Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας στο London School of Economics, εμπειρογνώμων πρεσβευτής σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών σε θέματα Ανθρώπινης Ασφάλειας και Μεταναστευτικής Πολιτικής και εκπρόσωπός του τόσο στο Εθνικό Συμβούλιο κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας όσο και στην Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ο Ηρακλής Μοσκώφ είναι από το 2013 επικεφαλής του Γραφείου Εθνικού Εισηγητή για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Ανθρώπων.
Ένα αντικείμενο το οποίο γνωρίζει άριστα εφόσον ασχολείται με αυτό από διάφορα πόστα επί τουλάχιστον μια εικοσαετία εντός κι εκτός συνόρων, εξ ου και η σπάνια για τα καθ΄ημάς διακομματική συναίνεση στο πρόσωπό του αλλά και η εκτίμηση των δικαιωματικών οργανώσεων, ακόμα κι όταν οι απόψεις τους διίστανται – ο ίδιος άλλωστε είναι όχι μόνο ανοικτός σε κάθε διάλογο αλλά και «υποχρεωμένος» λόγω θέσης να επιχειρεί κάθε φορά να βρίσκει τη χρυσή τομή και να συμβιβάζει τα φαινομενικά ασυμβίβαστα, δίχως να τα κρύβει κάτω από το χαλί ως είθισται στην Ελλάδα.
Το νέο εθνικό σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της εκμετάλλευσης και της εμπορίας ανθρώπων αφενός, οι ανεπάρκειες που διαπιστώνει στην υφιστάμενη νομοθεσία για τη σεξεργασία και το τράφικινγκ αφετέρου ήταν οι αφορμές αυτής της συνάντησης, θέματα που σίγουρα σηκώνουν αρκετή συζήτηση και δίνουν πολλή τροφή για σκέψη.
«Στη χώρα μας ο δημόσιος διάλογος για τη σεξεργασία διεξάγεται αρκετά χρόνια τώρα και σίγουρα δεν είναι εύκολος γιατί και το ζήτημα έχει πολλές πτυχές – ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος μπορεί να βρει δίκιο και στη μία πλευρά και στην άλλη, να δεχτεί δηλαδή τόσο το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του σώματος ενός ενήλικου ατόμου όσο και το αξίωμα ότι οι οπές του ανθρώπινου σώματος δεν είναι εργοτάξιο» λέει χαρακτηριστικά, με τον ίδιο παρότι κοντύτερα στο λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο να τοποθετείται «κάπου ανάμεσα», τονίζοντας ότι «προτεραιότητα για το Γραφείο μας αποτελεί η προστασία των εκδιδόμενων προσώπων, δηλαδή η κατοχύρωση των ατομικών και κοινωνικών τους δικαιωμάτων, της υγείας, της σωματικής τους ακεραιότητας και κάθε άλλου έννομου αγαθού, η αναβάθμιση της ορατότητάς τους και η διεύρυνση των εναλλακτικών επιλογών».
Χρειάζεται γενικότερα να εξαλειφθεί η νοοτροπία ότι για να κάνεις κάτι στη ζωή σου χρειάζεσαι κάποιον «νταβά», από το πολιτικό «μέσο» που θα βάλεις για να βρεις δουλειά ή να διεκπεραιώσεις μια υπόθεση μέχρι το φακελάκι που θα δώσεις στον γιατρό.
Χρειάζεται επιπλέον, τονίζει, να εκπαιδευτούμε στο γεγονός ότι για τον ευάλωτο άνθρωπο «δεν είναι άλλοθι το ότι μπορεί να μη στερείται την ελευθερία του, να συναινεί στην εκμετάλλευσή του ή και να εκδίδεται αυτοβούλως» καθώς οι σχέσεις εκμετάλλευσης δεν περιορίζονται στη βία και τον εξαναγκασμό, φέρνει δε ως παράδειγμα το κίνημα #metoo.
