Την προηγούμενη φορά που συνάντησα τον Κώστα Νικούλι ήταν ακόμα έφηβος. Είχε μοιραστεί στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού για το «Ξενία» του Πάνου Κούτρα με τον συμπρωταγωνιστή του Νίκο Γκέλια και είχε μόλις ξεκινήσει τα μαθήματα στη δραματική σχολή. Σήμερα είναι 30 χρονών και ένας καταξιωμένος ηθοποιός που είχε την τύχη να συνεργαστεί με σημαντικούς σκηνοθέτες στο θέατρο και το σινεμά, αλλά και να συμμετάσχει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες όπως οι «Άγριες Μέλισσες» και ο «Σασμός».
Τον είδαμε πρόσφατα στην ταινία «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου, ένα κοινωνικό δράμα που διαδραματίζεται στην ελληνική επαρχία, στο οποίο υποδύεται έναν Αλβανό που φορτώνεται έναν φόνο που δεν έκανε. Επίσης συμμετέχει και στην παράσταση του Μάθιου Λόπεζ «Η κληρονομιά μας» που σκηνοθετεί ο Γιάννης Μόσχος στο Εθνικό Θέατρο με τριπλό ρόλο. Πρόκειται για μια παράσταση που μιλάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια για τη ζωή των ομοφυλόφιλων ανδρών, εξερευνώντας θέματα που απασχολούν κάθε άνθρωπο –ανεξαρτήτως φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού–, όπως ο έρωτας, η απώλεια, η οικογένεια, η ταυτότητα, η ατομική ευθύνη, το αίσθημα του ανήκειν, η διατήρηση της ιστορικής μνήμης και –κυρίως– το δικαίωμα στην αγάπη.
Πλέον ο Κώστας Νικούλι έχει και την ιδιότητα του νέου μπαμπά: τον περασμένο Δεκέμβριο απέκτησε το πρώτο του παιδί με την ηθοποιό σύντροφό τουΚατερίνα Μαούτσου.
«Δεν με αντιμετωπίζει κανένας ως τον Αλβανό ηθοποιό, αλλά αυτό το βλέπω στην προσωπική μου ζωή, δεν έχει να κάνει με τις επιλογές μου στα επαγγελματικά. Έχει να κάνει με το πώς εγώ σχετίζομαι με τους ανθρώπους ή με το πώς βάζω τα όριά μου. Πολλές φορές μπορεί να μη διεκδικώ όσα πρέπει να διεκδικήσω. Μπορεί να ξεκινάει με ένα ζήτημα ταυτότητας, αλλά έχει αντίκτυπο στην προσωπική σου ζωή καθημερινά, αυτό είναι το θέμα»
— Κώστα, πώς αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός; Με ποια αφορμή;
Λίγο ασυνείδητα και λίγο ασυναίσθητα, στη θεατρική ομάδα του λυκείου. Είδα την ανακοίνωση και πήγε το κορμί μου μόνο του και δήλωσε συμμετοχή, χωρίς να έχω επιρροή από φίλους για να σκεφτώ τον χαβαλέ που θα κάνουμε στη θεατρική ομάδα. Ήταν το μόνο πράγμα που με ενδιέφερε στο σχολείο. Ήμουν πολύ κακός μαθητής, είχα μείνει πολλές φορές επανεξεταστέος και δεν είχα βλέψεις να σπουδάσω κάτι, οπότε στην Α' λυκείου που μπαίνει λίγο στο μυαλό σου το «και τι θα κάνω στο μέλλον», και αρχίζει λίγο να σε επηρεάζει, ακολούθησα αυτόν τον δρόμο, είδα ότι γουστάρω και άρχισα μέσα από αυτό να εκτιμάω τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και τα αρχαία. Άρχισα να βλέπω κάπως τα πράγματα, με άλλη εικόνα. Από εκεί ξεκίνησα.

