Την κατάθεση στην αστυνομία της 37χρονης από την Ερμιονίδα Αργολίδας που κατηγορείται για τη δολοφονία του συζύγου της, δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος. Στην κατάθεση της υποστηρίζει ότι ο φόνος ήταν αποτέλεσμα διαπληκτισμού και πάλης μεταξύ αυτής και του συζύγου της και αποδίδει τον φόνο σε ατύχημα.
Η κατάθεση της σύμφωνα με την εφημερίδα:
«Μου είχε πει παλιότερα ο Θανάσης ότι αν με έπιανε με άλλον θα σκότωνε πρώτα εμένα και ύστερα τον άλλον. Αυτό σκέφτηκα όταν είδα να με κοιτάει με βλέμμα γεμάτο μίσος».
Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε να περιγράφει τι συνέβη λίγο πριν ο άντρας της πέσει νεκρός με δύο σφαίρες. Όπως όλα δείχνουν το ζευγάρι είχε μια ολέθρια σχέση, στην οποία κυριαρχούσε το πάθος και η ζήλεια… από τις δύο πλευρές!
«Ανησύχησα που έλειπε ο Θανάσης και με το αυτοκίνητο πήγα στο σπίτι του επιστήθιου φίλου του. Πάρκαρα το αυτοκίνητο και εκεί είδα το μηχανάκι του. Ο άντρας μου ήταν όρθιος μπροστά στην είσοδο του σπιτιού. Ήταν σκυθρωπός με δολοφονικό βλέμμα και με κοιτούσε με μίσος. Πλησιάζοντας τον ρώτησα τι συμβαίνει. Το βλέμμα του τον πρόδιδε ότι κακό συνέβαινε. Εμφανώς εκνευρισμένος μου είπε ειρωνικά: «να μου απαντήσεις εσύ τι συμβαίνει» δίνοντας μου να καταλάβω ότι το μυαλό του είχε πάλι κολλήσει και πίστευε ότι έχω γκόμενο. Από το βλέμμα του και την ειρωνεία ήμουν σίγουρη ότι κάτι κακό θα επακολουθούσε. Ταυτόχρονα μου ήρθαν στο μυαλό οι κουβέντες που μου είχε πει ότι δηλαδή, εάν με έπιανε με γκόμενο, πρώτα θα σκότωνε εμένα και ύστερα τον άλλον. Όλα ήταν στη φαντασία του Θανάση. Με όποιον μίλαγα, νόμιζε ότι τον είχα γκόμενο. Ξαφνικά βλέπω το Θανάση και να με σημαδεύει με ένα όπλο. Τρόμαξα. Σταμάτησα απότομα και του λέω: τι κάνεις εκεί; Είσαι τρελός σημαδεύεις εμένα; Ο Θανάσης δεν μου απάντησε και συνέχισε να με σημαδεύει στο ύψος του στήθους. Παρέμενε σιωπηλός. Έδειχνε σαν ζόμπι και αποφασισμένος να με αποτελειώσει. Φοβήθηκα. Ταράχτηκα τόσο πολύ. Έπεσα στα γόνατα μπροστά στα πόδια του και εκλιπαρώντας τον του έλεγα να σκεφτεί τι πάει να κάνει και ότι δεν έχω γκόμενο. Συνέχισε να με σημαδεύει με παγερό βλέμμα, χωρίς να μιλάει και να κουνιέται».
Ωστόσο, η χήρα, σύμφωνα με τους αστυνομικούς ζήλευε πάρα πολύ το νεκρό άντρα της. Την μοιραία μέρα, λοιπόν, που έμελλε να είναι και η τελευταία του 42χρονου, μια γυναίκα φέρεται να του είχε στείλει μήνυμα στο κινητό του… Κάτι που ενόχλησε την σύζυγο του που το διάβασε, όταν τσέκαρε το κινητό. Η ίδια, σύμφωνα με πληροφορίες, το διέγραψε λίγο αργότερα, ώστε να μην κινήσει υποψίες.
«Ήμουν βέβαιη ότι είχε έρθει το τέλος μου και ενστικτωδώς αντέδρασα. Σηκώθηκα απότομα και με το χέρι μου άρπαξα το όπλο για να τον σταματήσω. Απευθείας το έστρεψα στο κεφάλι μου, βάζοντας το δάχτυλό μου στη σκανδάλη και του είπα: «αφού δεν τα έκανες εσύ, θα το κάνω εγώ για να ησυχάσω». Βρέθηκα σε πλήρη σύγχυση και δεν έκανα μπλόφα. Το εννοούσα. Με το όπλο στο αυτί μου έκανα 3 βήματα πίσω για να μην με ζυγώσει και μου πάρει το όπλο. Αυτός όρμησε και με τα δυο του χέρια με άρπαξε από τα χέρια και βιαίως με τράβηξε προς το μέρος του κολλώντας με πάνω στο σώμα του. Με το δεξί χέρι του άρπαξε το αριστερό μου και με το άλλο το δεξί μου χέρι, με το όποιο κρατούσα το όπλο, με το δάχτυλο μου στη σκανδάλη».
Από τα λεγόμενα της οι αστυνομικοί επιβεβαιώνουν μόνο το γεγονός ότι πριν εκείνος άφήσει την τελευταία του ζωή υπήρξε πάλη ανάμεσα τους.
Η 37χρονη υποστήριζε σθεναρά στις καταθέσεις της ότι το όπλο εκπυρσοκρότησε: «Τραβώντας με βίαια πάνω στο σώμα του τα χέρια μου εκτάθηκαν, ακούμπησαν στο σώμα του στο ύψος του στήθους του σαν να τα οδήγησε ο ίδιος καθώς συνέχισε να με κρατά με δύναμη από τους καρπούς. Τότε προκλήθηκε πυροβολισμός. Είδα τον Θανάση να τραντάζεται και να λυγίζουν τα πόδια του συνεχίζοντας να κρατά με δύναμη τα χέρια μου, γονάτισε και με παρέσυρε προς τα κάτω, στιγμή κατά την οποία προκλήθηκε ο δεύτερος πυροβολισμός».