Μέσα σε λιγότερο από τρεις δεκαετίες, η Γη έχασε 28 τρισεκατομμύρια τόνους πάγου που έλιωσαν «χωρίς επιστροφή», με τους επιστήμονες να μην έχουν καμία αμφιβολία πως το φαινόμενο οφείλεται στη ραγδαία κλιματική αλλαγή.
Από το 1994 μέχρι και σήμερα, μια τεράστια ποσότητα πάγου έχει εξαφανιστεί από την επιφάνεια του πλανήτη, σύμφωνα με Βρετανούς επιστήμονες που ανέλυσαν δορυφορικά δεδομένα για τους πόλους, τα βουνά και τους παγετώνες σε όλη τη Γη.
Ερευνητές τριών βρετανικών πανεπιστημίων χαρακτηρίζουν «ιλιγγιώδη» τον ρυθμό της απώλειας πάγου και προειδοποιούν πως η στάθμη των υδάτων είναι πιθανό να ανέβει κατά ένα μέτρο έως το 2100, καθώς παγετώνες και στρώματα πάγου λιώνουν και χύνονται στους ωκεανούς.
«Για να το θέσουμε σε ένα αντιληπτό πλαίσιο, με κάθε εκατοστό που θα ανεβαίνουν τα νερά, ένα εκατομμύριο άνθρωποι θα αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις χαμηλές περιοχές που ζουν», λέει ο καθηγητής Άντι Σέπαρντ, διευθυντής του Πολικού Παρατηρητηρίου στο πανεπιστήμιο του Leeds που συνεργάστηκε με το πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και το University College στο Λονδίνο στην εκπόνηση της μελέτης.
Όμως το λιώσιμο των πάγων δεν σημαίνει απλώς άνοδο της στάθμης των θαλασσών και «ξεριζωμό» εκατομμυρίων ανθρώπων. Καθώς οι πόλοι και οι παγετώνες φθίνουν, η Γη αντανακλά όλο και λιγότερη ηλιακή ακτινοβολία πίσω στο Διάστημα. Ο λευκός πάγος που εξαφανίζεται δίνει την θέση του στο σκούρο έδαφος που βρίσκεται από κάτω ή στην σκοτεινή θάλασσα: και στις δύο περιπτώσεις απορροφάται περισσότερη θερμότητα επιταχύνοντας την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Το κρύο νερό που χύνεται με αυξανόμενο ρυθμό στη θάλασσα προκαλεί σοβαρές επιπλοκές στα οικοσυστήματα γύρω από την Αρκτική και την Ανταρκτική, ενώ οι παγετώνες που εξαφανίζονται από τα βουνά, απειλούν να «μηδενίσουν» τα αποθέματα καθαρού νερού για τις τοπικές κοινότητες των γειτονικών περιοχών που εξαρτώνται από αυτά.
«Στο παρελθόν οι ερευνητές είχαν μελετήσει μεμονωμένες περιοχές όπως η Ανταρκτική ή η Γροιλανδία όπου λιώνουν οι πάγοι. Αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που κάποιος εξετάζει συνολικά τον πάγο που εξαφανίζεται από ολόκληρο τον πλανήτη», εξηγεί ο Σέπαρντ. «Τα ευρήματα μας σοκάρισαν».
Το μέγεθος της απώλειας ακολουθεί το χειρότερο δυνατό σενάριο που είχε σκιαγραφηθεί από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλάγη (IPCC), όπως λέει ο καθηγητής.
Η ομάδα μελέτησε δορυφορικά δεδομένα για παγετώνες στη Νότια Αμερική, την Ασία, τον Καναδά και άλλες περιοχές. Παράλληλα εξέτασε τον επιθαλάσσιο πάγο στην Αρκτική και την Ανταρκτική και τα στρώματα πάγου πάνω από το έδαφος της Ανταρκτικής και της Γροιλανδίας. Τα στοιχεία κάλυψαν μία περίοδο από το 1994 έως το 2017.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όλες αυτές οι περιοχές έχουν πληγεί από καταστροφικές απώλειες επιφανειακού πάγου τις τελευταίες δεκαετίες ενώ η απομείωση των όγκων συνεχίζεται. «Για να το καταλάβουμε, 28 τρισεκατομμύρια τόνοι πάγου θα μπορούσαν να καλύψουν ολόκληρη τη Βρετανία με ένα στρώμα πάγου ύψους 100 μέτρων», λέει ο Τομ Σλάτερ από το πανεπιστήμιο του Leeds.
«Δεν υπάρχει σχεδόν καμία αμφιβολία πως στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, η απώλεια του επίγειου πάγου είναι απευθείας συνέπεια του φαινόμενου του θερμοκηπίου», σημειώνουν οι επιστήμονες στην έκθεσή τους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cryosphere Discussions.
«Κατά μέσο όρο, η θερμοκρασία στην επιφάνεια του πλανήτη αυξήθηκε κατά 0,85 βαθμούς Κελσίου από το 1880, και το φαινόμενο εντείνεται ακόμα περισσότερο στις πολικές περιοχές». Τόσο η θαλάσσια όσο και η ατμοσφαιρική θερμοκρασία έχει ανέβει από τον φαύλο κύκλο της απώλειας πάγου και της μειωμένης ικανότητας του πλανήτη να αντανακλά την ηλιακή θερμότητα πίσω στο διάστημα.
Στην περίπτωση της Ανταρκτικής, η άνοδος της θαλάσσιας θερμοκρασίας επιταχύνει το λιώσιμο του στρώματος πάγου, ενώ η αυξανόμενη ατμοσφαιρική θερμοκρασία «χτυπά» τους παγετώνες στην ενδοχώρα.
Οι επιστήμονες τονίζουν ωστόσο πως μόνο ο μισός από τον πάγο που χάνεται συμβάλλει στην άνοδο των υδάτων, καθώς το 54% προέρχεται από πάγους και στρώματα πάγου που επέπλεαν ήδη πάνω στο νερό και έτσι το πέρασμα από την στερεά στην υγρή κατάσταση δεν αλλάζει την στάθμη. Το υπόλοιπο 46% που έρχεται από την ξηρά όμως, προκαλεί σταδιακή άνοδο των θαλασσών.
Τα αποτελέσματα της έρευνας εκδόθηκαν 30 χρόνια μετά την πρώτη έκθεση της IPCC στα τέλη του Αυγούστου του 1990. Από τότε οι επιστήμονες προειδοποιούσαν πως η υπερθέρμανση του πλανήτη ήταν «πραγματικότητα» και εντεινόταν από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που συνδέονται με την χρήση ορυκτών καυσίμων.
Από το 2000, η θερμοκρασία αυξάνεται περίπου 0,2 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία αλλά ο ρυθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί σε 0,3 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία καθώς οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζονται.
Με πληροφορίες από Guardian
σχόλια