστροφή στο χωριό με την επιστροφή στο πατρικό. Επιστρέφεις σε κόσμους που καλείσαι να δεις με νέα μάτια και αυτό ήταν το μεγάλο στοίχημα, να μην είμαι απλώς το παιδί που γύρισε σπίτι αλλά κάποια που αποφάσισε να επενδύσει σε μια νέα ζωή.

Αν κάτι ξεχωρίζω, είναι πως στο χωριό έχουν νόημα οι ώρες και οι μέρες. Ξέρεις πότε είναι Κυριακή ή ξέρεις ότι είναι μεσημέρι. Μπορεί να μην κάνει όλα όσα θα ήθελες ιδανικά, αλλά έχεις την αίσθηση του χρόνου.
Βλέπω πράγματα σε φίλους και γνωστούς που δουλεύουν σε πιο corporate περιβάλλον και απορώ πώς επέτρεψα στον εαυτό μου να παρασυρθεί κάποτε από αυτό. Οι ρυθμοί στο χωριό δεν είναι πιο αργοί, είναι πιο ανθρώπινοι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι τέλειοι. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση να φτάσουμε στην ωραιοποίηση του χωριού. Όχι, το χωριό είναι δύσκολο και σκληρό, όπως ακριβώς και η ζωή. Απλώς σου δίνει το περιθώριο να ζήσεις και το καλό και το κακό.
Τα αρνητικά είναι πολλά, αλλά τίποτα για μένα δεν είναι πιο σημαντικό από τη νοοτροπία. Αυτήν τη νοοτροπία που δεν μας αφήνει να δούμε πως είμαστε μια κοινότητα, πως ο ένας στηρίζεται στον άλλον, πως όλοι μαζί μόνο μπροστά μπορούμε να πάμε. Πρόσφατα ανέφερα την ιστορία των γονιών μου, πως όταν επέστρεψαν τους ρωτούσαν “καλά, εσείς γιατί ήρθατε”, και μετά από καιρό μίλησα με έναν κύριο που λίγους μήνες πριν είχε μετακομίσει σε ένα χωριό στην Ήπειρο και είχε την ίδια εμπειρία. Αντί να στήνουμε γλέντι για τις οικογένειες και τα ζευγάρια που επιλέγουν έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, τους περιμένουμε στη γωνία. Γιατί, τι θα γίνει αν μας ξεκουνήσουν; Αν μας δείξουν ότι τόσα χρόνια δεν τα κάναμε όλα σωστά; Θα βγουν αυτοί καλύτεροι από εμάς; Καλύτερα όλοι στον πάτο. Φυσικά, αυτό δεν εκφράζει την πλειοψηφία, αντιθέτως είναι λίγες οι φωνές αυτές. Κάνουν όμως τόση φασαρία οι άδειοι τενεκέδες που δημιουργούν την ψευδαίσθηση της ορθότητας.
Οι περισσότεροι που έχουν μεγαλώσει στο χωριό θα σου πουν το ίδιο. Έχω ακούσει πολλές φορές τη φράση “θέλω να γυρίσω στο χωριό, αλλά να μη βλέπω κανέναν”. Έχω περάσει κι εγώ από αυτήν τη φάση, αλλά όχι, είναι και δικό μας “σπίτι”, δεν θα κάνουμε τη χάρη σε κανένα.
Τα αρνητικά μού έδωσαν το κίνητρο να ξεκινήσω. Αν όχι εμείς, τότε ποιοι; Διάβαζα πολύ Καζαντζάκη και το «χρέος» το φέρω βαρέως. Θέλει ωριμότητα και γερό στομάχι, μου λέγανε όλοι. Αγάπη και κατανόηση θέλει, πιστεύω εγώ, και είμαι πολύ τυχερή που μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που με εφοδίασε γι’ αυτό. Σίγουρα και επαφή με διαφορετικό κόσμο και κόσμους, αλλά αυτό ήταν ανέκαθεν σωτήριο.

Μου λείπει ένα επαγγελματικό περιβάλλον με το οποίο θα μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες, που θα συζητάμε όσα συμβαίνουν άμεσα στον κόσμο και τον κλάδο. Μου λείπει λίγο το business περιβάλλον, αλλά τίποτα δεν μου λείπει αρκετά σε σχέση με ό,τι κάνω τώρα. Μου λείπουν οι φίλες μου, αν και νομίζω πως στα late ’20s σε όλους μας λείπει η φοιτητική ζωή.