— Οι γονείς σου τι είπαν όταν έμαθαν ότι θέλεις να γίνεις ηθοποιός;
Πέρνα κάπου και μετά καν’ το κι αυτό, παράλληλα. Δώσε Πανελλήνιες και πάρε ένα χαρτί και μετά το κάνεις και αυτό. Έδωσα Πανελλήνιες και πήγα πολύ χάλια, έκανα όμως προετοιμασία για να δώσω εξετάσεις στη δραματική σχολή, ήδη πήγαινα στις ακροάσεις του Πάνου Κούτρα όταν ήμουν στη Γ' λυκείου, οπότε πήγα προς την υποκριτική. Ήταν στόχος.
— Με τι ασχολούνταν οι γονείς σου;
Έχουν τελειώσει και οι δύο πανεπιστήμιο στην Αλβανία, η μητέρα μου ήταν πολιτικός μηχανικός, ο πατέρας μου καθηγητής γαλλικών, σπούδασε γαλλική φιλολογία, αλλά εδώ που ήρθαν η μητέρα μου στην αρχή δούλευε σε φούρνο, ο πατέρας μου ως οδηγός φορτηγού. Έκανε κι άλλες δουλειές όμως παράλληλα, δούλευε ως σερβιτόρος σε ταβέρνα τα Σαββατοκύριακα. Αργότερα έγινε οδηγός ταξί, η μητέρα μου πήρε ένα μίνι μάρκετ και τη βοηθάγαμε κι εμείς. Οι άνθρωποι που ήρθαν ως μετανάστες στην αρχή έχασαν την ιδιότητά τους, πέρασε πολύ δύσκολα αυτή η γενιά, αλλά βλέπω ένα κέρδος στις νεότερες γενιές σε άτομα αλβανικής καταγωγής, βλέπω παιδιά 12, 13, 14 χρονών που έχουν γεννηθεί εδώ και είναι Gen z να μιλάνε αλβανικά, οπότε αυτό το θεωρώ κέρδος.
Είναι τρομερό εφόδιο το να ξέρεις τη γλώσσα των γονιών σου. Είναι τρομερή δύναμη το να ξέρεις την ιστορία σου, το να μπορείς να επικοινωνήσεις με την κουλτούρα σου, το να έχεις εικόνες από άλλους κόσμους. Ο γονείς μου δεν ήθελαν να μιλάμε αλβανικά, για να μάθουμε τα ελληνικά, όμως οι γονείς μου κατάγονται από οικογένειες από την αλβανική ομογένεια, οι παππούδες τους ήταν Έλληνες, τα ελληνικά τα ήξεραν, η μητέρα μου όχι τόσο, αλλά τα έμαθε. Οι παππούδες της όμως ήταν Έλληνες, οπότε είναι και ένα παράπονο του πατέρα μου πολλές φορές, λέει «μα εμείς είμαστε Έλληνες», ενώ άλλες φορές λέει ότι είμαστε Αλβανοί. Για μένα θα ήταν εύκολο να πω ότι είμαι ομογενής της Βορείου Ηπείρου, απλώς πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι: η Βόρεια Ήπειρος υπήρξε αλλά μετά έγινε Αλβανία. Αν πω ότι είμαι Βορειοηπειρώτης ο άλλος με βλέπει με άλλο βλέμμα, «αααα, τότε είσαι Έλληνας». Όχι, δεν είμαι Έλληνας λόγω καταγωγής, είμαι Έλληνας επειδή έχω γεννηθεί εδώ, γιατί αυτό να μην ισχύει και να ισχύει το πού τραβήχτηκαν οι γραμμές στα σύνορα;
— Πες μου για τον ρόλο σου στο «Κρέας».
Στο «Κρέας» παίζω τον Χρήστο, ένα παιδί αλβανικής καταγωγής που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στην επαρχία· δεν γνωρίζει πολλά για τον πατέρα του, έχει μεγαλώσει με τη μητέρα του, η οποία αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αλβανία. Αυτός έμεινε εκεί και είναι ο παραγιός του Τάκη, κρεοπώλη και κτηνοτρόφου, και κάθε μέρα ανοίγει το κρεοπωλείο του. Είναι καλός σε αυτό που κάνει και θεωρεί ότι η δουλειά του είναι μια ευκαιρία για να ενσωματωθεί σε αυτήν τη μικρή κοινωνία.

