«Επιζώντες: Η φωτιά της 23ης Ιουλίου 2018» ήταν ο τίτλος του συγκλονιστικού ντοκιμαντέρ του Τάσου Τέλλογλου που προβλήθηκε τη Δευτέρα στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ. Από την πρώτη στιγμή ο δημοσιογράφος βρέθηκε στις περιοχές που επλήγησαν και παρακολουθώντας τους κατοίκους που έμειναν πίσω και γλίτωσαν από τη φωτιά, αναζήτησε τον τρόπο που κατάφεραν να επιβιώσουν.
Πώς αυτοί μπόρεσαν να γλιτώσουν μέσα από τις φλόγες, όταν κάποιοι άλλοι έχαναν τη ζωή τους; Ο Τάσος Τέλλογλου αφηγήθηκε το χρονικό της φωτιάς μέσα από την εμπειρία 11 ανθρώπων. Πρόσωπα που έχασαν δικούς τους ανθρώπους, τις περιουσίες τους αλλά και εκείνοι που πήγαν εκεί μόνο για να βοηθήσουν.
Στιγμές που θα παραμείνουν βαθιά χαραγμένες στο συλλογικό υποσυνείδητο όπως όταν την επόμενη μέρα της καταστροφής βρέθηκαν σ' ένα οικόπεδο οι σωροί είκοσι επτά ανθρώπων.
Την ώρα που έφτασε σ' ένα κοντινό ύψωμα φοβήθηκε. Επέστρεψε με το αυτοκίνητο του όσο πιο γρήγορα γινόταν και είπε στη σύζυγο του να φύγουν άμεσα. Η μεγάλη της αγάπη για τα σκυλιά την οδήγησε να μπει πάλι μέσα στο σπίτι προκειμένου να πάρει το τρίτο μικρότερο σκυλάκι. Ο κ. Καΐρης ούρλιαζε, φώναζε αλλά δεν μπορούσε να μπει στο σπίτι. Το νερό είχε κοπεί. Η σύζυγός του Τάνια είχε εγκλωβιστεί.
Στο τηλεοπτικό οδοιπορικό συγγενείς που επέζησαν μιλούν για ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής τους το οποίο χάθηκε μέσα σε λίγα λεπτά. Μία φωτιά που οδήγησε στη μεγαλύτερη τραγωδία των τελευταίων ετών. Ραφήνα, Νέος Βουτζάς και Μάτι μετρούν ακόμη τις πληγές τους. Οι φλόγες, ο αέρας κι ένα ανελέητο θερμικό κύμα. Κόποι μιας ζωής που έγιναν στάχτη κι ανθρώπινες ιστορίες που κόβουν την ανάσα.
Όπως, για παράδειγμα, μια δυνατή και συγκινητική περιγραφή του κάτοικου, Δημήτρη Δημητρέλια. Λίγα μόλις μέτρα από τη θάλασσα, σε μια πυλωτή πολυκατοικίας, στον δρόμο όπου είχαν καεί τα περισσότερα αυτοκίνητα, δείχνει στην κάμερα τις πατημασιές μιας γυναίκας οι οποίες υπάρχουν ακόμη στο πλακόστρωτο. Είναι η γωνία όπου η γυναίκα αυτή ξεψύχησε.
Το τουρνουά
Η εκπομπή ξεκίνησε και τελείωσε με το τουρνουά Beach volley που είχε διεξαχθεί στο Μάτι στις αρχές Σεπτεμβρίου προς τιμήν του Πάρι Κατσουλάκη αλλά και των θυμάτων της φωτιάς. «Το Μάτι δεν πέθανε, το Μάτι ζει», ήταν το κυρίαρχο σύνθημα. Η φοιτήτρια Ιωάννα Καρδιάκου μιλώντας στον Τάσο Τέλλογλου εξήγησε ότι εκείνη την ημέρα πήγε πάλι στον αγαπημένο τόπο των παιδικών της χρόνων.
