Περισσότερες από εφτά δεκαετίες μετά τη βύθισή του, το θρυλικότερο ελληνικό υποβρύχιο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου «Υ1-Λάμπρος Κατσώνης», εντοπίστηκε φέτος στον βυθό του Αιγαίου.
Χρειάστηκαν πολύμηνες έρευνες και η χρήση ειδικής τεχνολογίας ανίχνευσης, ώστε να βρεθεί τελικά το ιστορικό ναυάγιο.
Για τις έρευνες και την προετοιμασία της αποστολής, τις προκλήσεις και τις δυσκολίες, αλλά κυρίως για την ιστορική σημασία της ανεύρεσης και κινηματογράφισης του υποβρυχίου, μιλά αποκλειστικά στο LIFO.gr ο Στέλιος Ευσταθόπουλος, παραγωγός και Διευθυντής Φωτογραφίας του Ντοκιμαντέρ «Υ1 – Στη Σιωπή του Βυθού».
«Είναι η πρώτη φορά, εδώ και 75 χρόνια σιωπής στον βυθό του Αιγαίου, που επιτέλους ανθρώπινο μάτι ξαναβλέπει το υποβρύχιο Κατσώνης. Εδώ και 1,5 χρόνο, διεξάγουμε έρευνες σε ιστορικά αρχεία, συλλέγουμε έγγραφα, φωτογραφικό και οπτικοακουστικό υλικό της εποχής, συναντάμε συγγενείς των επιζώντων και βεβαίως αναζητούμε το ίδιο το ναυάγιο», επισημαίνει.
Στο μεταξύ, και η ιστορία του Υ1 ως πλοίο είναι από μόνη της περιπετειώδης. Το υποβρύχιο πραγματοποίησε εφτά περιπολίες κατά τη διάρκεια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου και της ναζιστικής κατοχής, καταφέρνοντας να βυθίσει 4 εχθρικά σκάφη.
Στο μεταξύ, και η ιστορία του Υ1 ως πλοίο είναι από μόνη της περιπετειώδης. Το υποβρύχιο πραγματοποίησε εφτά περιπολίες κατά τη διάρκεια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου και της ναζιστικής κατοχής, καταφέρνοντας να βυθίσει 4 εχθρικά σκάφη
Όπως προσθέτει, ανακάλυψαν την ιστορία του τυχαία, «μέσα από το βιβλίο του τότε υπάρχου του υποβρυχίου, Ηλία Τσουκαλά "Υποβρύχιον Υ1". Η συγγραφική δύναμη του κειμένου, αλλά και τα ίδια τα γεγονότα που περιγράφει ο ύπαρχος Τσουκαλάς μας μαγνήτισαν, μας γέμισαν συγκίνηση και μας οδήγησαν στην απόφαση να μεταφέρουμε αυτή την απίστευτη ιστορία στη μεγάλη οθόνη».
Το «Υ1-Λάμπρος Κατσώνης» υπήρξε ένα από τα έξι υποβρύχια του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Βυθίστηκε τον Σεπτέμβρη του 1943, μεταξύ Σκιάθου και Πηλείου, κατά τη διάρκεια της 7ης και τελευταίας περιπολίας του, από το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101.
Ο κυβερνήτης του, Βασίλης Λάσκος, με τους αξιωματικούς και το πλήρωμα έδωσαν μια επική ναυμαχία, απέναντι στον μυστηριώδη κυβερνήτη του γερμανικού UJ-2101, Friedrich Vollheim, και τους ναύτες του.
Έχοντας υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές και βλάβες, το Υ1 βυθίστηκε το ίδιο βράδυ. Ο Βασίλης Λάσκος, που άφησε την τελευταία του πνοή στο πυροβόλο του υποβρυχίου, και ακόμη 32 αξιωματικοί και ναύτες χάθηκαν μαζί του. Δεκαεφτά μέλη του πληρώματος διασώθηκαν και πιάστηκαν αιχμάλωτοι από το γερμανικό πλοίο.