— Τι έμαθες με αυτόν τον ρόλο που δεν ήξερες;
Μου έδωσε την ευκαιρία να μάθω το πώς φέρνεις εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου σε μια θέση, το πώς μπορεί να σε πιέζουν οι καταστάσεις και οι γύρω σου, αλλά παρ' όλα αυτά την τελική απόφαση την παίρνεις εσύ. Οπότε έμαθα ότι εσύ ορίζεις τα πράγματα, εσύ ορίζεις τον εαυτό σου. Πιο συγκεκριμένα, το ότι είσαι μετανάστης, ότι κατάγεσαι από μια άλλη χώρα, ότι είσαι ξένος είναι μια ιδιότητα που σου δίνουν οι άλλοι και πολλές φορές την ενστερνίζεσαι και την επανατροφοδοτείς με κάποιον τρόπο.
— Έχεις γεννηθεί στην Ελλάδα, έχεις ζήσει όλα τα χρόνια σου εδώ, τι σημαίνει ξένος για σένα; Είναι κάτι που εσύ αισθάνεσαι ή είναι κάτι που ορίζουν οι άλλοι για σένα;
Αυτό είναι το θέμα, ότι είναι μια διαδικασία που είναι και πραγματικότητα, έτσι ορίζεσαι. Είναι κάτι που οι γονείς σου προσπαθούν να μη φαίνεται, για να σε βοηθήσουν να ενσωματωθείς, αλλά, απ’ την άλλη, έχεις και την ανάγκη να μιλήσεις για τα βιώματά σου, για την ιστορία σου. Στην τελική, όμως, ξέρεις ότι θα το φέρει ο άλλος εκεί που τον βολεύει, όποτε θέλει να το φέρει μπροστά ως θέμα, και μετά το επανατροφοδοτείς εσύ με σκοπό να φτιάξεις μια ταυτότητα, να ξεχωρίσεις, να ορίσεις κάπως τον εαυτό σου. Δεν ξέρω αν μπορώ να πω ότι είμαι Έλληνας, όμως είμαι και Έλληνας, έχω ελληνική παιδεία, η πρώτη μου γλώσσα είναι τα ελληνικά, έχω ζήσει μόνο στην Ελλάδα.
Μιλώντας πάλι για το «Κρέας», έχει σημασία το πώς εσύ μπαίνεις σε μια διαδικασία να φέρεις τον εαυτό σου σε αυτή την ταυτότητα, και το πώς πολλές φορές μπαίνεις σε δεύτερη μοίρα, βάζεις τον εαυτό σου να δικαιολογηθεί, να ευχαριστήσει τον άλλον που σου δίνει μια οποιαδήποτε θέση ή που σε παίρνει στη δουλειά του. Μελέτησα το πώς το να αναλάβει ο Χρήστος την ευθύνη για έναν φόνο που δεν έκανε τού φάνηκε το πιο λογικό πράγμα σε μια τέτοια συνθήκη. Γιατί μπορεί ο καθένας να του έλεγε «πρέπει να το πάρεις πάνω σου», αλλά η τελική απόφαση είναι του ίδιου, λέει «ok, με έχουν βοηθήσει αυτοί οι άνθρωποι, γιατί να μην τους βοηθήσω κι εγώ;», αλλά είναι ένα στίγμα που το κουβαλάς και βάζεις εσύ την τρικλοποδιά στον εαυτό σου. Αυτό μπήκα στη διαδικασία να ψάξω στο «Κρέας», και στην τελική αυτό με αφορά, γιατί είναι ένα μεγάλο θέμα που καθορίζει κι εμένα τον ίδιο, τη ζωή τη δική μου. Και δεν έχει κλείσει.

— Ακόμα και τώρα είναι κάτι που σε καθορίζει; Σε αντιμετωπίζει κανείς ως τον Αλβανό ηθοποιό;
Δεν με αντιμετωπίζει κανένας ως τον Αλβανό ηθοποιό, αλλά αυτό το βλέπω στην προσωπική μου ζωή, δεν έχει να κάνει με τις επιλογές μου στα επαγγελματικά. Έχει να κάνει με το πώς εγώ σχετίζομαι με τους ανθρώπους ή με το πώς βάζω τα όριά μου. Πολλές φορές μπορεί να μη διεκδικώ όσα πρέπει να διεκδικήσω. Μπορεί να ξεκινάει με ένα ζήτημα ταυτότητας, αλλά έχει αντίκτυπο στην προσωπική σου ζωή καθημερινά, αυτό είναι το θέμα.
