Για ανησυχητική αύξηση της αστυνομικής βίας στην Ελλάδα, κάνει λόγο σε σημερινό ρεπορτάζ του ο Guardian.
«Η Ελλάδα καταγράφει μία ανησυχητική αύξηση της αστυνομικής βίας, εν μέσω αναφορών για απρόκλητες επιθέσεις από αξιωματικούς που χτυπούν διαδηλωτές με γκλομπ και γδύνουν κόσμο σε κοινή θέα, στο πλαίσιο ελέγχων», γράφει χαρακτηριστικά η Χελένα Σμιθ.
«Ομάδες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και η αριστερή αντιπολίτευση καταδικάζουν μία κατάσταση που εκλαμβάνεται ως ανάπτυξη υπέρμετρης δύναμης από τις αρχές. Παρά την ευρύτατη απαγόρευση στην Ευρώπη, η χρήση πλαστικών σφαιρών έχει επίσης εγείρει συναγερμό», συνεχίζει η Σμιθ, με την ΕΛΑΣ να έχει μεν διαψεύσει τη χρήση πλαστικών σφαιρών στην επιχείρηση στο Κουκάκι λέγοντας ωστόσο πως χρησιμοποίησε «μικρές πλαστικές μπάλες».
Διεθνής Αμνηστία: Συστημικά προβλήματα στην ΕΛ.ΑΣ και ατιμωρισία
Το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας χαρακτηρίζει «υπερβολικά ανησυχητική» την αύξηση των περιστατικών που καταγγέλλονται. Μιλώντας στον Guardian, η υπεύθυνη συντονισμού για τις καμπάνιες της Διεθνούς Αμνηστίας, Ειρήνη Γαϊτάνου, παρατηρεί μια ραγδαία αύξηση τέτοιων συμβάντων τους τελευταίους μήνες. Κατά την ίδια «είναι ξεκάθαρο πως δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά αλλά αντικατοπτρίζουν συστημικά προβλήματα στην ελληνική αστυνομικά, σε ό,τι αφορά τη βία και την ενδημική ατιμωρησία - ασυδοσία». Η Διεθνής Αμνηστία έχει κάνει έκκληση για έρευνα των αναφορών «σε βάθος, ανεξάρτητα και αμερόληπτα».
«Τα περιστατικά αστυνομικής βίας που έχουν καταγραφεί και αναρτηθεί στα social media, έχουν αυξηθεί αισθητά από όταν η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία με επικεφαλής τον Κυριάκο Μητσοτάκη απομάκρυνε (σ.σ από την εξουσία) τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα τον Ιούλιο», σημειώνει ο Guardian. «Έχοντας εκλεγεί με μία σκληρή πλατφόρμα "νόμου και τάξης" που υπόσχεται να ελέγξει την ριζοσπαστική αριστερά και τις καταλήψεις με πρόσφυγες σε "αναρχικούς θύλακες" όπως στα Εξάρχεια, στην κεντρική Αθήνα, η κυβέρνηση του Μητσοτάκη φαίνεται να έχει δώσει το ελεύθερο στις δυνάμεις ασφαλείας. Συγκρούσεις μεταξύ φοιτητών και της αστυνομίας έχουν αυξηθεί από τον Αύγουστο, που το κυβερνών συντηρητικό κόμμα ξεκίνησε την καταστολή, καταργώντας ένα νόμο που απαγόρευε την είσοδο της αστυνομίας σε πανεπιστημιακούς χώρους (σ.σ άσυλο), και που θεωρείτο "ιερός" σε μία χώρα που έχει περάσει στρατιωτική δικτατορία».
«Ο Μητσοτάκης έχει κατηγορήσει τον ΣΥΡΙΖΑ για υποδαύλιση του κλίματος ανομίας, υποστηρίζοντας πως το άσυλο έχει γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης με αποτέλεσμα πανεπιστημιακοί χώροι να μετατρέπονται σε στέκια ναρκωτικών και "εργοστάσια" παραγωγής βομβών. Κατά τον ίδιο, οι εκτεταμένες ζημιές σε τράπεζες και ιδιωτικές περιουσίες είναι επίσης το τίμημα ενός τέτοιου κλίματος».