Ο ναύκληρος Αντώνης Αντωνίου, o υπαξιωματικός Αναστάσιος Τσίγκρος και ο ύπαρχος Ηλίας Τσουκαλάς κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας προς το Πήλειο και τη Σκιάθο.
Ο ύπαρχος Τσουκαλάς περιγράφει στο βιβλίο του με συγκλονιστικό τρόπο πώς κατάφερε να σωθεί: αφού απέφυγε τη σύλληψη από το ανθυποβρυχιακό, παρέα με τον υπαξιωματικό Τσίγκρο, κολύμπησαν για εννέα ώρες, μέσα στη νύχτα, ώσπου κατάφεραν να βγουν τα ξημερώματα στο Καστρονήσι της Σκιάθου.
Η ομάδα της εταιρίας κινηματογραφήσεων FAOS ήρθε σε επαφή με την κόρη του Ηλία Τσουκαλά, δημοσιογράφο Μπήλιω Τσουκαλά, «η οποία με ενθουσιασμό και συγκίνηση δέχθηκε να συμπορευθεί μαζί μας στη δημιουργία της ταινίας», όπως επισημαίνει ο κ. Ευσταθόπουλος.
«Στόχος μας εξαρχής ήταν να ακολουθήσουμε την ιστορία του υποβρυχίου και των επιζώντων. Με τη βοήθεια της Μπήλιως, θα αναβιώσουμε την πορεία του πατέρα της από τη στιγμή της βύθισης: μετά τις εννέα ώρες κολύμπι, ντόπιοι ψαράδες στη Σκιάθο τούς έδωσαν στεγνά ρούχα και τροφή και τους μετέφεραν στο Πήλειο. Εκεί, μεταβαίνοντας από χωριό σε χωριό, κατάφεραν να διαφύγουν στην Τουρκία, προκειμένου να επιστρέψουν στη Βάση Υποβρυχίων του Συμμαχικού Στόλου στη Βηρυττό για να συνεχίσουν τον αγώνα», προσθέτει.
Στο μεταξύ, και η ιστορία του Υ1 ως πλοίο είναι από μόνη της περιπετειώδης. Το υποβρύχιο πραγματοποίησε εφτά περιπολίες κατά τη διάρκεια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου και της ναζιστικής κατοχής, καταφέρνοντας να βυθίσει 4 εχθρικά σκάφη.
Κατασκευάστηκε το 1927 σε γαλλικό ναυπηγείο, γεγονός που επηρέασε καθοριστικά τη λειτουργία του στο μέλλον, καθώς με τη Γαλλία υπό ναζιστική κατοχή, η πρόσβαση σε ανταλλακτικά ήταν αδύνατη.
Το υποβρύχιο παρουσίαζε διαρκώς βλάβες και για μια διετία παρέμεινε στη βόρεια Αφρική, όπου πέρασε σειρά επισκευών. Ο Συμμαχικός Στόλος, στον οποίο ήταν ενταγμένο το Ελληνικό Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό, είχε αρχικά εισηγηθεί την απόσυρσή του.
Ο τότε όμως πλοίαρχος του Υ1, αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος είχε αντίθετη άποψη. Εμβληματική μορφή του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού, αδερφός του ηθοποιού και σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκου, ο Βασίλης Λάσκος ήταν μια προσωπικότητα πολύ ισχυρή, που ζούσε τη ζωή του στα άκρα, και υπήρξε μάλιστα πηγή έμπνευσης για τον σπουδαίο Έλληνα λογοτέχνη, Μ. Καραγάτση, ο οποίος έγραψε μια μυθιστορηματική βιογραφία του με τίτλο Βασίλης Λάσκος (1948).
Με τη συμπαράσταση των αξιωματικών και του πληρώματος, ο παράτολμος κυβερνήτης ανέλαβε ο ίδιος την ευθύνη των επισκευών του υποβρυχίου, χρησιμοποιώντας συχνά διάφορες αυτοσχέδιες πατέντες και διακινδυνεύοντας κυριολεκτικά τη ζωή τους σε κάθε απόπλου.