— Έκανες μια πολύ εντυπωσιακή αρχή στο «Ξενία», και στα 18 σου βρέθηκες με ένα βραβείο. Σου δημιουργήθηκε καθόλου άγχος για το πώς θα είναι η συνέχεια για σένα, μετά την επιτυχία της ταινίας;
Δεν μπορούσε να γίνει καλύτερο ξεκίνημα, λειτούργησαν πολλά πράγματα, ήταν και ο Πάνος γαμάτος, είπε «πάμε να κάνουμε μια μεγάλη δουλειά». Εγώ όμως δεν είχα το βάρος και τη συνείδηση του τι σημαίνει αυτό το πράγμα, ήμουν παιδί, αθώος οργανισμός που δεν σκεφτόταν τριακόσια πράγματα. Μπήκα μέσα σ’ αυτό και το ένα έφερε το άλλο. Νομίζω ότι αυτό ήταν το κέρδος, η αθωότητα, όταν δεν υπάρχει η σκέψη του να φτιάξεις έναν ρόλο, να φτιάξεις έναν χαρακτήρα. Στη σχολή είχα πάει μόνο έναν μήνα, αλλά έπρεπε να διακόψω γιατί δεν μπορούσα να τη συνδυάσω με τη δουλειά.
Ξεκάθαρα υπήρχε άγχος μετά το τέλος της ταινίας και, ξέρεις, υπήρχε και το «δεν είδα τίποτα». Ήξερα ότι πήγαμε σε φεστιβάλ, πήραμε ένα βραβείο, αλλά δεν είναι και όλες οι πόρτες ανοιχτές, έλεγα «φιλαράκο μου, άραξε, είναι πολύ δύσκολο». Πέρασαν δέκα χρόνια για να πάει η επόμενη ταινία στην οποία συμμετείχα σε ξένο φεστιβάλ –το «Κρέας» πήγε στο φεστιβάλ του Τορόντο–, οπότε δεν τελειώνει τίποτα, συνεχώς παλεύεις. Και οι ευχάριστες στιγμές είναι πολύ μετρημένες μέσα σ’ αυτό, έχεις συνέχεια άγχος, γιατί το ότι πάει μια ταινία σου ή διακρίνεται σε ένα φεστιβάλ, ακόμα κι αν σου δώσει ένα βραβείο, δεν σου λύνει τα προβλήματα, γιατί υπάρχει το πώς θα ζήσεις την επόμενη μέρα. Πώς θα λύσεις το βιοποριστικό. Τώρα έχω κι ένα παιδί, οπότε αυτό το πράγμα δεν τελειώνει. Πρέπει να είσαι καλά στην υγεία σου και σωματικά και ψυχικά.

— Πώς ήταν η πορεία σου μετά το «Ξενία»; Ήσουν αυστηρός στις επιλογές σου;
Προσπάθησα να τελειώσω τη δραματική σχολή για να πάρω τα εφόδια, να μην μπω τόσο απότομα στην τρέλα του να βρω δουλειά, οπότε υπήρχε λίγος χρόνος πριν μπω στη διαδικασία του άγχους. Ωστόσο έκατσαν κάποιες δουλειές, η ταινία με τον Γιάνναρη, που ήταν εφόδιο, γιατί βρέθηκα με έναν άνθρωπο του σινεμά που το ξέρει αυτό το πράγμα, κάποιες μικρού μήκους, και ναι, ήμουν λίγο αυστηρός, γιατί στην τηλεόραση δεν γίνονταν πολλές καλές δουλειές, δεν ήταν και εύκολο να πας. Τώρα έχουν μπει και κάποιοι άνθρωποι του σινεμά μέσα στις δουλειές της τηλεόρασης, οπότε υπάρχει μια άλλη αντιμετώπιση.