Τα “Χωριάτικα” είναι μια έντυπη μηνιαία εφημερίδα για τα χωριά του δήμου Αμφίπολης και πλέον και του δήμου Νέας Ζίχνης. Ξεκίνησαν με 8 φύλλα και έχουμε φτάσει τα 24. Ως επιχειρηματικό μοντέλο βασίζεται στις συνδρομές και τις διαφημίσεις. Όλη η διαδικασία περνάει από τα χέρια μου, καθώς εγώ είμαι η έκδοση, η σύνταξη, η πώληση και η διανομή πόρτα-πόρτα. Έχω όση βοήθεια μπορώ από τον κύκλο μου. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχει κάνει διανομή ο αδελφός μου για να με βοηθήσει ή έχει πάρει τηλέφωνα για συνδρομές ο σύντροφός μου.
Η θεματολογία της εφημερίδας περιλαμβάνει αρχικά τα νέα αλλά και την ιστορία των χωριών που απαρτίζουν τους δύο αυτούς δήμους. Βασικό κριτήριο είναι και η συμπεριληπτικότητα, με ενδιαφέρει να υπάρχουν αναφορές για όλα τα χωριά, ακόμα και τα πιο μικρά, αλλά αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Ο βασικός άξονας σε κάθε άρθρο παραμένει το χωριό, αυτό είναι το πρίσμα μέσα από το οποίο προσεγγίζω τα πάντα.
Επέλεξα το έντυπο γιατί ήθελα η πληροφορία να φτάνει σε όλους. Για τον λόγο αυτό, πέραν των συνδρομητών, φροντίζω να αφήνω εφημερίδες και σε κεντρικά σημεία, ακόμα και των πιο μικρών χωριών.
Μέσα από την εφημερίδα είδα την ευκαιρία να μιλήσουμε, επιτέλους, για όσα μας πληγώνουν στα χωριά μας, αλλά κυρίως να δυναμώσουμε την αγάπη μας γι’ αυτά· να αποκτήσουμε φωνή και να φωτίσουμε την ύπαρξη και του δικού μας τρόπου ζωής, που δεν είναι κάτι γραφικό ή παλιό.
Το όλο εγχείρημα της εφημερίδας είναι αρκετά μεγάλο και δύσκολο και σίγουρα η στήριξη του κόσμου είναι πολύ σημαντική. Επίσης, θα ήθελα να μεγαλώσει και το merch μας από “χωριάτικα” μπλουζάκια, γιατί πραγματικά χαίρομαι να βλέπω ανθρώπους να φοράνε περήφανοι τα μπλουζάκια μας που λένε “Είμαι και εγώ από χωριό” ή “Πάμε χωριό”. Είναι ένα σημάδι ότι είμαστε πολλοί.
Το σπίτι μου είναι το χωριό μου, αλλά ο τόπος μου είναι η ευρύτερη περιοχή. Δεν είναι απλώς ότι οριζόμαστε ως κοινός καλλικρατικός δήμος. Πιστεύω πως τα χωριά πρέπει να έχουν άμεση σχέση και αλληλεπίδραση. Δεν είναι τρελό να μη γνωριζόμαστε, ενώ μας χωρίζουν 5 χιλιόμετρα; Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που αποφάσισα να ξεκινήσω, να γνωριστούμε ουσιαστικά και όχι μόνο κατά συνθήκη. Η περιοχή μας είναι πανέμορφη, γεμάτη Ιστορία και πολιτισμό. Έχουμε θάλασσα στα Κερδύλλια, ποταμό, το βουνό μας, πανέμορφα μοναστήρια και το “δώρο” της Αμφίπολης. Φανταστείτε τι πολιτισμός υπήρχε δίπλα μας και πόσα ακόμα δεν ξέρουμε. Δεν είναι κρίμα να μην τα γνωρίσουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι;

Έχω δει να γίνονται θαύματα στον τόπο μου, έχω υπάρξει μέρος αυτού. Ο μπαμπάς μου κάποτε οραματίστηκε να ενώσει τα παιδιά μέσω της ευγενούς άμιλλας του αθλητισμού και πάλεψε μέχρι τέλους γι’ αυτό. Έτσι γεννήθηκε η “Μαθητιάδα”, μια αθλητική διοργάνωση, προσομοίωση Ολυμπιακών Αγώνων για μαθητές γυμνασίου απ’ όλη τη Ελλάδα και την ομογένεια. Ήξερα το τελετουργικό της τελετής έναρξης πριν μάθω καλά-καλά προπαίδεια. Με 1.200 μαθητές να έρχονται από την Κρήτη τη Χίο, το Ουζμπεκιστάν αλλά και την Αυστραλία στο χωριό για να γνωρίσουν το ευ αγωνίζεσθαι, δεν θα μπορούσα να μη στοχεύω πάντα ψηλά. «Χωρίς τον φόβο της αποτυχίας και το άγχος της νίκης» ήταν το βασικό σύνθημα και έτσι προσπαθώ να πορευτώ κι εγώ.
