Στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας παραπέμπεται το ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων του Προεδρικού Διατάγματος 85/2022, το οποίο εξισώνει τους απόφοιτους καλλιτεχνικών σχολών με αποφοίτους Λυκείου.
Χθες (21/11) εκδόθηκε η απόφαση 1781/2024 της Επταμελούς Συνθέσεως του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία με ψήφους 5-2 παραπέμπει στην Ολομέλεια του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου το ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων των επίμαχων άρθρων 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του συγκεκριμένου Προεδρικού Διατάγματος.
Σύμφωνα το ΣτΕ με «οι σχολές καλλιτεχνικής εκπαιδεύσεως είναι από το Σύνταγμα ανώτερες και παραμένουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο νομοθέτης, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος υποχρεούται να διακρίνει τους αποφοίτους των ανώτερων καλλιτεχνικών σχολών από τους αποφοίτους σχολών δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αφού, σε αντίθετη περίπτωση, η εξομοίωση των αποφοίτων καλλιτεχνικών σχολών, θα καθιστούσε τους τίτλους που χορηγούν οι σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ισοδύναμους με τους τίτλους που χορηγούν φορείς δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και θα παραβίαζε την οριζόμενη στην παρ. 7 του άρθρου 16 του Συντάγματος κατοχύρωση της εκπαίδευσης ανώτερης βαθμίδας».
Στην ίδια σκέψη, το Δικαστήριο τονίζει ότι «εφόσον οι σχολές καλλιτεχνικής εκπαιδεύσεως είχαν χαρακτηριστεί με τον ν. 1158/1981 ως ανώτερες και ο νομοθέτης δεν μετέβαλε ούτε τον χαρακτηρισμό αυτόν ούτε τον σκοπό και τη φύση της παρεχόμενης ειδικής-καλλιτεχνικής εκπαίδευσης η εξομοίωση, με το προσβαλλόμενο π.δ., των προσόντων των πτυχιούχων των εν λόγω σχολών, οι οποίοι έχουν λάβει πτυχίο μετά την 10.06.2003 με τα προσόντα των πτυχιούχων δευτεροβάθμιας ή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και η κατάταξη των δυο αυτών διακριτών, κατά τα ανωτέρω, κατηγοριών στον ίδιο κλάδο και την ίδια ειδικότητα για την πρόσληψη ή τον διορισμό τους σε φορείς του δημοσίου τομέα, αντίκειται στη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 16 του Συντάγματος».
Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε περαιτέρω με την αυτή πλειοψηφία (5-2) ότι το προσβαλλόμενο προεδρικό διάταγμα αντίκειται στην αρχή της ισότητας με την ακόλουθη σκέψη: «Η κατάταξη των επίμαχων καλλιτεχνικών σχολών στον ίδιο κλάδο και στην ίδια ειδικότητα με τους αποφοίτους της δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως προκειμένου να διοριστούν σε φορείς του δημοσίου τομέα, αντίκειται και στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, δεδομένου ότι τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων των ως άνω σχολών, από τα οποία δεν εξαιρείται το δικαίωμα πρόσβασης σε δημόσιες θέσεις, ως επαγγελματικά δικαιώματα αποφοίτων επαγγελματικών σχολών ανώτερης βαθμίδας κατοχυρώνονται ρητώς με την ειδική διάταξη του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (πρβλ. ΣτΕ 678/2005 Ολομ.).».
Πρόκειται για απόφαση ιστορικής σημασίας για τον κλάδο των καλλιτεχνών και μείζονος σημασίας για τον νομικό μας πολιτισμό. Με την απόφαση αυτή, αίρονται κρατικές αβελτηρίες, στρεβλώσεις και παρανοήσεις δεκαετιών, ανάγεται, δε, το πρώτον, ρητά, με δικαστική απόφαση, η ανώτερη καλλιτεχνική εκπαίδευση, στο αρμόζον συνταγματικό επίπεδο. Η απόφαση αυτή, θεμελιώνοντας τον Ανώτερο χαρακτήρα των καλλιτεχνικών σχολών στο άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος, εφόσον διαβαστεί προσεκτικά, επιφέρει καταλυτικές έννομες συνέπειες τόσο ως προς το επαγγελματικό, όσο και ως προς το ακαδημαϊκό καθεστώς των καλλιτεχνών.
Οποιαδήποτε μελλοντική κρατική ρύθμιση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις κρίσιμες αυτές νομικές σκέψεις, εφόσον μάλιστα αυτές επικυρωθούν και από την Ολομέλεια του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου, πράγμα το οποίο εκτιμώ ότι είναι άκρως πιθανό.