Κρατήθηκα μακριά από την τηλεόραση, έκανα θέατρο, που σημαίνει ότι ήταν δύσκολα από θέμα οικονομικής αποκατάστασης, οπότε μπήκα στη διαδικασία να δουλέψω ως βοηθητικός ηθοποιός. Και για να σου πω και την αλήθεια, είχα επιλογές να πάω να δουλέψω σε άλλα επαγγέλματα, αλλά όταν πήγα να βρω δουλειά στο σέρβις, μου λένε «κάρτα υγείας έχετε;». Δεν ήξερα τι είναι αυτό, είπα «θα τη βγάλω», και μετά σκέφτηκα «πού πας να μπλέξεις στο σέρβις, είναι ένας άλλος κόσμος, που θέλει τριβή για να πεις θα μπω σε αυτό και θα το κάνω όσο καλύτερα γίνεται», και από το να μπω στη διαδικασία να μάθω, αποφάσισα να πάω να δουλέψω ως βοηθητικός ηθοποιός.
— Τι σημαίνει βοηθητικός ηθοποιός;
Κομπάρσος. Ήμουν αυστηρός με τον εαυτό μου αλλά όχι και τόσο, δεν είπα «αν δεν σκάσει ο επόμενος πρωταγωνιστικός ρόλος, δεν θα δουλέψω». Το «Ξενία» βγήκε μετά την κρίση, που ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα. Ήμουν και 18 χρονών, έπρεπε να υπάρχει παρόμοιος ρόλος, αν και ακόμα για νέο με παίρνουνε. Ήμουν τυχερός από τη μία, γιατί μόλις τελείωσα τη σχολή με πήρε η Άντζελα Μπρούσκου κι εκεί μπήκα απευθείας στα βαθιά, σε μια καλλιτεχνική κατάσταση. Το να δουλεύεις με την Άντζελα Μπρούσκου είναι μια δύσκολη πίστα, αλλά σου δίνει τρομερά εφόδια, είναι δασκάλα η Άντζελα. Δεν ήταν παράσταση που θα έρθουν τα πούλμαν απέξω, και ακόμα δεν το ψάχνω αυτό, γιατί ξέρω ότι δεν θα περνάω καλά μέσα σε αυτό το πράγμα. Γιατί όταν ο στόχος είναι «να γεμίσουμε το θέατρο», χάνεται οποιοδήποτε άλλο κίνητρο. Πες μου «πάμε να κάνουμε και μία γαμάτη δουλειά», πες μου ότι έχεις ένα όραμα, πες μου ότι φαντάζεσαι έναν κόσμο, κι ας έρθει μετά και το γεμάτο θέατρο.
— Μπαμπάς έγινες από επιλογή ή προέκυψε;
Ήταν επιλογή.
— Πόσο έχει αλλάξει ο γιος σου τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα;
Θα σου πω μια εμπειρία που είχα μόλις γεννήθηκε. Δύο μέρες μετά πήγα στην πρόβα, ήμουν κουρασμένος και άρχισα να σκέφτομαι ότι δεν έχει τίποτα νόημα, δεν είχε να κάνει με την πρόβα αυτή καθαυτή, αλλά νόημα είχε μόνο να είμαι με το παιδάκι μου, να γελάει. Δεν θέλω να μειώσω τη δουλειά μου, απλώς κατάλαβα πώς γίνεται το παιδί προτεραιότητά σου. Είναι απίστευτο να μιλάς σε έναν μικρό άνθρωπο και να βλέπεις ότι αντιδράει. Έτσι όπως σε κοιτάζει αισθάνεσαι ότι είσαι ο πιο σημαντικός άνθρωπος γι’ αυτόν εκείνη τη στιγμή.
Βέβαια, ένα παιδί δεν είναι για όλους προτεραιότητα, αυτό χτίζεται, είναι μια διαδικασία που πρέπει να την περάσεις, να μπεις μέσα σ’ αυτήν, δεν σου βγαίνει απευθείας. Μόνο αν μπεις σε αυτήν τη διαδικασία καταλαβαίνεις αν είσαι ή δεν είσαι για παιδιά, δεν δέχομαι αυτό που λένε «εγώ δεν είμαι για παιδιά». Με τη σύντροφό μου, την Κατερίνα, είχαμε μια εγκυμοσύνη που ήταν παλίνδρομη και δεν ολοκληρώθηκε, η οποία με είχε πιάσει απροετοίμαστο. Ήμουν στην Κύμη για τα γυρίσματα του «Κρέατος» και τρόμαξα, μπορώ να πω. Όταν μου είπε ότι είναι ξανά έγκυος, ήταν η μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου. Έδωσα τον εαυτό μου μέσα σ’ αυτό. Ήθελα να γίνει, οπότε είναι ένα δώρο. Κι αυτό που παρατηρώ είναι ότι, όσο και να τρέχω, δεν κουράζομαι πια το ίδιο, γιατί έχω μια σημαδούρα, έχω έναν φάρο, έχω έναν στόχο.

— Θα έλεγες ότι τα πράγματα για έναν ηθοποιό στην ηλικία σου είναι δύσκολα στην Ελλάδα;
Δύσκολη είναι γενικά η ζωή, οπότε δεν μπορώ να ξεχωρίσω αν είναι πιο δύσκολη για έναν ηθοποιό. Ο ηθοποιός δουλεύει με σύμβαση και πρέπει να ψάχνει συνεχώς για την επόμενη δουλειά που θα κάνει, κι αυτό είναι μια ατέρμονη λούπα. Αυτό όμως, ξέρεις, είναι που κάνει και τη δουλειά μας ενδιαφέρουσα, ότι δεν βαλτώνουν τα πράγματα, ότι συνεχώς υπάρχει το ρίσκο και ο φόβος του «θανάτου»· θα είναι το τέλος; Θα συνεχίσω; Αυτό σε βάζει σε μια διαδικασία να είσαι ζωντανός, να είσαι συνειδητός, να είσαι alert, γιατί για έναν ηθοποιό η προηγούμενη δουλειά του θα τον πάει στην επόμενη. Είναι δύσκολα τα πράγματα όταν δεν γίνονται συνειδητά. Ό,τι σπείρεις, θα θερίσεις. Αν ο στόχος σου είναι να έχεις καλά χρήματα, θα πας προς τα εκεί, αυτό δεν ξέρω πόσο μπορεί να διαρκέσει, αλλά το ζητούμενο για μένα είναι να είσαι καλά με τον εαυτό σου, να χαίρεσαι τη διαδικασία, να χαίρεσαι την κάθε μέρα που είσαι εκεί, να μην αναθεματίζεις όταν πας στη δουλειά σου.
— Να πάμε στην «Κληρονομιά», στο θεατρικό στο οποίο συμμετέχεις αυτήν τη στιγμή με τρεις ρόλους. Με ποιον μπορείς να ταυτιστείς περισσότερο;
Μου αρέσει –δεν μπορώ να ταυτιστώ τόσο– ο ρόλος του Λέο, που είναι ένα παιδί που έχει φύγει από το σπίτι του στα 17, τον έχει διώξει η μάνα του. Τον πατέρα του δεν τον γνώρισε ποτέ, η μητέρα του έπινε, αυτός είναι τοξικομανής και εκδίδεται για να καταφέρει να επιζήσει. Δεν έχουμε ίδιο υπόβαθρο για να ταυτιστώ, αλλά τον αγαπώ λίγο πιο πολύ γιατί παλεύει για να κάνει κάτι στη ζωή του. Απ’ την άλλη, ο Άνταμ, που είναι ένα παιδί υιοθετημένο από μια οικογένεια πολύ πλούσια, που ναι μεν τα έχει βρει κάπως στρωμένα στη ζωή του αλλά κι αυτός έχει περάσει δυσκολίες, είναι λίγο πιο καιροσκόπος, θα έλεγα. Μπορώ να ταυτιστώ με την ανάγκη του να μπει, να χωθεί, γιατί είναι ηθοποιός και προσπαθεί να πάρει έναν ρόλο σε ένα έργο. Ταυτίζομαι λίγο με το ότι είναι αχόρταγος, θέλει να ρουφήξει τη ζωή και κάνει λάθη μέσα σ’ αυτό, όπως όλοι μας. Η ιστορία του Λέο έχει κάπως ένα happy end, και με αυτό μπορώ να ταυτιστώ, γιατί είναι λίγο ρομαντικό, όσο παλεύεις, στο τέλος θα τα καταφέρεις να ορθοποδήσεις. Στην πραγματική ζωή μπορεί να μη συμβαίνει τόσο, αλλά είναι αυτό που θα θέλαμε.