Η Ιωάννα τραβώντας ένα βίντεο την ώρα της φωτιάς πίστευε ότι το Μάτι είναι μια περιοχή που δεν καίγεται. Σε λίγα λεπτά η φωτιά είχε πλησιάσει επικίνδυνα και ο φετινός Σεπτέμβρης ήταν γι' εκείνη πολύ διαφορετικός. Στο ίδιο τουρνουά ο Ερρίκος Τσινίδης, κάτοικος του Ματιού, περιγράφει τις πρώτες ώρες μετά το καταστροφικό πέρασμα της πυρκαγιάς.
«Κατεβαίνω τον δρόμο. Παντού κλαδιά, καμένα αυτοκίνητα, όλα έμοιαζαν σαν εμπόλεμη ζώνη», λέει στο Τάσο Τέλλογλου. Σ' ένα τουρνουά όπου όπως θα υπογραμμίσει ο γνωστός δημοσιογράφος «τα πρόσωπα των παλαιότερων κατοίκων έδειχναν πιο σκεπτικά αλλά οι πιο νέοι είναι πιο σίγουροι ότι κάποτε θα επιστρέψουν στο Μάτι των παιδικών τους χρόνων».
Το χρονικό της φωτιάς
Η Δευτέρα της 23ης Ιουλίου ήταν μια συνηθισμένα μέρα. Εκείνο το μεσημέρι ξεσπά φωτιά στην Κινέττα οι καπνοί της οποίας γρήγορα απλώνονται πάνω από την Αθήνα. Λίγο μετά τις τρεισήμισι το μεσημέρι ένας 65χρονος άνδρας αποφασίζει να κάψει μερικά ξύλα σε μια περιοχή του Νταού Πεντέλης. Η φωτιά ξεφεύγει από τον έλεγχο του.
Στις 16:41 εκείνου του απογεύματος η φωτιά επεκτείνεται στις περιοχές της Ανατολικής Αττικής. Όλες οι πυροσβεστικές δυνάμεις σπεύδουν να προστατεύσουν την Μονή Παντοκράτορος, όμως η φωτιά ακολουθεί δύο διαφορετικές πορείες κινούμενη δυτικά προς το Λύρειο και νότια προς την Καλλιτεχνούπολη.
Στο ντοκιμαντέρ ο Τάσος Τέλλογλου επισκέφθηκε ένα νεροφαγωμένο χωματόδρομο που ξεκινά από το Νταού Πεντέλης και καταλήγει στο Λύρειο. Ένα σημείο όπου θα μπορούσαν να έχουν σταθμεύσει πυροσβεστικά οχήματα και να προλάβουν τις φλόγες πριν αυτές πάρουν την κατηφόρα προς το Μάτι. Όμως, μία ώρα μετά, γύρω στις έξι παρά, δεν υπήρχε κανένα πυροσβεστικό όχημα. Όπως αποκαλύπτεται από την κάμερα της εκπομπής τα ντεπόζιτα της περιοχής είναι άδεια ενώ ο δρόμος δεν χρησιμοποιείται από την πυροσβεστική.
Ο δήμαρχος Ραφήνας - Πικερμίου
Ο Βαγγέλης Μπουρνούς δήλωσε στην εκπομπή ότι η έκκληση του για εναέρια μέσα δεν είχε γίνει δεκτή ώστε να προστατευθεί η οικιστική περιοχή που ήταν καλυμμένη από πυκνά πευκοδάση. «Καμία ντουντούκα, καμία καμπάνα, κανένα περιπολικό», παρά μόνο μετά τις έξι που ήταν η μόνη φορά που κάποιος προειδοποίησε ότι η φωτιά είναι ανεξέλεγκτη και καλούσαν τους κατοίκους να φύγουν από τα σπίτια τους.