«Μέσω των ερευνών μας, έχουμε συγκεντρώσει συγκλονιστικά ευρήματα. Έχουμε επαφή με απογόνους των αιχμαλώτων που μεταφέρθηκαν στο ειδικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Marlag, έξω από τη Βρέμη. Ανακαλύψαμε προσωπικά αντικείμενα, ανέκδοτη αλληλογραφία, ημερολόγια και απόρρητα έγγραφα του Συμμαχικού Στόλου, αλλά και του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού, που θα μας βοηθήσουν να ζωντανέψουμε τις περιπέτειες του υποβρυχίου και των ανθρώπων που τις βίωσαν», τονίζει ο Στέλιος Ευσταθόπουλος.
Το Υ1 αποτελεί το «Άγιο Δισκοπότηρο» των ερευνητών ναυαγίων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το Πολεμικό Ναυτικό έψαχνε το «Κατσώνης» από το 2016, ωστόσο δεν είχε καταφέρει να το εντοπίσει.
Η περιοχή μεταξύ Πηλείου και Σκιάθου βρίθει ναυαγίων και οι πληροφορίες για το στίγμα του ήταν συγκεχυμένες. Μια επιπλέον δυσκολία στην ταυτοποίηση του ναυαγίου ήταν το βάθος στο οποίο βρίσκεται, τα 253 μέτρα, που καθιστούν αδύνατη την κατάδυση από άνθρωπο.
«Πρώτα, λοιπόν, έπρεπε να εντοπίσουμε το ναυάγιο. Μέσω του ναυάρχου Ε.Α. Απόστολου Κούρτη, ήρθαμε σε επαφή με τον διευθυντή της Σχολής Εφαρμοσμένων Επιστημών του ΤΕΙ Κρήτης, καθηγητή Μανώλη Αντωνιδάκη, ο οποίος έχει αναπτύξει μια τεχνολογία που μας έδωσε ελπίδες ότι θα τα καταφέρουμε», εξηγεί ο Στέλιος Ευσταθόπουλος.
«Τον Οκτώβρη του 2017 πραγματοποιήσαμε μαζί του ένα ταξίδι στο Πήλειο, από όπου, με τη χρήση της τεχνολογίας του, κατορθώσαμε να εντοπίσουμε το Υ1. Πρόκειται για μια τεχνολογία που ανιχνεύει, μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων, τις μοριακές δομές υλικών, από μεγάλες αποστάσεις.
»»Ανάμεσα στα ναυάγια της περιοχής, καταφέραμε να εντοπίσουμε τις εκρηκτικές ύλες των τορπιλών του "Κατσώνης". Με τα επιστημονικά δεδομένα ανά χείρας, απευθυνθήκαμε με σχετική αναφορά στο Πολεμικό Ναυτικό και εκφράσαμε την επιθυμία να πραγματοποιήσουμε αποστολή κινηματογράφησης του ναυαγίου με τη συνδρομή του. Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, προς τιμήν του, αγκάλιασε την πρότασή μας και μας παρείχε πλήρη υποστήριξη», προσθέτει.
«Το ωκεανογραφικό της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού, Ναυτίλος, πραγματοποίησε, τον Ιανουάριο του 2018, αποστολή ταυτοποίησης του στίγματος και αφού επιβεβαίωσε το στίγμα με τη χρήση ειδικών οργάνων (multi beam & side scan), το Πολεμικό Ναυτικό μάς ανακοίνωσε ότι έχουμε πράσινο φως για να πραγματοποιήσουμε από κοινού επιχείρηση κινηματογράφησης του Υ1», αναφέρει ο κ. Ευσταθόπουλος.
Όπως εξηγεί, «η χαρά αλλά και το σοκ ήταν τεράστια, γιατί επιτέλους μετά από 1,5 χρόνο έρευνας, brainstorming, γυρισμάτων και προετοιμασίας, το Υ1 θα μεταφερόταν από τη σφαίρα της φαντασίας, των κιτρινισμένων χαρτιών του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού και όλων των ευρημάτων που έχουμε συγκεντρώσει και θα έπαιρνε υλική υπόσταση. Παράλληλα, σαστίσαμε από τη δυσκολία του εγχειρήματος, την πρωτόγνωρη για όλους εμπειρία και τα ρίσκα που θα παίρναμε ως εταιρία και ως επαγγελματίες. Είχαμε να υπολογίσουμε τον καιρό, τα ρεύματα, την κατάσταση του ίδιου του ναυαγίου, αλλά και να συντονιστούμε με το πλήρωμα του Ω/Κ Ναυτίλος.