— Είναι πρόκληση το ότι παίζεις τρεις γκέι ρόλους; Γιατί ακούγεται πολύ η άποψη ότι δεν είναι ορθό να υποδυθεί έναν γκέι ρόλο κάποιος που δεν είναι γκέι. Είναι ένα από τα ζητήματα του woke.
Είναι μια τέχνη η υποκριτική και, όπως το είπες, υποδύεσαι έτσι κι αλλιώς κάτι που δεν είσαι. Είναι σαν να παίρνεις έναν άνθρωπο να σου φτιάξει ένα τραπέζι, να σου φτιάξει το σπίτι σου, κάτι που δεν μπορούν όλοι να κάνουν γιατί χρειάζεται μια διαδικασία στην οποία πρέπει να μπεις, μελετάς γι' αυτή, φτιάχνεις κάτι. Έτσι τη βλέπω την υποκριτική, τον ρόλο, σαν μια δουλειά για την οποία είσαι εκπαιδευμένος. Μπορώ να καταλάβω τις ενστάσεις μόνο από την άποψη ότι αν ένας άνθρωπος που είναι γκέι παίξει τον ρόλο ενός γκέι μπορεί να ταυτιστεί πιο πολύ με το βίωμα, έχει περισσότερο υλικό και μπορεί να έχει κάποιες προσωπικές αναφορές, αλλά αυτή είναι η δουλειά μας, και στην τελική, μπορεί να μην ταυτίζεσαι προσωπικά με το εκάστοτε βίωμα, αλλά έχεις μια αναφορά, κι ας έχεις βιώσει διαφορετική συνθήκη στη ζωή σου. Για παράδειγμα, μπορεί να μη με έδιωξε η μάνα μου από το σπίτι στα 17 επειδή με έπιασε με τον γκόμενό μου, αλλά μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος, μπορεί να μην έχω πουλήσει το σώμα μου, αλλά καταλαβαίνω πώς είναι να έχεις πουλήσει τον εαυτό σου για να καταφέρεις κάτι άλλο. Υπάρχει ένα μικρό αντίκρισμα.

— Η «κληρονομιά» πού αναφέρεται;
Η κληρονομιά είναι η ιστορία αυτής της κοινότητας, της γκέι κοινότητας, που κάπως ταυτίζεται με ένα σπίτι που έχει μια κερασιά, με ένα σπίτι όπου ο Γουόλτερ, ένας χαρακτήρας του έργου, έχει βοηθήσει πολλά θύματα του AIDS, τους έχει φιλοξενήσει εκεί γιατί δεν είχαν κανέναν, και τους έχει κρατήσει εκεί, τους έκανε παρέα μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής τους. Οπότε αυτή είναι η κληρονομιά, το από πού ξεκινάς, τι έχεις περάσει και πώς κουβαλάς όλη αυτή την ιστορία. Ταυτίζεται και με αυτό που λέγαμε στην αρχή, με την ταυτότητά σου, με το ότι η γνώση είναι εφόδιο, με το πόσο σημαντικό είναι να ξέρεις από πού ξεκίνησες, πώς ξεκίνησες, τι έχουν περάσει όλοι αυτοί οι άνθρωποι μέχρι τώρα. Το έργο πραγματεύεται την έννοια της πνευματικής κληρονομιάς, όταν φυτεύεις κάτι και το περιμένεις να μεγαλώσει, και το γεγονός ότι συμβάλλεις στη συγκεκριμένη κοινότητα από την αρχή μέχρι εκεί που θα ήθελες να φτάσει. Έχει να κάνει με τις ανθρώπινες σχέσεις, με το τι πέρασε αυτή η κοινότητα, στην τελική.
— Το έργο γράφτηκε και ανέβηκε την πρώτη περίοδο της προεδρίας του Τραμπ και τώρα που ανεβαίνει στην Ελλάδα είναι πάλι ο Τραμπ Πρόεδρος της Αμερικής...
