Ελεύθερος με περιοριστικούς όρους αφέθηκε μετά την απολογία του ο ποινικολόγος Απόστολος Λύτρας. Αντιμετωπίζει την κακουργηματική κατηγορία της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, για την κακοποίηση της συζύγου του.
Ωστόσο, ανακρίτρια και εισαγγελέας αποφάσισαν ότι πληροί τις δυο τυπικές προϋποθέσεις του νόμου για να μην προφυλακιστεί: Δεν είναι ύποπτος φυγής, δεν είναι ύποπτος τέλεσης νέων αξιόποινων πράξεων, ομολόγησε το έγκλημα, ζήτησε ψυχολογική υποστήριξη, το ίδιο το θύμα στην ανακρίτρια μίλησε για μεμονωμένο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας και η πρώην σύζυγος ανακάλεσε την προηγούμενη καταγγελία της για εξύβριση.
Πάντως, η Πρόεδρος και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησαν την πειθαρχική έρευνα για την ανακρίτρια και τον εισαγγελέα που γνωμοδότησε. Ο λόγος είναι γιατί πρόκειται για ένα βαρύ κακούργημα, που ομολόγησε ο δράστης. Βάσει του ιστορικού ενδοοικογενειακής βίας που υπάρχει, οι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί θεωρούν ότι είναι ύποπτος τέλεσης νέων εγκλημάτων και σημειώνουν με νόημα ότι δεν μπορεί να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά στις δικαστικές κρίσεις. Υπονοώντας ότι αν δεν ήταν αναγνωρίσιμο πρόσωπο και ποινικολογός, η απόφαση θα ήταν προφυλάκιση.
Υπενθυμίζεται ότι αρχικά ο Απόστολος Λύτρας είχε προβεί στον ισχυρισμό ότι η γυναίκα του τραυματίστηκε άσχημα όταν έπεσε από τις σκάλες του σπιτιού τους.
Η γυναίκα δεν είχε υποβάλλει μήνυση σε βάρος του. Σύμφωνα με πληροφορίες από το αστυνομικό ρεπορτάζ, η γυναίκα φέρεται να έγνεψε καταφατικά όταν ο γιατρός τη ρώτησε αν τη χτύπησε ο άντρας της. Επίσης, πάλι κατά το αστυνομικό ρεπορτάζ, οι αστυνομικοί όταν έμειναν μόνοι με τη γυναίκα στο δωμάτιο του νοσοκομείου, τη ρώτησαν αν επιθυμεί την τοποθέτηση panic button στο κινητό της και φέρεται να απάντησε θετικά.
Ο ρόλος του γιατρού ήταν καταλυτικός καθώς κατήγγειλε την υπόθεση στην αστυνομία. Από 1η Μαίου οπότε και ισχύουν οι τελευταίες αλλαγές στον ποινικό κώδικα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ο γιατρός και όλοι οι επαγγελματίες υγείας υποχρεούνται εκ του νόμου να καταγγέλουν τέτοια περιστατικά στις αρχές, χωρίς να φοβούνται τυχόν συνέπειες, καθώς έχει θεσπιστεί το ακαταδίωκτο από τους δράστες. Δεν μπορεί κανείς να τους μηνύσει ή να τους κάνει αγωγή.
Η σύλληψη έγινε στο πλαίσιο εφαρμογής ειδικής διάταξης του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Φλωρίδη, που αντικατέστησε το άρθρο 23 του Νόμου 3500/2006 «περί ενδοοικογενειακής βίας» και ψηφίστηκε τον περασμένο Φεβρουάριο μαζί με τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα.