Ο Ορέστης Σεφέρογλου είναι 25 χρονών και ανακάλυψε την φωτογραφία στα δεκαεννιά του όταν σπούδαζε Φυσική στην Αθήνα. Μία Minolta του πατέρα του, έπεσε στα χέρια του και τότε άρχισε. Βγήκε στους δρόμους και φωτογράφιζε τα πάντα. Πολύ γρήγορα άφησε τις σπουδές του και αφοσιώθηκε στην φωτογραφία. Έκανε διάφορα σεμινάρια και εργαστήρια και πολλούς πειραματισμούς. Το 2011 αποφάσισε να κατέβει να φωτογραφίσει τα επεισόδια στο Σύνταγμα. Εκεί κατάλαβε ότι ήθελε να ασχοληθεί με το φωτορεπορτάζ. «Το έβλεπα στις ειδήσεις ένα πρωί και αποφάσισα ότι ήθελα να το κάνω να καλύψω με τον τρόπο μου αυτό που γινόταν. Το έκανα λίγο αποτυχημένα νομίζω γιατί δεν είχα την εμπειρία και μάλλον και τον εξοπλισμό, αλλά ήταν μία τρομερή εμπειρία. Σαν να άνοιξε ένας καινούριος κόσμος. Μπορούσα να είμαι παρών σε γεγονότα που συνέβαιναν εκείνη την στιγμή και ίσως να ήταν ιστορικής σημασίας και να τα αποτυπώσω με την δική μου ματιά. Χωρίς αντικειμενικότητα προφανώς. Αλλά ακόμη και τώρα δεν θεωρώ τον εαυτό μου φωτορεπόρτερ είμαι φωτογράφος που κάνει και φωτορεπορτάζ», λέει ο Ορέστης.
Ειδικά οι Σύροι. Παρατήρησα ότι έχουν πολύ καθαρό πρόσωπο και σε κοιτάνε στα μάτια και είναι σαν σου λένε την ιστορία τους μέσα από δυο ματιές. Είναι σαν εμάς. Δεν έχουν κάτι το εξωτικό και διαφωνώ με τους δημοσιογράφους που θέλουν ή το κάνουν άθελα τους, να τους προσδώσουν κάτι το εξωτικό με την έννοια του ξένου και του τελείως διαφορετικού.
Τον συνάντησα στα Εξάρχεια στην γειτονιά που μεγάλωσε και μένει μέχρι σήμερα. Όλα για αυτόν είναι οικεία εκεί και καμιά φορά δυσκολεύεται να φωτογραφίσει τον δρόμο όπως θα ήθελε, με μια φρέσκια ματιά. Του αρέσει όμως η πρόκληση και του αρέσει να αναζητάει νέους τρόπους έκφρασης. Γενικά είναι αισιόδοξος άνθρωπος ψάχνεται συνέχεια και έχει καταφέρει να κάνει σημαντικές δουλειές πολύ γρήγορα. «Η συνεργασία με την Ελευθεροτυπία προέκυψε κάπως αυθόρμητα. Γνωρίστηκα με τον φωτογράφο Σπύρο Τσακίρη και μου πρότεινε να δουλέψω στην ομάδα του. Δούλεψα μέχρι πέρσι που η εφημερίδα έκλεισε», λέει. «Υπήρχε άγχος αλλά υπήρχε και μία σωστή καθοδήγηση από τον Σπύρο Τσακίρη. Είχα πολύ όρεξη για δουλειά και ενθουσιασμό με κομμάτια καλής αφέλειας. Προσπαθούσα πολύ, δούλευα πολύ και έκανα ωραίες δουλειές». Στην Ελευθεροτυπία ο Ορέστης έκανε κοινωνικά θέματα για το Έψιλον και ήρθε σε επαφή με ευπαθείς ομάδες όπως άστεγοι, μετανάστες και πρόσφυγες που μένουν στην Αθήνα. «Λόγω ιδιοσυγκρασίας και αντίληψης του κόσμου με ενδιαφέρει να βρίσκομαι κοντά σε τέτοιες ομάδες ανθρώπων. Σίγουρα όταν συνομιλείς με αστέγους για παράδειγμα και μπαίνεις στον κόσμο τους είναι μία συγκλονιστική στιγμή. Από την άλλη ξέρω ότι όσο και να κάτσω με τους ανθρώπους που φωτογραφίζω όσο και να έρθω κοντά τους στο τέλος της ημέρας θα πάω στο σπίτι μου ή στο γραφείο μου και θα είμαι απλά ένας παρατηρητής. Το θέμα είναι εκείνες τις στιγμές να είσαι διακριτικός και να έχεις έναν σεβασμό απέναντί τους. Να μην σκέφτεσαι μόνο ότι πρέπει να βγει η δουλειά σου. Πάντα προσεγγίζω τον άλλον και του εξηγώ τι θέλω να κάνω και ποιος είναι ο ρόλος μου. Του δίνω τα στοιχεία μου. Στην αρχή συνήθως δεν θέλουν, αλλά όταν τους μιλάω δέχονται. Κανένας άνθρωπος δεν είναι αντικείμενο και έτσι το προσεγγίζω εγώ».
Στην Ελευθεροτυπία ασχολήθηκε πολύ με το θέμα των μεταναστών και των προσφύγων και πέρσι τον Σεπτέμβριο ξεκίνησε το πρότζεκτ του «My name is». «Συναντήθηκα με ανθρώπους που έμεναν πέρσι για κάποιο διάστημα στο Σύνταγμα και σε κάτι ξενοδοχεία στην Αθήνα, έναν νεαρό Σύρο που έμενε στην Κυψέλη σε ένα υπόγειο. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα επειδή δεν είχαν τα κατάλληλα χαρτιά για να πάνε σε άλλες χώρες της Ευρώπης», λέει.