Είναι ένας κύκλος, αυτό που γίνεται στην Αμερική είναι μια τρέλα. Είδα τη σκηνή που βγήκαν ο Τραμπ με τον Μασκ και πούλαγαν τα Τέσλα μπροστά από τον Λευκό Οίκο. Όλοι το αντιμετωπίζουν ως αστείο, αλλά δεν είναι καθόλου αστείο, γιατί σε ό,τι ζητάει ο πλανητάρχης δεν μπορεί να πει κανείς όχι. Έβλεπα τον Ζελένσκι που τον έκανε μηδενικό, έκανε επίδειξη εξουσίας, έδειξε ότι είναι κυρίαρχος. Αυτό που έχουν ξεκινήσει να κάνουν και είναι η τακτική τους και η στρατηγική τους είναι ένα τεράστιο ριάλιτι, που μπαίνεις στη διαδικασία να γελάς με αυτά που κάνει ο Τραμπ κι ας τα θεωρείς τραγικά. Κάνει δουλειά όμως αυτή η υπερέκθεση. Προέρχεται από τον κόσμο του θεάματος ο Τραμπ και το ξέρει καλά αυτό. Είναι λαϊκιστής και σου δίνει και την αίσθηση ότι είναι ένας βλάκας με τον οποίο μπορείς πιο εύκολα να ταυτιστείς. Αυτό μπορεί να τον κάνει σε αρκετό κόσμο συμπαθή, γιατί θεωρεί ότι έχει αδυναμία, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχει καμία αδυναμία. Είναι απίστευτο το ότι τα λεφτά του τα έχει κάνει ανεξάρτητα, έχει κάνει το back up του, δεν χρειάζεται να ανησυχεί για τίποτα και τώρα παίζει μπάλα όλον τον κόσμο.
— Πώς τα βλέπεις τα πράγματα γενικά στην Αθήνα;
Μου αρέσει η Αθήνα εκεί που μένω, στη Ριζούπολη, γιατί δεν έχει καμία με σχέση με το κέντρο, που με έχει κουράσει. Παλιά μου άρεσε να κάνω βόλτες, αλλά σήμερα ερχόμενος εδώ παρατήρησα ότι έχουν γίνει υπερβολικά πολλά ξενοδοχεία. Αυτό που με εκνεύρισε όμως είναι ότι όλα έχουν την ίδια αισθητική, ωραία ξύλινα τραπεζάκια, ωραίο ξύλινο σκαμπό που μπορείς να κάτσεις και να πιεις τον καφέ σου, και λες μα πόσο έχουν ομογενοποιηθεί όλα; Δεν έχουν ταυτότητα τα ξενοδοχεία και τα μαγαζιά, έχουν γίνει όλα ίδια, έχει εξαφανιστεί η ντόπια αισθητική, τα καφέ δεν έχουν πλέον κάποιον χαρακτήρα, είναι ψυχρά, και ξέρεις ότι αυτά έχουν και ημερομηνία λήξης.
Δεν κυκλοφορώ πλέον στο κέντρο, φτάνω μόνο μέχρι το Μεταξουργείο και τα Εξάρχεια αν βγω. Μου αρέσει πολύ το Παλαιό Φάληρο, έχω μεγαλώσει εκεί, μου λείπει ενίοτε. Στη Ριζούπολη έχω βρει μια παρόμοια αισθητική, ίδια ατμόσφαιρα, μια ησυχία· βέβαια δεν έχει θάλασσα και μου λείπει λίγο, αλλά μου αρκεί η ησυχία και αυτό το λίγο «χωριό» που έχει και το έχουμε λίγο ανάγκη. Δύσκολη τη βλέπω τη φάση στην Αθήνα, πολύ δύσκολη, πολλή οργή, έχει πολύ θυμό ο κόσμος. Βρίσκω μεγαλύτερη ομορφιά όταν βγαίνεις εκτός κέντρου, σε άλλες περιοχές· γύρω από την Αθήνα υπάρχει ακόμα χαρακτήρας.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Η κληρονομιά μας» εδώ.