«Οι Έλληνες είναι "κολλημένοι" σε άθλιες δουλειές ημιαπασχόλησης, ενώ η κυβέρνηση ισχυρίζεται επιτυχία», είναι ο τίτλος δημοσιεύματος της αγγλόφωνης έκδοσης της Deutsche Welle.
Όπως επισημαίνεται, «το κάποτε ποσοστό-ρεκόρ 27% της ανεργίας στην Ελλάδα, μπορεί να έπεσε επτά ποσοστιαίες μονάδες από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, αλλά σχεδόν 6 στους 10 είναι "κολλημένοι" σε μία αγορά στην οποία κυριαρχεί η ημιαπασχόληση και οι εκ περιτροπής θέσεις εργασίας».
Η Deutsche Welle αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση μίας 26χρονης, που πήρε πρόσφατα πτυχίο στις πολιτικές επιστήμες. Η ίδια αναφέρει πως τα τελευταία χρόνια, εργάστηκε αρχικά ως σερβιτόρα, μετά έκανε ιδιαίτερα μαθήματα, δούλεψε σε παιδότοπο, ως πωλήτρια σε μία εταιρία κινητής τηλεφωνίας και τώρα εργάζεται σε ένα τηλεφωνικό κέντρο. «Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι όλες οι θέσεις εργασίας ήταν προσωρινές και με κακό μισθό. Όμως, το χειρότερο από όλα είναι ότι απαιτούσαν εργασία πλήρους απασχόλησης με όρους μερικής απασχόλησης», επισημαίνει το άρθρο.
Αυτές οι αδιέξοδες θέσεις εργασίας «στοιχειώνουν» το μεγαλύτερο μέρος του ταλαιπωρημένου οικονομικά νότου της Ευρώπης, σημειώνει το δημοσίευμα. «Τα τελευταία χρόνια, περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενους της Ισπανίας εργάζονται σε θέσεις προσωρινής απασχόλησης, σε σύγκριση με τα δύο πέμπτα στην Ιταλία. Αλλά στην Ελλάδα, α στοιχεία που ανακοινώθηκαν αυτή την εβδομάδα δείχνουν μια ανησυχητική τάση: 6 στους 10 ανθρώπους είναι εγκλωβισμένοι σε άθλιες, ανασφαλείς θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης».
Όπως υπογραμμίζεται, αν και αυτή η τάση ξεπέρασε το τρομακτικό 50% πέρυσι, οι οι ειδικοί περίμεναν ότι θα υποχωρήσει γρήγορα, καθώς η ελληνική οικονομία είχε ανάπτυξη σχεδόν 2%. Όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο, καταδεικνύοντας αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν «κούφια ανάπτυξη», τονίζει η Deutsche Welle.
«Είναι η χειρότερη δυνατή δύσκολη θέση στην οποία μπορούν να βρεθούν η Ελλάδα και οι Έλληνες μετά από σχεδόν μια δεκαετία επώδυνων θυσιών», λέει ο Γιώργος Κολλιάς, επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ.
«Η υπόθεση εργασίας ήταν ότι νέες θέσεις θα δημιουργούνταν μετά την περικοπή των μισθών και αφότου γίνουν ευκολότεροι για τους εργοδότες οι όροι για προσλήψεις και απολύσεις. Τελικά όμως, αυτό γύρισε μπούμερανγκ, δημιουργώντας μία τερατώδη, εργασιακή ζούγκλα όπου όλα επιτρέπονται. Περιττό να πω, ότι οι πιο ευάλωτοι επλήγησαν περισσότερο», τονίζει ο κ. Κόλλιας.
Το άρθρο αναφέρει επίσης πως σύμφωνα με τα στατιστικά που δημοσιοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα, 5 στους 10 Έλληνες εργαζόμενους είναι απλήρωτοι κατά μέσο όρο για έξι μήνες, από εργοδότες που ήδη πληρώνουν λιγότερα από 500 ευρώ τον μήνα για ημιαπασχόληση.
«Οι γυναίκες, στο μεταξύ, λαμβάνουν 50% λιγότερα από τους ήδη φριχτούς μισθούς, γεγονός που μπορεί να δώσει στην Ελλάδα μία από τις μεγαλύτερες μισθολογικές διαφορές μεταξύ των φύλων παγκοσμίως. Μόνο η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και το Μεξικό φέρεται να έχουν μεγαλύτερη διαφορά στις αμοιβές».
«Και όμως, αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι όλα αυτά είναι μέρος ενός success story που δημιουργήθηκε από την αριστερή κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, καθώς κινείται προς την τελική ευθεία της τετραετούς θητείας της στην εξουσία, ενώ ετοιμάζεται να απελευθερωθεί από τη λιτότητα και τα μνημόνια αργότερα φέτος», συνεχίζει το δημοσίευμα.
«Τα επίσημα στατιστικά του κράτους αυτόν τον μήνα έδειξαν ότι το κάποτε τρομακτικό ποσοστό ανεργίας του 27% της Ελλάδας έπεσε περίπου στο 20%, αφότου μειώθηκε κατά μία ποσοστιαία μονάδα τον περασμένο μήνα. Όμως, παραμένει σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ του 8,8%.
»Με την κυβέρνηση να καταγράφει κάθε άτομο που δουλεύει τουλάχιστον 2 ώρες την εβδομάδα ως εργαζόμενο, σχολιαστές, πολιτικοί και άνθρωποι σε όλη τη χώρα έχουν ξεσηκωθεί, αντικρούοντας την πτωτική τάση της ανεργίας. Ιδιωτικές οργανώσεις εργασίας και think tanks τοποθετούν το πραγματικό ποσοστό σε περίπου 25%. Ακόμη κι έτσι, η κυβέρνηση λέει ότι κάνει σημαντικά βήματα», αναφέρει η Deutsche Welle.
«Δεν ισχυριζόμαστε ότι έχουμε λύσει το πρόβλημα της ανεργίας στην Ελλάδα», δήλωσε η Ράνια Αντωνοπούλου, αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας. «Αλλά κάνουμε μικρά βήματα για να αντιστρέψουμε το ρεύμα».
Μεταξύ αυτών, όπως είπε, είναι η αύξηση των αιφνιδιαστικών επιθεωρήσεων στις επιχειρήσεις, για να καταπολεμηθούν οι παράνομες προσλήψεις και οι παρατυπίες. Καθώς όμως έχουν «παγώσει» οι προσλήψεις στον δημόσιο τομέα, η Ελλάδα διαθέτει έναν μόνο επιθεωρητή απασχόλησης για κάθε 3.000 εργαζόμενους, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι ένας για 300, τονίζει η Deutsche Welle.