«Έμαθα πολλά για το προσφυγικό και επηρεάστηκε η αντίληψή μου για το θέμα. Οι πρόσφυγες είναι άνθρωποι που έχουν όνειρα όπως όλοι μας. Είχαν μια ζωή πολύ δομημένη και καλή πριν τον πόλεμο και τώρα θέλουν να χτίσουν μια νέα ζωή και να φτιάξουν μέλλον τους. Είναι οι άνθρωποι που όταν βελτιωθούν τα πράγματα στην χώρα τους θέλουν να γυρίσουν. Ειδικά οι Σύροι. Παρατήρησα ότι έχουν πολύ καθαρό πρόσωπο και σε κοιτάνε στα μάτια και είναι σαν σου λένε την ιστορία τους μέσα από δυο ματιές. Είναι σαν εμάς. Δεν έχουν κάτι το εξωτικό και διαφωνώ με τους δημοσιογράφους που θέλουν ή το κάνουν άθελα τους, να τους προσδώσουν κάτι το εξωτικό με την έννοια του ξένου και του τελείως διαφορετικού».
Ο Ομάρ, νεαρός που φωτογράφισα για το πρότζεκτ, σπούδαζε στην πόλη Αλέππο ασχολούνταν με το θέατρο και τον χορό και αποφάσισε να πάει στην Γερμανία για να συνεχίσει τις σπουδές του και την ζωή του. Είχε πολύ όρεξη και ενέργεια να κάνει πράγματα. Το καλό είναι ότι ο Ομάρ που έμεινε εγκλωβισμένος στην Ελλάδα για δύο χρόνια τελικά κατάφερε να φύγει σε μία χώρα της βόρειας Ευρώπης και από ότι μαθαίνω τα πάει καλά. Όταν τους γνωρίζεις από κοντά σε καμία περίπτωση δεν σου βγάζουν ούτε κακομοιριά ούτε λύπηση. Είχα πάει στο σπίτι του Ομάρ μου είχε κάνει το τραπέζι και τα είπαμε. Δεν υπήρχε τίποτα το δραματικό σε αυτό. Στο My name is ήθελα να επικεντρωθώ στα πρόσωπα. Καθένας από αυτούς έχει από πίσω του μία ανθρώπινη ιστορία και κανείς δεν είναι χαρακτήρας κάποιου θεατρικού δράματος. Φυσικά υπάρχουν και φωτογράφοι που έχουν κάνει αριστουργηματικές δουλειές σε αυτό το ζήτημα και είναι πολύ αφοσιωμένοι και ευαισθητοποιημένοι. Ο Γιώργος Μουτάφης ξεκίνησε όταν κανείς δεν γνώριζε για το προσφυγικό».
«Πώς βλέπεις τα πράγματα για τους νέους φωτογράφους στην Ελλάδα;» «Είναι πολύ δύσκολα και για τους νέους αλλά και για τους παλαιότερους. Ο νέος τουλάχιστον έχει περισσότερη ενέργεια να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες. Εγώ είμαι τυχερός γιατί κάνω αυτό που μου αρέσει και μπορώ να ζω από αυτό. Μπορεί να φωτογραφίσω κανέναν γάμο που και που αν και πάντα το απέφευγα. Λόγω συνθηκών το κάνω κι αυτό, το βλέπω πιο πολύ ως ένα τρόπο να χρηματοδοτήσω κάποια άλλα πρότζεκτ μου. Η δημοσιοποίηση φωτογραφιών χωρίς αμοιβή με βρίσκει αντίθετο. Κάθε παραγωγή ενός φωτογραφικού έργου επειδή έχει μια αξία πρέπει να έχει και μια ανταμοιβή. Και δεν φταίει ο φωτογράφος γιατί ειδικά στην αρχή της καριέρας του ψάχνει κάθε τρόπο για να δείξει την δουλειά του. Το πρόβλημα είναι στην νοοτροπία των μέσων που δεν πληρώνουν. Είναι ένας λανθασμένος κύκλος που μόνο κακό κάνει και στα μέσα και στους φωτογράφους. Έχει πέσει η ποιότητα των μέσων και είναι πολύ δυσάρεστο που κλείνουν οι εφημερίδες και οι εκδοτικές και άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους. Είμαι πολύ φαν του έντυπου μέσου. Το ότι το ίντερνετ είναι πιο εύκολο και γρήγορο δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αμείβεται. Και δεν μπορώ να καταλάβω πως κάποιοι πιστεύουν ότι ένας φωτογράφος δεν έχει ανάγκες διαβίωσης».
«Το μέλλον δεν με ανησυχεί και τόσο. Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος. Έτσι και αλλιώς η φωτογραφία είναι από την φύση της ένα μέσο που σε κάνει να αναζητάς συνέχεια καινούριους τρόπους να εκφραστείς και να προχωρήσεις. Αυτό είναι καλό γιατί σε βοηθάει να μην κολλάς σε δυσκολίες και να βρίσκεις τρόπους να λύνεις προβλήματα».
Εκτός απο το εν εξελίξει "My name is" ο Ορέστης Σεφέρογλου δουλεύει πάνω στο νέο του πρότζεκτ "Influx" σε συνεργασία με την φωτογράφο Ιωάννα Χρονοπούλου. www.orestisseferoglou.com
σχόλια