Συμφωνεί ότι η διακίνηση και η εμπορία ανθρώπων γενικά συνδέεται στενά με το μεταναστευτικό εφόσον συνήθως αφορά αλλοεθνείς, συμβάλλοντας έτσι στην καλλιέργεια ενός κλίματος «απειλής» για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια, δίνει δε ιδιαίτερη σημασία στην εκπαίδευση, τόσο τη σχολική όσο και την επαγγελματική, καθώς «χρειάζεται να υποστηρίξουμε την ανάπτυξη μιας νέας κοινωνικής συνείδησης περί του σχετίζεσθαι μεταξύ ισότιμων ατόμων» αλλά και «να εξαλειφθεί γενικότερα η νοοτροπία ότι για να κάνεις κάτι στη ζωή σου χρειάζεσαι κάποιον “νταβά”, από το πολιτικό μέσο που θα βάλεις για να βρεις δουλειά ή να διεκπεραιώσεις μια υπόθεση μέχρι το φακελάκι που θα δώσεις στον γιατρό».
— Η πανδημία επιδείνωσε, κοντά στα άλλα, τη θέση των εργαζόμενων στο σεξ αφενός, των θυμάτων καταναγκαστικής σεξουαλικής ή/και εργασιακής εκμετάλλευσης αφετέρου. Ποια είναι η εικόνα σήμερα;
Σε μια παρέμβασή μου στη βουλή, στο πρώτο λοκντάουν, είχα πει για τους εργάτες γης ότι όταν εν μέσω πανδημίας δεν φροντίζεις να υπάρχει μια στοιχειώδης φροντίδα και περίθαλψη για ανθρώπους που ζουν σε καταυλισμούς και κλειστές δομές γενικότερα, λογικό είναι να αναμένεις υγειονομικές «βόμβες». Και ναι μεν στη συνέχεια πάρθηκαν μέτρα και υπήρξαν κάποιες παρεμβάσεις στα προσφυγικά ΚΥΤ, δεν συνέβη όμως το ίδιο με τους άτυπους καταυλισμούς των εργατών γης στη Μανωλάδα και αλλού – μια τέτοια έξαρση είχαμε τον Σεπτέμβριο στη Σκάλα Λακωνίας.
Όμως αυτό είναι, ξέρετε, ένα χαρακτηριστικό της δημόσιας διοίκησης γενικότερα, ότι δηλαδή δυσκολευόμαστε πολύ να σκεφτούμε εκτός ενός δεδομένου πλαισίου και βγάζουμε κάθε φορά από την εργαλειοθήκη μας τον ίδιο «μπούσουλα», ανεξάρτητα από την πρόκληση που αντιμετωπίζουμε. Και για τη δημόσια διοίκηση γενικά οι μετανάστες εργάτες γης είναι αδήλωτοι, παράτυποι και γενικότερα β’ κατηγορίας πολίτες, δεν αντιλαμβάνεται ότι αν σκάσει μια τέτοια «βόμβα» σε έναν τέτοιο καταυλισμό, δεν θα περιοριστεί βέβαια εκεί.
Όσο αφορά τώρα τη σεξουαλική εκμετάλλευση και το τράφικινγκ, με κλειστούς όλους αυτούς τους χώρους που προσφέρονται ερωτικές υπηρεσίες, πολλές εργαζόμενες εκεί αναγκάστηκαν να μείνουν με τους προαγωγούς και τους εκμεταλλευτές τους, τους «συνέταιρούς» τους κατά τον νέο ΠΚ, που ορίζει ότι αφού είσαι ενήλικας έχεις το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματός σου και ελεύθερα συναινείς να εργαστείς σε έναν οίκο ανοχής, αυτό δεν αποτελεί εκμετάλλευση αλλά συνεταιρισμό. Ο μαστροπός δηλαδή μπορεί πλέον να θεωρηθεί «συνέταιρος».
Νομίζω ότι αυτός ο συλλογισμός είναι λάθος, όχι γιατί διαφωνώ ριζικά επί της αρχής αλλά επειδή υπάρχουν πολλές διαφορετικές βαθμίδες και γκρίζες ζώνες εκμετάλλευσης, που θα έπρεπε να μας απασχολούν, το κακό δηλαδή δεν περιορίζεται μόνο στις κραυγαλέες περιπτώσεις, στις «σκλάβες του σεξ» που διατηρούσε ο ISIS, ας πούμε. Αυτό είναι και το κύριο επιχείρημα των πολέμιων της σεξεργασίας, ότι δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών αυτών βρίσκεται σε μια κατάσταση πολύπλευρης «οιωνεί δουλείας».