»»Τα 253 μέτρα βάθους του ναυαγίου απαιτούσαν υψηλού επιπέδου σχεδιασμό της επιχείρησης, μέσω ρομποτικών μηχανημάτων που θα μετέφεραν στον βυθό μια κάμερά μας υψηλής ευκρίνειας και ειδικά φώτα, καθώς στα 250 μέτρα επικρατεί απόλυτο σκοτάδι. Απευθυνθήκαμε για αυτό στον γνωστό δύτη και ερευνητή ναυαγίων, Κώστα Θωκταρίδη.
»»Μια σειρά από τεχνικά προβλήματα από την αρχή της επιχείρησης έφεραν μεγάλες προκλήσεις. Ο άστατος καιρός, παρά την καλή αρχική πρόβλεψη, μας περιόρισε χρονικά. Τις τρεις μέρες που επιχειρούσαμε ο συντονισμός για την κατάδυση των ROVs (τηλεκατευθυνόμενων υποβρύχιων οχημάτων) ήταν πολύ δύσκολος και πολλές φορές μας έφερε στα όρια.
»»Το πλήρωμα του Ω/Κ Ναυτίλος κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες να κρατήσει το σκάφος σταθερό και καταφέραμε εν τέλει να έχουμε κάποια πλάνα του υποβρυχίου. 75 ολόκληρα χρόνια μετά τη βύθισή του, ανθρώπινο μάτι ξαναείδε το θρυλικό υποβρύχιο».
Ο κ. Ευσταθόπουλος συμπληρώνει ωστόσο πως αυτή η επιτυχία για την ομάδα του είναι μόνο η αρχή. «Στόχος μας είναι να υλοποιήσουμε μια σειρά από ταξίδια εντός και εκτός Ελλάδος, προκειμένου να πούμε την ιστορία του Υ1 όπως της αξίζει. Από το Πήλειο και τη Σκιάθο, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Marlag, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελβετία και τη Βόρειο Αφρική. Το τεράστιο κόστος της παραγωγής αυτής μας έχει οδηγήσει σε αναζήτηση χορηγών, καθώς και σε προτάσεις συμπαραγωγής στην ΕΡΤ και το Κέντρο Ελληνικού Κινηματογράφου. Φιλοδοξούμε η ταινία μας, το "Υ1 – Στη Σιωπή του Βυθού" να αναδείξει τις προσωπικές ιστορίες των ανθρώπων που υπηρετούσαν στο Υ1, να φέρει στο φως τον ηρωισμό τους, αλλά και τη σεμνότητά τους.
»»Το πλήρωμα του Υ1, στην πλειοψηφία του αποτελούνταν από απλούς ανθρώπους που κλήθηκαν κάτω από την τόσο τραγική συγκυρία για τη χώρα μας να υπηρετήσουν την πατρίδα τους. Και το έκαναν με προθυμία, αυταπάρνηση και κυρίως ενάντια σε όλες τις πιθανότητες.
»»Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής, τα σκάφη του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού αποτελούσαν τη μοναδική ελεύθερη ελληνική "γη" και όσοι υπηρετούσαν σε αυτά είχαν πλήρη συνείδηση της σημασίας αυτού. Εμείς με την ταινία μας θέλουμε να θυμίσουμε στους Έλληνες και όχι μόνο, ότι έστω και κάτω από αντίξοες συνθήκες, οι άνθρωποι κάνουν τα αδύνατα δυνατά προκειμένου, όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να προστατεύσουν ό,τι και όσους αγαπούν. Εποχές σαν τη σημερινή χρειαζόμαστε τέτοιες ιστορίες και παραδείγματα, να μας εμπνέουν και, γιατί όχι, να μας καθοδηγούν».