Από τις 18:10 και μετά το Μάτι ήταν καταδικασμένο. Ο Μπουρνούς είναι ο πρώτος άνθρωπος που μιλά ευθέως για νεκρούς. «Πέρασα πίσω από τη φωτιά, είδα σπίτια να καίγονται και ανθρώπους καμένους στο δρόμο», υποστηρίζει στον Τάσο Τέλλογλου. «Καίγονταν σπίτια ακόμη και στη 1:00 το βράδυ», συμπληρώνει ενώ και το σπίτι της οικογένειας του δεν γλίτωσε από τις φλόγες.
Ο δικηγόρος Ηλίας Παπαδόδημας, κάτοικος Νέου Βουτζά
«Όταν ο γιος μου πήρε τηλέφωνο την πυροσβεστική και τους ενημέρωσε ότι υπήρχε φωτιά στον Νέο Βουτζά η απάντηση που πήρε ήταν ότι υπάρχει μια πυρκαγιά κι αυτή είναι στην Κινέττα», αναφέρει. Η αδερφή του ανεβαίνει λίγο μετά τις 16:30 ψηλά στον Νέο Βουτζά στο ύψος του Αγίου Ιωάννη για να δει πού ακριβώς είναι η φωτιά. Όταν επέστρεψε ταραγμένη του ανακοίνωσε ότι η φωτιά πλησίαζε επικίνδυνα.
Αποφασίζουν να προστατεύσουν το σπίτι αφού ήταν συνηθισμένοι στις πυρκαγιές. Η ώρα ήταν πέντε το απόγευμα και ο ίδιος είχε μείνει να καταβρέχει το σπίτι. «Ο αέρας ήταν ζήτημα να κυμαίνονταν γύρω στα έξι μποφόρ. Στέγνωνες μέσα σε δευτερόλεπτα. Τα μάτια μου ήταν στεγνά κι ο λαιμός μου ξηρός», αφηγείται.
Σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές της εκπομπής παρακολουθούμε τον κ. Παπαδόδημα να μπαίνει στον Σκαραβαίο του και να αναπαριστά τον τρόπο με τον οποίο έφυγε από την κατοικία του όταν οι φλόγες είχαν ξεπεράσει τα πέντε μέτρα.
Καθώς έφτανε στη Λεωφόρο Μαραθώνος το μποτιλιάρισμα είχε αυξηθεί. Πυκνοί καπνοί, περιορισμένη όραση, εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα και παντού στάχτη. Φώτα, κόρνες και μετά από λίγη ώρα, αφήνοντας πίσω την οδό Χρ. Σμύρνης αποφασίζει να στρίψει σ' ένα μικρό στενάκι που βρισκόταν στα αριστερά του. Ήταν μία κομβική απόφαση που του έσωσε τη ζωή.
Γιώργος Καΐρης, κάτοικος Νέου Βουτζά
Αναμφισβήτητα, μια αφήγηση που σοκάρει. Το σπίτι του έχει λιώσει. Όπως περιέγραψε στον τηλεοπτικό φακό ο κ. Καΐρης, εκείνο το μεσημέρι έτρωγαν το μεσημεριανό τους με τη σύζυγο του. Μετά τις πέντε το απόγευμα της λέει ότι θα πάει μέχρι τον Άγιο Ιωάννη προκειμένου να δει το γίνεται. Την ώρα που έφτασε σ' ένα κοντινό ύψωμα φοβήθηκε. Επέστρεψε με το αυτοκίνητο του όσο πιο γρήγορα γινόταν και είπε στη σύζυγο του να φύγουν άμεσα.
Η μεγάλη της αγάπη για τα σκυλιά την οδήγησε να μπει πάλι μέσα στο σπίτι προκειμένου να πάρει το τρίτο μικρότερο σκυλάκι. Ο κ. Καΐρης ούρλιαζε, φώναζε αλλά δεν μπορούσε να μπει στο σπίτι. Το νερό είχε κοπεί. Η σύζυγός του Τάνια είχε εγκλωβιστεί. Ο ίδιος είχε φτάσει στη Λεωφόρο Μαραθώνος. Στο πρώτο τηλέφωνο του λέει ότι «όλα βράζουν». Στις 18:49 ήταν το τελευταίο τηλεφώνημα. «Ζω μια κόλαση, δεν θα καταφέρω», ήταν τα τελευταία της λόγια.