— Αλλά μια νομοθεσία που αναγνωρίζει το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος και τη σεξεργασία ως επάγγελμα ακούγεται προοδευτική και στη σωστή κατεύθυνση, όχι;
Καταρχήν ναι, όμως υπάρχει μεγάλος αντίλογος στο «διά ταύτα» και όχι μόνο από μερίδα φεμινιστικών οργανώσεων. Ακόμα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει εκδώσει ψήφισμα που, παρότι μη δεσμευτικό, επηρέασε την πολιτική αρκετών χωρών που εδώ και χρόνια δεν δέχονται ότι η ανθρώπινη φύση μπορεί να είναι παρεχόμενη υπηρεσία και δεν διώκουν μεν τα εκδιδόμενα πρόσωπα –αντιθέτως, τα στηρίζουν– αλλά επιβάλλουν νομικές κυρώσεις στους πελάτες του αγοραίου έρωτα. Πρόκειται για το λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο που αντιτίθεται στο γερμανοολλανδικό, το οποίο αντιμετωπίζει την εργασία στο σεξ ως συναινετικό επάγγελμα καταρχήν.
Στη χώρα μας αυτός ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται αρκετά χρόνια τώρα και σίγουρα δεν είναι εύκολος, υπάρχουν έως και ακραίες αντιπαραθέσεις γιατί και το ζήτημα έχει πολλές πτυχές – ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος μπορεί να βρει δίκιο και στη μία πλευρά και στην άλλη, να δεχτεί δηλαδή τόσο το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του σώματος ενός ενήλικου ατόμου όσο και το αξίωμα ότι οι οπές του ανθρώπινου σώματος δεν είναι εργοτάξιο. Το τελευταίο δεν συνεπάγεται ότι η εργασία αυτή είναι οπωσδήποτε περισσότερο αναξιοπρεπής από άλλες, κάτι που είναι όντως αρκετά συζητίσιμο. Το πρόβλημα έγκειται στις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνήθως γίνεται.
— Στέκεστε συνεπώς κάπου ανάμεσα όσο αφορά τα δύο αυτά μοντέλα, το σκανδιναβικό και το γερμανοολλανδικό;
Ακριβώς. Αυτό σημαίνει ότι ναι, δεχόμαστε τη σεξεργασία ως επάγγελμα αλλά θα παλέψουμε –και το παλέψαμε– να μπουν ρήτρες αναφορικά με το ποιος παίρνει άδειες δημιουργίας οίκων ανοχής, τι είδους στήριξη έχει, να δούμε τι συμβαίνει στα μασάζ και τα στριπτιζάδικα, τι γίνεται με όσα άτομα εκδίδονται στον δρόμο κ.λπ. Κάτι που φυσικά δεν συμφέρει τους μαστροπούς καθώς η «μαύρη» εργασία έχει ως γνωστό μεγάλη ζήτηση στη βιομηχανία του σεξ, όπως βέβαια και στους εργάτες γης καθώς έτσι δημιουργούνται υπερκέρδη. Οπότε για να εφαρμοστεί αυτό στην πράξη, ή προσλαμβάνεις πολυπληθές προσωπικό για ελέγχους ή επιστρέφεις στη συνήθη ελληνική «μανιέρα» ενός καθεστώτος νόμιμου και ταυτόχρονα παράνομου!
— Έκανε περαιτέρω αλλαγές ο νέος ΠΚ στον υφιστάμενο νόμο του ’99 για τη σεξεργασία και τους οίκους ανοχής;
Αυστηροποίησε το κακούργημα όσον αφορά την εμπορία ανθρώπων αλλά το αντιμετωπίζει ως έγκλημα κατά της προσωπικής και όχι της γενετήσιας ελευθερίας, η οποία παραμένει δικαίωμά σου στα πλαίσια της αυτοδιάθεσης. Παραμένει επίσης αυστηρός με το τράφικινγκ ανηλίκων.