Όλα τα χωριά έχουν ένα κοινό μυστικό: τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Είναι πάντα και καλύτερα και χειρότερα. Τα χωριά θέλουν χρόνο να τ’ ανακαλύψεις στην ουσία τους, στην πρώτη ανάγνωση σε παραπλανούν. Γιατί δεν είναι ούτε απλώς δέκα άνθρωποι τον χειμώνα σ’ ένα καφενείο αλλά ούτε οι μεγάλες γιορτές του καλοκαιριού. Οι μικρές κοινωνίες είναι πολύ συνδεδεμένες με τις προσωπικές ιστορίες των κατοίκων τους. Εκεί κρύβεται το κλειδί για να τις ανακαλύψεις. Συνήθως υπάρχει κάποιος χαρακτήρας που θα σε βοηθήσει να μπεις στον πραγματικό κόσμο του χωριού. Αυτό θέλω να κάνω κι εγώ, να βγάλω τον σκελετό από την ντουλάπα και ίσως τελικά να αποδειχθεί θησαυρός.

Με τις πρώτες ζεστές αχτίδες του ήλιου το χωριό αλλάζει. Η πλατεία “στρώνεται” και το καλοκαίρι ξεκινά. Το να βγαίνεις έξω και να ξέρεις ότι θα βρεις παρέα είναι τεράστιο πλεονέκτημα. Η πλατεία είναι αυτό το άτυπο ραντεβού που όλοι χρειαζόμαστε, ακόμα κι αν δεν είμαστε παιδιά πια. Τα πανηγύρια όμως ξεχωρίζουν, εκεί που όλοι, ντόπιοι και περαστικοί, γινόμαστε ένα. Έχουμε μια ξεχωριστή Δευτέρα, την πρώτη του Αυγούστου, που οι πλακόστρωτοι δρόμοι κλείνουν και κάτω από τον πλάτανο στήνεται γλέντι μέχρι το πρωί. Το να βλέπεις τόσους νέους να κρατιούνται χέρι-χέρι και να διασκεδάζουν αυθεντικά είναι μια εικόνα βγαλμένη από ταινία.
Ο χειμώνας θέλει σπίτι και οι αγαπημένες μου στιγμές είναι οι οικογενειακές γύρω από το τζάκι. Αν ξεχώριζα κάτι ακόμα, θα ήταν οι Κυριακές στην εκκλησία και ο καφές με τις γιαγιάδες και τις φίλες τους στο καφέ του χωριού.
Κάποιον που σκέφτεται να κάνει ένα παρόμοιο βήμα με το δικό μου θα τον συμβούλευα να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του· να έχει γνώθι σαυτόν γιατί θα χρειαστεί να δείξει πίστη στον εαυτό του· να χτίσει μια άμυνα και να το κάνει. Ίσως ακούγονται έντονα αυτά που λέω, τα ίδια θα έλεγα όμως σε οποιονδήποτε αποφάσιζε να κάνει μια μεγάλη αλλαγή. Δεν είναι τίποτα εύκολο, αλλά μας αξίζει να ζούμε όπως ονειρευόμαστε. Και το χωριό μπορεί να σου προσφέρει μια ονειρική ζωή, αρκεί να είσαι έτοιμος να τη ζήσεις».
Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]