«Γεννήθηκα το 1944 στη Βραζιλία μέσα σ' ένα αγρόκτημα, μεγαλύτερο μέρος του οποίου ήταν τροπικό δάσος. Ένα εκπληκτικό μέρος. Έζησα με απίθανα πουλιά και ζώα. Κολύμπησα σε ποτάμια με καϊμάν. Ζούσαν περίπου 35 οικογένειες σ' εκείνο το κτήμα και ό,τι παρήγαμε το καταναλώναμε. Πολύ λίγα πράγματα πήγαιναν στην αγορά. Μια φορά το χρόνο, το μόνο προϊόν που έφτανε στην αγορά ήταν τα βοοειδή που παρήγαμε. Ταξιδεύαμε 45 ημέρες περίπου για να φτάσουμε στο σφαγείο και 20 ημέρες για να επιστρέψουμε ξανά στο αγρόκτημα».
Κάπως έτσι ξεκινούσε την ομιλία του στα TEDx πριν από πέντε περίπου χρόνια ο Σεμπαστιάο Σαλγκάδο, ο διάσημος Βραζιλιάνος φωτογράφος που κατέγραψε με τον φακό του τα σημαντικότερα γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας ενώ ταυτόχρονα ταξίδεψε σχεδόν σε όλο τον κόσμο αναζητώντας παρθένα σημεία του, άγρια χλωρίδα και πανίδα και μεγαλοπρεπή μοναδικά τοπία σ' ένα τεράστιο έργο καταγραφής της ομορφιάς του πλανήτη Γη.
Ένα μεγάλο τμήμα του ντοκιμαντέρ μάλιστα αποτυπώνει το αναπάντεχο ταξίδι της οικογένειας Σαλγκάδο στη Βραζιλία όπου στο κτήμα του παππού του Χουλιάνο στο Αλμορές επρόκειτο να φυτευτούν εκατομμύρια δέντρα και αυτομάτως η ταινία παίρνει οικολογικές διαστάσεις γιατί, όπως μαθαίνουμε, η αναδάσωση και κατ' επέκταση η σωτηρία της περιοχής είναι ένα προσωπικό στοίχημα των Σαλγκάδο.
Δύο χρόνια μετά, το ντοκιμαντέρ «Το Αλάτι της Γης» (The Salt of the Earth) του Βιμ Βέντερς, το οποίο συνυπογράφει με τον Τζουλιάνο Ριμπέιρο Σαλγκάντο, γιo του καταξιωμένου Βραζιλιάνου φωτορεπόρτερ μας συστήνει τη ζωή και το έργο του Σαλγκάδο.
Ένα μεγάλο τμήμα του ντοκιμαντέρ μάλιστα αποτυπώνει το αναπάντεχο ταξίδι της οικογένειας Σαλγκάδο στη Βραζιλία όπου στο κτήμα του παππού του Χουλιάνο στο Αλμορές επρόκειτο να φυτευτούν εκατομμύρια δέντρα και αυτομάτως η ταινία παίρνει οικολογικές διαστάσεις γιατί, όπως μαθαίνουμε, η αναδάσωση και κατ' επέκταση η σωτηρία της περιοχής είναι ένα προσωπικό στοίχημα των Σαλγκάδο.
O χώρος αυτός είναι ένα πρώην αγρόκτημα 1.750 στρεμμάτων στην πολιτεία Minas Gerais μέσα στο οποίο μεγάλωσε ο Σαλγκάδο. Βρίσκεται 70 μίλια από την Ατλαντική ακτή της Βραζιλίας, στην κοιλάδα του Μέιν, του Rio Doce- του ποταμού του γλυκού νερού.
Κάποτε ήταν ένα πολύ απομακρυσμένο σημείο. Στη δεκαετία του 1950, ο μοναδικός δρόμος που υπήρχε προς τον έξω κόσμο ήταν ένα χωμάτινο μονοπάτι κατά μήκος του ποταμού που ήταν λασπώδες και αδιάβατο τουλάχιστον έξι μήνες από το χρόνο.
Ο καφές κατέβαινε από τους λόφους με τα γαϊδουράκια. Οι κτηνοτρόφοι μετέφεραν αγελάδες και χοίρους στο σφαγείο με άλογα – κάτι που απαιτούσε πολλές μέρες οδοιπορίας.
Το Ατλαντικό Δάσος, το δεύτερο στη βιοποικιλότητα μετά τον Αμαζόνιο, είχε μέσα ένα στρέμμα όσα είδη δέντρων βρίσκονται σε ολόκληρη την ανατολική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών, και κάλυπτε το μισό αγρόκτημα και το ήμισυ της Rio Doce Valley.
Ο Σαλγκάδο δεν είχε κάμερα τότε – έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας όταν απόφάσισε να εγκαταλείψει το κτήμα και ήταν πια εικοσικάτι χρονών- όμως ο ίδιος πιστεύει ότι αυτό το τοπίο ήταν ο πρώτος του δάσκαλος. Τα απογεύματα στην περίοδο των βροχών, οι κεραυνοί που έπεφταν ο ένας πάνω στον άλλον άλλο και οι ηλιαχτίδες που έπαιζαν συνεχώς με το τοπίο. «Είναι εδώ που έμαθα να βλέπω το φως» είχε πει κάποτε ο ίδιος.