Προσέξτε, όμως: Ενώ παλιότερα μπορούσε η αστυνομία να πάει να ελέγξει έναν οίκο ανοχής και να ασκήσει διώξεις για μαστροπεία, που μέσα από μαρτυρικές καταθέσεις μπορούσε να μετατραπεί στο βαρύτερο αδίκημα της εμπορίας ανθρώπων, τώρα δυσκολεύεται ακριβώς διότι μια επιχείρηση παροχής ερωτικών υπηρεσιών θεωρείται συνεταιριστική. Υπόψη κιόλας ότι αν πας σε μια δίκη για τράφικινγκ, οι κατηγορούμενοι κατά κανόνα προσέρχονται με γνωστούς μεγαλοδικηγόρους ενώ τα θύματα επαφίενται στις δικαιωματικές οργανώσεις και τις ΜΚΟ. Οι οποίοι μεγαλοδικηγόροι χρησιμοποιούν αυτό ακριβώς το επιχείρημα, ότι εμείς κύριοι δεν παρανομούμε διότι έχουμε συνεταιρισμό, υπάρχει ελευθερία κινήσεων και συναίνεση. «Μα δε βλέπετε, κυκλοφορεί ελεύθερα, έχει λογαριασμό στο φέισμπουκ, όλα γίνονται με τη συναίνεσή της» έλεγε, θυμάμαι, ένας τέτοιος δικηγόρος για θύμα τράφικινγκ. «Αμείβεται κιόλας, 50 ευρώ τη μέρα» συμπλήρωνε, εννοώντας το ένα ευρώ ανά πελάτη που της άφηνε ο κατηγορούμενος…
Αλλά, όπως είπαμε, το τράφικινγκ δεν περιορίζεται στις ακραίες περιπτώσεις της απαγωγής, της άσκησης βίας και του υποχρεωτικού εγκλεισμού και η ευρωπαϊκή νομολογία όπου βασίστηκε η καταδίκη της χώρας μας στο ΕΔΔΑ, στην υπόθεση των εργατών γης στη Μανωλάδα (2017), λέει ότι, εντάξει, δεν τους είχαν περιορισμένους και εργάζονταν εκεί με τη θέλησή τους, αυτό ωστόσο δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπήρχε –και ακόμα υπάρχει, παρότι σε κάπως «ηπιότερο» βαθμό– και εργασιακή εκμετάλλευση και εργασιακό τράφικινγκ.
Πρέπει, νομίζω, γενικότερα να εκπαιδευτούμε στο γεγονός ότι για τον ευάλωτο άνθρωπο δεν είναι άλλοθι το ότι δεν στερείται την ελευθερία του, ότι μπορεί να συναινεί στην εκμετάλλευσή του ή να εκδίδεται αυτοβούλως. Αυτοί οι ισχυρισμοί μοιάζουν με τις αντιδράσεις ενός όχι μικρού κομματιού της κοινωνίας απέναντι στο κίνημα #metoo, ότι «αφού σε κακοποιούσε αυτός ο άνθρωπος γιατί δεν έφευγες, γιατί δεν μιλούσες νωρίτερα, μήπως τα ήθελες κι εσύ τελικά;».
— Υπάρχουν και οι «δεσμοί χρέους» μεταξύ θυτών και θυμάτων τράφικινγκ, οι οποίοι μοιάζουν με εκείνους που δημιουργούσαν οι πειρατές με αιχμαλώτους τους ώσπου να λάβουν τα απαιτούμενα λύτρα.
Πράγματι, μαθεύτηκε μια ακόμα τέτοια περίπτωση τις προάλλες στη Θεσσαλονίκη, με αλλοδαπούς οι οποίοι είχαν απαγάγει συμπατριώτες τους για λύτρα. Έχουμε έπειτα κοπέλες από τη Νιγηρία κυρίως, που εκδίδονται συχνά δίχως προφυλάξεις έναντι ευτελών ποσών και οι προαγωγοί τους τις «δένουν» με βουντού απειλώντας τις ίδιες και τις οικογένειές τους ότι θα πάθουν κακό αν δεν συνεργαστούν.
