Κάποτε ισχυριζόμουν τακτικά - απολαμβάνοντας τον απόλυτο τόνο της φωνής μου - ότι κακώς ασχολούμαστε με ηθοποιούς, σταρ κλπ, διότι όσο επαρκείς ή ακόμα και εμπνευσμένες κι αν είναι οι ερμηνείες τους, δεν παύουν να είναι απλώς εργαλεία, μαριονέτες, δοχεία, οχήματα ενσάρκωσης προδιαγεγραμμένων χαρακτήρων. Ανοησίες. Υπάρχουν για τον καθένα μας ηθοποιοί (μιλάμε πάντα για την οθόνη, όπου τα πάντα είναι προκατασκευασμένα και μονταρισμένα πριν παρουσιαστούν ενώπιον μας) που μπορούν να μας ψήσουν υπνωτικά με το ύφος, την κινησιολογία, την εκφορά του λόγου, την εν γένει παρουσία τους, να ακολουθήσουμε πιστά ακόμα και την πιο ισχνή αφήγηση. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί για μένα προσωπικά ο Τζέισον Μπέιτμαν, γνωστός κυρίως από το Arrested Development (θα αναστηθεί τελικά; δεν έχω καταλάβει), την παλαιότερη τηλεοπτική σειρά που είχε πολλούς φανατικούς θαυμαστές, στους οποίους δεν συγκαταλεγόμουν ακριβώς, έγινα όμως προσωπικός θαυμαστής του ίδιου. Από τότε, μπορώ να τον δω με μεγάλη ευχαρίστηση σε οτιδήποτε εμφανίζεται, ακόμα και σε πολύ μέτριες παραγωγές στις οποίες όμως καταφέρνει να λάμπει με αυτόν τον συνδυασμό συνεσταλμένης πλην σαρδόνιας γοητείας και εμφιαλωμένης έντασης. Ίσως έχει να κάνει και το γεγονός ότι είναι ακριβώς συνομήλικός μου (ένα μήνα μεγαλύτερος), δεν ξέρω.
Το ξέσπασμα του πρωταγωνιστή είναι ενδεικτικό της τυπολογίας του (λευκού) «φλώρου» κεντρικού χαρακτήρα που βρίσκεται μπλεγμένος σε εγκληματικές δραστηριότητες και είναι αναγκασμένος να προβεί σε αλματώδεις υπερβάσεις και να κινητοποιήσει σύγχρονες δεξιότητες και αρχέγονα ένστικτα αν θέλει να σώσει τη ζωή του ίδιου και της οικογένειάς του.
Εκτός των άλλων αρετών της λοιπόν (και είναι μπόλικες), η νέα δραματική/περιπετειώδης σειρά Ozark (πρόκειται για ένα ιδιόμορφο θέρετρο με λίμνες στα βάθη της αμερικανικής ενδοχώρας, στην πολιτεία του Μιζούρι) προσφέρει και την ευκαιρία να παρακολουθήσει κανείς τον Τζέισον Μπέιτμαν σε βάθος χρόνου δέκα επεισοδίων, τέσσερα από τα οποία έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος, μεταξύ αυτών ο πιλότος και το φινάλε, το οποίο διαρκεί μιάμιση ώρα σαν αυτόνομη ταινία μεγάλου μήκους. Και σα να μην έφτανε αυτό, δίπλα του βρίσκεται μία από τις κορυφαίες σύγχρονους ηθοποιούς, η οποία επίσης πάντα κάνει κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον και απρόσμενο όπου κι αν εμφανίζεται, η Λόρα Λίνεϊ, η αποκαλούμενη και «Μέριλ Στριπ του 21ου αιώνα». Μαζί αποτελούν το κεντρικό ζεύγος χαρακτήρων της σειράς, ένα (συν)ενοχικό ζευγάρι της προνομιούχας ακόμα μεσαίας τάξης με τόνους θέματα και προβλήματα σύγχρονης αλλά και αρχέγονης φύσης.
Εκείνος είναι οικονομικός σύμβουλος/αναλυτής με ειδικότητα στο ξέπλυμα «ύποπτης» προέλευσης χρήματος και εκείνη καταθλιπτική νοικοκυρά πλέον σε απόγνωση με προϋπηρεσία ως σύμβουλος στις πρώιμες πολιτικές καμπάνιες του Ομπάμα. Οι δυσχερείς όμως και εξαιρετικά βίαιες περιστάσεις (ουσιαστικά η διαπλοκή με πρωτοκλασάτο στέλεχος διεθνούς καρτέλ ναρκωτικών) τους αναγκάζουν να εγκαταλείψουν νύχτα με τα δύο τους παιδιά το Σικάγο και να εγκατασταθούν στην κοινότητα των Όζαρκς όπου – καταρχάς – θα πρέπει να «ξεπλυθεί» μέσω διάφορων γρήγορων επενδύσεων («άγγελος επενδυτής» και «σιωπηλός συνεταίρος» είναι οι όροι που χρησιμοποιούνται πλέον στο πλυντήριο χρήματος) το ποσό των οκτώ εκατομμυρίων, ειδάλλως αντίο ζωή (κυριολεκτικά). Όλα όμως είναι πολύ δύσκολα καθότι οι ντόπιοι μπορεί να είναι βλάχοι, είναι όμως πονηροί και υποψιασμένοι βλάχοι και ο καθένας έχει από ένα οπλοστάσιο σπίτι του που μπορεί να ξεπαστρέψει άνετα ολόκληρο τάγμα. Επίσης, στο κατόπι της οικογένειας βρίσκεται και το FBI στο πρόσωπο ενός πράκτορα με τα δικά του έντονα ψυχολογικά προβλήματα. Είναι απολύτως βέβαιο συνεπώς ότι θα συμβούν ανόσια και φριχτά πράγματα. Και όντως συμβαίνουν, και μάλιστα με ιδιαίτερη αγριότητα και συχνά εκεί που δεν το περιμένεις. Η λύτρωση εμφανίζεται πού και πού στον ορίζοντα, αλλά παραμένει φευγαλέα.
«Δεν είναι αρκετό... Πρέπει να γίνω κάποιος άλλος... Πρέπει να αντρωθώ κι άλλο...». Το ξέσπασμα του πρωταγωνιστή είναι ενδεικτικό της τυπολογίας του (λευκού) «φλώρου» κεντρικού χαρακτήρα που βρίσκεται μπλεγμένος σε εγκληματικές δραστηριότητες και είναι αναγκασμένος να προβεί σε αλματώδεις υπερβάσεις και να κινητοποιήσει σύγχρονες δεξιότητες και αρχέγονα ένστικτα αν θέλει να σώσει τη ζωή του ίδιου και της οικογένειάς του. Κοντεύει να γίνει κλισέ μάλιστα, μετά από τόσες τηλεοπτικές σειρές που έχουμε πλέον συναντήσει (και ταυτιστεί με) αυτόν τον ήρωα, με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του Breaking Bad. Υπάρχουν σαφώς κάποιες δομικές και αφηγηματικές ομοιότητες του Ozark με εκείνη την «εμβληματική» σειρά (όπως επίσης και με άλλες λιγότερο προβεβλημένες όπως το Justified και το Bloodline), εδώ όμως η ατμόσφαιρα είναι ακόμα πιο αποπνικτική και η χρωματική παλέτα πιο σκοτεινή όπως τα αφιλόξενα βάθη της λίμνης Όζαρκ.
σχόλια