Για τις επιχειρήσεις στο Κουκάκι
«Όμως η ασυμβίβαστη στάση του Έλληνα πρωθυπουργού έχει επίσης ως αποτέλεσμα μία σειρά από παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με επικριτές. Τον περασμένο μήνα, χωρίς προειδοποίηση ή ένταλμα, οι ειδικές δυνάμεις εισέβαλαν σε σπίτι στο Κουκάκι επειδή ήταν παρακείμενο σε μία κατάληψη, σε μια γειτονιά της Αθήνας σε απόσταση αναπνοής από την Ακρόπολη. Ο Δημήτρης Ινδαρές, ένας γνωστός σκηνοθέτης και ιδιοκτήτης του οικήματος συνελήφθη, δέθηκε και τραυματίστηκε. Αυτό προκάλεσε κατακραυγή, με τον εισαγγελέα να διατάζει έρευνα. Το κυβερνών κόμμα της Νέα Δημοκρατίας αντεπιτέθηκε, λέγοντας πως η αστυνομία είχε δράσει με ένταλμα. Αργότερα μέσα στην ίδια μέρα, μία γυναίκα τραυματίστηκε από πλαστική σφαίρα, σύμφωνα με αναφορές, κατά τη διάρκεια αστυνομικής επιχείρησης σε άλλη κατάληψη. Νοσηλεύθηκε σε νοσοκομείο με σοβαρά τραύματα στο στήθος, σύμφωνα με γιατρούς», συνεχίζει ο Guardian.
Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υπόσχονται από την πλευρά τους να εντείνουν την κριτική για τους χειρισμούς του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, με τους αριστερούς να επικρίνουν τη Νέα Δημοκρατία ότι απευθύνεται στη συντηρητική της βάση. Για την μεταναστευτική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης, ο Guardian επισημαίνει πως παρά τη φιλελεύθερη πλευρά, ο Μητστοτάκης τηρεί αυστηρή στάση, ενισχύοντας τους συνοριακούς ελέγχους και ανακοινώνοντας τη δημιουργία κλειστών, προ-αναχωρησιακών κέντρων, ενώ «ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκφράζουν φόβους πως θα μπορούσαν εύκολα να μετατραπούν σε φυλακές»
Ο Guardian επικαλείται επίσης καταγγελίες και αναφορές για φοιτητές που υποβλήθηκαν σε σωματικούς ελέγχους και ξεγυμνώθηκαν από την αστυνομία. «Σε ένα πλέον διαβόητο περιστατικό, ένας πρωτοετής φοιτητής προσεγγίστηκε από την αστυνομία καθώς περίμενε σε στάση λεωφορείου στην Αθήνα και δέχθηκε επί ώρες τον χλευασμό από αξιωματικούς, αφού πρώτα διατάχθηκε να γδυθεί και να μείνει με τα εσώρουχά του και τις κάλτσες του. Μια 19χρονη φοιτήτρια περιέγραψε πως, χωρίς να προκαλέσει, προσήχθη από την αστυνομία μετά τη συμμετοχή της στην πορεία της 17ης Νοεμβρίου [...] Η νέα γυναίκα, που υπέστη σοβαρό τραυματισμό στο χέρι, περιέγραψε πώς η ίδια και δεκάδες άλλες οδηγήθηκαν σε ένα υπόγειο γκαράζ στην Μπουμπολίνας [...] όπου τους πέρασαν χειροπέδες και τους γονάτισαν. Η γυναίκα, μία από τους 32 που συνελήφθησαν δήλωσε αργότερα πως νόμισε ότι θα πεθάνει».
«Την επόμενη ημέρα, καθώς οι συλληφθέντες διαδηλωτές παρουσιάστηκαν στα δικαστήρια, δημοσιογράφοι περιέγραψαν σκηνές χάους, όταν διμοιρία των ΜΑΤ άρχισε να ξυλοκοπεί φίλους και συγγενείς αδιακρίτως. Η Γιώτα Τέση, δημοσιογράφος της Εφημερίδας των Συντακτών [...] περιέγραψε πως οι αστυνομικοί με γκλομπ άρχισαν να χτυπούν το πλήθος χωρίς προφανή λόγο, ακόμα και δημοσιογράφους στο σημείο: Σε όλα τα χρόνια που κάνω ρεπορτάζ δεν έχουν ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Ένας αστυνομικός είπε "αν κάποιος με φτύσει, δεν θα τον φτύσω, θα τον χτυπήσω όπου μπορώ, ίσως και στο κεφάλι"».
Αντιδρώντας στις καταγγελίες, «η κυβέρνηση προέβη σε μία κίνηση χωρίς προηγούμενο, συστήνοντας μία επιτροπή με επικεφαλής τον καθηγητή συνταγματικού δικαίου, Νίκο Αλιβιζάτο, που χαίρει σεβασμού από την αριστερά [...] Αλλά αυτό το μέτρο δεν εγγυάται πως θα ηρεμίσει τα πνεύματα», σχολιάζει ο Guardian, υπενθυμίζοντας πως μετά τις επιχείρησης στο Κουκάκι, ο κ. Αλιβιζάτος ζήτησε την παρέμβαση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, προειδοποιώντας ακόμα και με παραίτηση, τονίζοντας πως «η εν λόγω Επιτροπή δεν μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη ως άλλοθι για τέτοιου είδους απαράδεκτες συμπεριφορές».
Με πληροφορίες από The Guardian
σχόλια