Η διακίνηση και η εμπορία ανθρώπων γενικά συνδέεται στενά με το μεταναστευτικό εφόσον συνήθως αφορά αλλοεθνείς, συμβάλλοντας έτσι στην καλλιέργεια ενός κλίματος «απειλής» για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια. Υπάρχει όμως και μια άλλη παραγνωρισμένη πλευρά του τράφικινγκ, η εξαναγκαστική εγκληματικότητα. Κάποια ξένα παιδιά που πιάνονται να κλέβουν και αντιμετωπίζονται ως η επιτομή του εγκληματία, περιλαμβάνονται ακριβώς σε αυτή την κατηγορία.
Έχω δει μπροστά μου να λιντσάρουν σχεδόν οι παρευρισκόμενοι ένα τέτοιο παιδί στη Νέα Σμύρνη. Κανείς δεν σκέφτηκε ότι πιθανότατα κάποιοι τον είχαν εξαναγκάσει να το κάνει αυτό..
— … ότι θα μπορούσε, δηλαδή, να είναι ένας σύγχρονος Όλιβερ Τουίστ.
Πολύ σωστή παρομοίωση. Γι’ αυτό νομίζω ότι θα έπρεπε να δώσουμε μεγαλύτερη σημασία σε αυτές τις συνθήκες και να τις αξιολογήσουμε ανάλογα. Να υπάρξει πρόνοια και μια διαφορετική αντιμετώπιση για αυτά τα παιδιά.
— Μιλώντας για παιδιά, έχετε πει επανειλημμένα ότι χρειάζεται να δοθεί μεγάλη έμφαση στην εκπαίδευση.
Ναι, αυτό είναι πολύ βασικό διότι χρειάζεται να αλλάξει το όλο αφήγημα. Να ανατραπούν τα έμφυλα στερεότυπα αλλά και να γίνει συνείδηση ότι όχι, δεν είναι ok να «αγοράζεις» τον διπλανό σου, ακόμα κι αν εκείνος συναινεί. Στο θέμα της σεξουαλικής εκπαίδευσης, π.χ., έδωσα «μάχη» ώστε να συμπεριληφθεί η διάσταση του τράφικινγκ. Χρειάζεται γενικότερα να εξαλειφθεί η νοοτροπία ότι για να κάνεις κάτι στη ζωή σου χρειάζεσαι κάποιον «νταβά», από το πολιτικό «μέσο» που θα βάλεις για να βρεις δουλειά ή να διεκπεραιώσεις μια υπόθεση μέχρι το φακελάκι που θα δώσεις στον γιατρό.
— Μήπως θα πρέπει να αναθεωρηθεί ολόκληρος ο νόμος για τη σεξεργασία και τους οίκους ανοχής, όπως ζητούν και δικαιωματικές οργανώσεις;
Ο εν λόγω νόμος που θεσπίστηκε το ’99 ακολουθώντας σχετική ευρωπαϊκή οδηγία είναι πια όντως «γερασμένος» και κατά κοινή ομολογία παρωχημένος, υπάρχει δε μια εμφανής διγλωσσία. Αναγνωρίζει μεν την εργασία στο σεξ ως επάγγελμα υπό προϋποθέσεις αλλά θέτει τόσες «ασφαλιστικές δικλείδες» (200 μ. απόσταση των οίκων ανοχής από ναούς, σχολεία, νηπιαγωγεία, φροντιστήρια, παιδικούς σταθμούς, νοσηλευτικά ιδρύματα, κέντρα νεότητας, αθλητικά κέντρα, οικοτροφεία, βιβλιοθήκες, ευαγή ιδρύματα, παιδικές χαρές και πλατείες) ώστε ουσιαστικά το ακυρώνει στην πράξη.
Διατηρείται έτσι ένα καθεστώς παρανομίας που ευνοεί κάθε είδους παραβατικές πράξεις και συμπεριφορές. Αλλά και να γίνουν ευνοϊκότερες οι διατάξεις του νόμου, όπως έχει προτείνει και η επιτροπή που έχει συσταθεί σχετικά, χρειάζεται η συνεργασία των δήμων και των περιφερειών που όμως στην πλειοψηφία τους δεν δείχνουν ιδιαίτερη προθυμία, τους ενδιαφέρουν περισσότερο οι κινήσεις εντυπωσιασμού παρά οι ουσίας.
