Για «κρίσιμη» πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας από τα κρούσματα κορωνοϊού προειδοποίησε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου.
Σήμερα οι διασωληνωμένοι αυξήθηκαν σε νέο επίπεδο ρεκόρ αγγίζοντας του 549 ενώ στα νοσοκομεία της χώρας νοσηλεύονται περίπου 4.400 ασθενείς με κορωνοϊό. Σε όλη την επικράτεια, η πληρότητα των ΜΕΘ αγγίζει το 86%. Στη Βόρεια Ελλάδα το ποσοστό ανέρχεται στο 99% και στην Αττική στο 81%.
Η καθηγήτρια έκανε λόγο για σταθεροποίηση στα νέα κρούσματα και «ίσως μία μείωση» αλλά παραδέχθηκε πως τα κρούσματα δεν μειώνονται όπως θα περίμεναν οι ειδικοί, αποδίδοντας την καθυστέρηση στη μη τήρηση των περιοριστικών μέτρων από όλους.
Η διασπορά παραμένει μεγάλη και η συνάθροιση σε σπίτια εν μέσω lockdown θέτει σε κίνδυνο τις προσπάθειες, πρόσθεσε η κα Παπαευαγγέλου, προτρέποντας τους πολίτες να επιλέξουν ο καθένας μία κοινωνική φούσκα, μία μικρή σταθερή ομάδα συγγενών και φίλων και να μην συναναστρέφεται κανέναν άλλον.
Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση όμως χρειάζεται επιπλέον προσοχή στα ευάλωτα άτομα υψηλού κινδύνου. «Κι εγώ επισκέπτομαι την μητέρα μου μία φορά την εβδομάδα αλλά φροντίζω να φορούμε και οι δύο μάσκα», δήλωσε η καθηγήτρια υπογραμμίζοντας πως σε αντίθεση με εσφαλμένες απόψεις η covid-19 δεν είναι μία «απλή γρίπη».
«Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους»
Όπως τόνισε η κα Παπαευαγγέλου, ενώ ο κορωνοϊός ευθύνεται για σχεδόν 100 θανάτους την ημέρα, πια, στην Ελλάδα, καμία επιδημική γρίπη δεν είχε ξεπεράσει ούτε τους 200 συνολικά σε μία σεζόν.
Η διάμεση ηλικία των θανόντων είναι στα 80 έτη, και τον Νοέμβριο χάθηκαν περισσότεροι από 1.000 ασθενείς στην Ελλάδα. Το 85% ήταν άνω των 65 ετών, ποσοστό που ναι μεν παραμένει σταθερό αλλά, μόνο μέσα στον τελευταίο μήνα, 183 ασθενείς κάτω των 65 ετών διασωληνώθηκαν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και από αυτούς 117 πέθαναν.
«Η λοίμωξη αυτή αφορά όλους, η χαμηλή θνησιμότητα στις νεαρότερες ηλικίες εξαρτάται όχι μόνο από την ηλικία αλλά και από τη δυνατότητα του συστήματος υγείας να παρέχει την απαραίτητη εξειδικευμένη ιατρική φροντίδα με την επιμέλεια που απαιτείται», υπογράμμισε η καθηγήτρια, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα «πρέπει να προλάβει» μια πιθανή υπέρβαση των δυνατοτήτων του ΕΣΥ.