«Έφυγε» από τη ζωή η Άννα Θεοφυλάκτου, η «τελευταία μεγάλη κυρία του Ποντιακού Ελληνισμού», όπως τη χαρακτηρίζει το σωματείο δράσης «Νίκος Καπετανίδης», αποχαιρετώντας την.
Η Άννα Θεοφυλάκτου αποτέλεσε «έναν φωτεινό φάρο ενότητας, αξιοπρέπειας, αξιοπιστίας και γνώσης, ως η κόρη του μεγάλου ανδρός πατέρα της Θεοφύλακτου Θεοφυλάκτου, που υπήρξε εκ των ιδρυτών της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης», επισημαίνει το σωματείο.
Υπήρξε ο «κρίσιμος κρίκος» της αλυσίδας που «συγκράτησε τη θεσμική και ιστορική μνήμη της αστικής τάξης της πατρογονικής Τραπεζούντας», συνεχίζει το σωματείο, σημειώνοντας πως διετέλεσε επί πολλά χρόνια πρόεδρος της Ιστορικής Μέριμνας Ποντίων Κυριών.
«Το έργο της υπήρξε πολυσχιδές και πλούσιο και ο Ποντιακός Ελληνισμός είναι από σήμερα πιο φτωχός και ορφανός», καταλήγει το σωματείο στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του για την Άννα Θεοφυλάκτου, που το 1992 τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών, για το έργο της.
«Εξαίρετη αγωνίστρια, συμμετείχε ενεργά σε πολιτιστικούς φορείς προσφέροντας πλούσιο εθνικό και κοινωνικό έργο», επεσήμανε η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος, εκφράζοντας βαθιά θλίψη για τον θάνατο της Άννας Θεοφυλάκτου.
Άννα Θεοφυλάκτου: Η πρώτη χειρουργός οφθαλμίατρος
Η Άννα Θεοφυλάκτου υπήρξε η πρώτη γυναίκα οφθαλμίατρος της βόρειας Ελλάδας και η πρώτη χειρουργός οφθαλμίατρος στη χώρα.
«Εμείς μπήκαμε στην ιατρική σαν αλεξιπτωτιστές. Δεν δώσαμε εξετάσεις γιατί μπήκαμε μέσα στον πόλεμο και στην Κατοχή. Το πρώτο μάθημα έγινε την 1η Απριλίου του 1943, στο Πειραματικό Σχολείο, από τον καθηγητή της ανατομίας, τον Νικόλαο Μιχαλακέα», είχε δηλώσει το 2006 στο ΑΠΕ, περιγράφοντας τη ζωή της.
«Κληρονόμησε» την αγάπη της για την Ιατρική και την οφθαλμολογία από τον πατέρα της, καταξιωμένο οφθαλμίατρο της εποχής και πρώτο Γενικό Διευθυντή Θράκης. Η Άννα Θεοφυλάκτου αποφοίτησε το 1952- ενώ ήταν ήδη παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών- ενώ άρχισε να εξασκεί την ιατρική τέσσερα χρόνια αργότερα.
Αρχικά, πελάτες της την προσέγγιζαν με δυσπιστία, επειδή ήταν γυναίκα, παρά το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς τη γνώριζαν χρόνια- όταν ως παιδί τριγύριζε στην κλινική του πατέρα της, όπου βοηθούσε στην αποστείρωση των εργαλείων, ή παρατηρούσε κάποια εγχείρηση καταρράκτη ανεβασμένη σε σκαμνί.
«Παρ’ όλο που ζούσα μέσα στην κλινική του πατέρα μου και όλη η κλινική με γνώριζε, με ρωτούσαν: καλά, εσύ θα μας χειρουργήσεις;», είχε δηλώσει, συμπληρώνοντας ότι αν δεν είχε τον πατέρα της, θα είχε μεγαλύτερο πρόβλημα.