— Ασχολείστε με το αντικείμενο από διάφορες θέσεις εδώ και μια εικοσαετία. Πόσο έχουμε έκτοτε προοδεύσει;
Είναι πολύ αργόσυρτα και βασανιστικά τα βήματα που γίνονται γενικά σε αυτό τον τομέα, αγαπητέ, θέλει τεράστια υπομονή κι επιμονή. Θεσμικά, ναι, γίνανε πρόοδοι, το νομικό μας οπλοστάσιο είναι πια πολύ ισχυρό, είμαστε συμβαλλόμενα μέλη σε μια σειρά από διεθνείς συμβάσεις και η δουλειά ανθρώπων σαν εμένα είναι ακριβώς η εφαρμογή αυτών των θεσμικών και νομικών δεσμεύσεων.
Είμαστε επίσης σήμερα σε μια διαδικασία που αναμένουμε να δρομολογηθούν από την Πολιτεία συγκεκριμένα προγράμματα, πέρα από τα ευρωπαϊκά και όσα τρέχουν διάφορες ΜΚΟ ή και σε συνεργασία με αυτά. Υπάρχει ένα εθνικό σχέδιο δράσης που καταστρώθηκε, μπορώ να πω πολύ φιλότιμα, και έχει διοχετευθεί σε ΕΣΠΑ, δομές όπως η γραμματεία ασυνόδευτων ανηλίκων, γίνονται συνεννοήσεις με συναρμόδια υπουργεία κ.λπ.
Δεν στέκομαι, ξέρετε, μόνο στο δικό μου αντικείμενο, βλέπω και τα όμορα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και βέβαια την πρόληψη και την εκπαίδευση, όχι μόνο για σχολεία αλλά και για υπηρεσίες και επαγγελματικούς χώρους. Χρειαζόμαστε επίσης πολιτικές πρόνοιας για το «μετά» – έστω ότι «απελευθερώνεις» 500 εργάτες θύματα εργασιακού τράφικινγκ, τι τους κάνεις; Τι κάνεις επίσης με παιδιά που τα ωθούν στην επαιτεία οι ίδιες οι οικογένειές τους; Τα χωρίζεις από αυτές και τα πας πού; Οι απαντήσεις δεν είναι πάντοτε εύκολες, ούτε προφανείς, σημασία έχει όμως ότι όλη αυτή η κουβέντα γίνεται πλέον ανοικτά και στην Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση, επαναλαμβάνω ότι προτεραιότητα δική μας αποτελεί η προστασία των εκδιδόμενων προσώπων, δηλαδή η κατοχύρωση των ατομικών και κοινωνικών τους δικαιωμάτων, της υγείας, της σωματικής τους ακεραιότητας και κάθε άλλου έννομου αγαθού. Αυτό μπορεί να γίνει σε δύο επίπεδα: Σε αυτό της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων τους (με αναβάθμιση της ορατότητάς τους, άρα με αλλαγή των προϋποθέσεων και της διαδικασίας χορήγησης και ανανέωσης του πιστοποιητικού άσκησης επαγγέλματος, Ν. 2734/1999, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) και στο επίπεδο της διεύρυνσης των εναλλακτικών επιλογών τους (όπως και των ατόμων με βιοποριστικό πρόβλημα), ώστε να μπορούν να βιοπορίζονται αλλιώς εάν το επιθυμούν (εμπλοκή ΟΑΕΔ, υπηρεσιών κοινωνικής προστασίας κ.λπ.).
Χρειάζεται επίσης να αναληφθούν στοχευμένες πρωτοβουλίες, ώστε οι υπηρεσίες που συναλλάσσονται συνήθως μαζί τους (νοσοκομεία, Περιφέρεια) να είναι σε εγρήγορση για να εντοπίσουν ενδείξεις θυματοποίησής τους καθώς επίσης εισαγωγή στα σχολεία όλων των βαθμίδων τακτικών εισηγήσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση ώστε να υποστηρίξουμε την ανάπτυξη μιας νέας κοινωνικής συνείδησης περί του σχετίζεσθαι μεταξύ ισότιμων ατόμων.