Σταδιακά, ο πατέρας του Σαλγκάδο, ένας αυστηρός άνδρας, που κατά καιρούς εργάστηκε ως φαρμακοποιός, οδηγός γαϊδουριών, αρτοποιός και αγρότης, αποψίλωσε το δάσος.
Όπως και οι αγρότες σε ολόκληρη τη Βραζιλία, έκοβε τα δέντρα της έκτασης που του ανήκε και τα πουλούσε ως ξυλεία ενώ ταυτόχρονα έσπειρε αφρικανικά χόρτα για να μπορεί να ταΐζει τα βοοειδή του. Με την πάροδο του χρόνου το τοπίο άλλαξε δραματικά.
Το Ατλαντικό Δάσος στο σύνολό του συρρικνώθηκε σε λιγότερο από 10 τοις εκατό του αρχικού του μεγέθους, στη Rio Doce Valley. Τη δεκαετία του 1980, η καταστροφή των βραζιλιάνικων δασών ήταν τόσο έντονη ώστε ολόκληρος ο κόσμος παρακολουθούσε με τρόμο τις εξελίξεις και η χώρα έγινε η παραπομπή για την παγκόσμια περιβαλλοντική αποσύνθεση.
Ήταν τέλη της δεκαετίας του '90 όταν η Λέλια και ο Σεμπαστιάο κληρονόμησαν τη γη που ανήκε στην οικογένεια του.
«Κάποια στιγμή πήρα την απόφαση να σταματήσω τη φωτογραφία. Με είχε αναστατώσει τόσο πολύ, έβλεπα χιλιάδες θανάτους κάθε μέρα (σ.σ. Είχε γίνει αυτόπτης μάρτυρας της απόλυτης βαρβαρότητας στη Ρουάντα).
Κι έτσι αποφάσισα να γυρίσω εκεί όπου γεννήθηκα» συνεχίζει ο Σαλγκάδο στην ομιλία του. « Όταν πήραμε τη γη, ήταν λιγότερο από μισό τοις εκατό τροπικό δάσος, όπως και όλη η γύρω περιοχή. Για να οικοδομήσουμε την ανάπτυξη, την ανάπτυξη της Βραζιλίας, καταστρέψαμε μεγάλο μέρος των δασών μας.
»Το ίδιο κάνατε και στις Ηνωμένες Πολιτείες, και στην Ινδία, παντού στον πλανήτη. Για να οικοδομήσουμε την ανάπτυξη, ερχόμαστε σε μια τεράστια αντίφαση καταστρέφοντας τα πάντα γύρω μας. Αυτή η φάρμα που είχε χιλιάδες βοοειδή τώρα είχε μερικές εκατοντάδες και δεν ξέραμε πώς να το αντιμετωπίσουμε. Η Λέλια είχε μια υπέροχη ιδέα, μια τρελή ιδέα. Μου είπε: «Γιατί δεν επαναφέρουμε το τροπικό δάσος που υπήρχε νωρίτερα; Λες πως έχεις γεννηθεί στον παράδεισο. Ας χτίσουμε τον παράδεισο ξανά».
Πήγα λοιπόν να δω έναν καλό φίλο που ανάπλαθε δάση να μας φτιάξει ένα πλάνο και ξεκινήσαμε. Αρχίσαμε να φυτεύουμε και τον πρώτο χρόνο χάσαμε πολλά δέντρα, τον δεύτερο λιγότερα, και σιγά-σιγά, αυτή η νεκρή γη άρχισε ν' αναγεννάται. Αρχίσαμε να φυτεύουμε εκατοντάδες χιλιάδες δέντρα, μόνο τοπικά είδη, αυτόχθονα, ώστε να δημιουργήσουμε ένα οικοσύστημα ίδιο μ' εκείνο που καταστράφηκε. Και η ζωή επανήλθε μ' έναν θαυμάσιο τρόπο. Ήταν αναγκαίο για μας να μετατρέψουμε τη γη μας σε εθνικό πάρκο. Τη μεταμορφώσαμε. Δώσαμε τη γη πίσω στη φύση. Κι έγινε εθνικό πάρκο. Δημιουργήσαμε το Ινστιτούτο Terra και φτιάξαμε ένα μεγάλο περιβαλλοντικό έργο».
Το "σχέδιο" του Σεμπαστιάο και της Λέλιας όλο κι επεκτεινόταν κι έτσι έφτασε στο σημείο σήμερα, εν έτη 2018, να έχει επαναδημιουργήσει ένα μεγάλο μέρος του αρχικού δάσους. Η βιοποικιλότητα επανήλθε στην περιοχή και η άγρια ζωή επανέκαμψε έχοντας αποκατασταθεί η τροφική αλυσίδα.
Χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι το σημαντικότερο άγριο θηλαστικό της περιοχής, ο ιαγουάρος, που είχε μετακινηθεί αλλού λόγω της απώλειας του φυσικού του περιβάλλοντος, επανήλθε, και αυτό δηλώνει ότι ο βιότοπός του επανασυγκροτήθηκε χάρη στην ανθρώπινη πρωτοβουλία.
Το Ινστιτούτο Terra είναι σήμερα ο μεγαλύτερος εργοδότης στην περιοχή και έχουν ήδη φυτευτεί 2,5 εκατομμύρια δέντρα. «Είναι ένα τρελό σχέδιο, τεράστιο και μεγαλοπρεπές».