Κατερίνα Μαλά, κάτοικος Ματιού
Όταν έφυγε από τη Ραφήνα και πήγε στο Μάτι επικρατούσε ηρεμία. «Ο μόνος άνεμος που μπορεί να μας κάψει εδώ είναι ο δυτικός», υποστηρίζει στη εκπομπή η κυρία Κατερίνα Μαλά και θυμίζει τη φράση που είπε στον γιο της εκείνες τις κρίσιμες ώρες: «σήμερα καιγόμαστε».
Ήταν η γυναίκα που ωρυόταν κατά μήκος της Λεωφόρου Μαραθώνος και φώναζε σ' όλους να επιστρέψουν πίσω με κατεύθυνση προς τη Νέα Μάκρη αφού τα αυτοκίνητα κατέφθαναν ασταμάτητα χωρίς κανείς να τους ενημερώσει ότι η φωτιά έχει περάσει ήδη τη μεγάλη λεωφόρο και έκαιγε ανελέητα τα πρώτα σπίτια στο Μάτι.
Οι ευθύνες
Αυτές τις μέρες, όπως ανακοινώθηκε, θα κληθούν να δώσουν εξηγήσεις σχετικά με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους κατά τη διάρκεια της φονικής πυρκαγιάς της 23ης Ιουλίου στο Μάτι, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν την ζωή τους 99 άνθρωποι, ενώπιον του Εισαγγελέα. Συγκεκριμένα, ανάμεσα σε όσους κλήθηκαν για εξηγήσεις είναι και όσοι μηνύθηκαν από τους συγγενείς των θυμάτων όπως: η περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου, ο δήμαρχος Μαραθώνα Ηλίας Ψινάκης, ο δήμαρχος Ραφήνας Ευάγγελος Μπουρνούς, ο πρώην γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας Ιωάννης Καπάκης, ο πρώην αρχηγός της Πυροσβεστικής Σωτήρης Τερζούδης, ο πρώην αρχηγός της ΕΛΑΣ Κωνσταντίνος Τσουβάλας, στελέχη της πολιτικής προστασίας, της ΕΛΑΣ, της Πυροσβεστικής και του Λιμενικού.
Σε κουρασμένες κοινωνίες πολλές φορές χρησιμοποιούνται οι μηχανισμοί λήθης. Ένας συχνός μηχανισμός άμυνας εξακολουθεί να είναι η επιλογή της λήθης ή η απώθηση, κατά την ψυχαναλυτική ορολογία. Επαναλαμβάνουμε φράσεις όπως: «ας το ξεχάσουμε», «ας μην μιλάμε γι' αυτό», «πάμε παρακάτω» ή «κουράστηκα με τόση μαυρίλα».
Όμως, κανείς δεν πρέπει να ξεχάσει μια τέτοια τραγωδία. Κανείς δεν πρέπει να μείνει ατιμώρητος αλλά και να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη. Ας μην λησμονούμε ότι ήταν μία εκατόμβη νεκρών σε καιρό ειρήνης.
Η εκπομπή του Τάσου Τέλλογλου, η οποία ευτυχώς προβλήθηκε στην πιο σωστή τηλεοπτική ώρα, ήταν μια ανθρωποκεντρική έρευνα που θύμισε με σοβαρότητα και ψυχραιμία, ανεξίτηλες μαρτυρίες και περιγραφές που αποδεικνύουν την ανικανότητα του κράτους, τις τεράστιες ευθύνες και τις πληγές που μπορεί να ακολουθούν μια κοινωνία.
Δείτε εδώ το ντοκιμαντέρ «Επιζώντες: Η φωτιά της 23ης Ιουλίου 2018» του Τάσου Τέλογλου που προβλήθηκε στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ:
σχόλια