Απαντώντας σε ερώτημα για τις διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung: «Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, εμείς πιστεύουμε σε μια φιλελεύθερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων. Μέχρι σήμερα το κόμμα του Αλ. Τσίπρα δεν ταυτίζεται με τις μεταρρυθμίσεις. Σε πολλούς τομείς μάλιστα καταγράφεται οπισθοδρόμηση», τονίζει ο Κ. Μητσοτάκης και αναφέρεται στις ενδοκυβερνητικές αντιδράσεις στην επένδυση στο Ελληνικό και την αξιοποίηση 14 περιφερειακών αεροδρομίων από την Fraport.
Επικρίνοντας την κυβέρνηση Τσίπρα ο πρόεδρος της ΝΔ υπογραμμίζει: «Κάτω από την επιφάνεια μιας κυβέρνησης, που μόνο εικονικά ανταποκρίνεται σε όσα ζητούν οι δανειστές, γίνεται μεγάλη ζημιά στους τομείς της Διοίκησης και της Παιδείας. Όποιος ισχυρίζεται ότι αυτή η κυβέρνηση κατάφερε να περάσει από την ακραία Αριστερά σε μια μετριοπαθή σοσιαλδημοκρατική πολιτική δεν ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στην παρατήρησή του. (...) Όσο περισσότερος χρόνος χάνεται τόσο δυσκολότερα η Ελλάδα θα ξαναβρεί το δρόμο της».
Για να γίνει ανταγωνιστικότερη η ελληνική οικονομία δεν αρκούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τονίζει σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο Κυριάκος Μητσοτάκης και εξηγεί: «Χρειαζόμαστε ελευθερία κινήσεων στην δημοσιονομική πολιτική για να μειώσουμε την φορολογία. Η ελευθερία αυτή θα επιτευχθεί μειώνοντας τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα που μας έχουν επιβάλλει. Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χωρίς φορολογικές μειώσεις δεν θα οδηγήσουν μακροπρόθεσμα στην ανάπτυξη».
Ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι «οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων που βραχυπρόθεσμα φτάνουν το 3,5%, είναι πολύ υψηλοί» και συνέχισε: «Δεν θα βρείτε πολλούς οικονομολόγους που θα χαρακτηρίσουν ρεαλιστικούς αυτούς τους στόχους. Ο διάλογος αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους συνδέεται άρρηκτα με τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Το 2014, το Δ.Ν.Τ. ανακοίνωσε ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Το 2017 ανακοίνωσε ότι δεν είναι. Μεσολάβησε η καταστροφική περίοδος των πρώτων έξι μηνών του 2015 με τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Το Δ.Ν.Τ. αναθεώρησε προς τα κάτω κατά 1,5% τη μακροχρόνια πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Το Δ.Ν.Τ. εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να φέρει εις πέρας εκείνες τις μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να πετύχει βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι υποχρέωσή μου να αλλάξω την επικρατούσα πεποίθηση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να προχωρήσει σε βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές».
Αναφερόμενος τέλος στο πρόβλημα της νεανικής ανεργίας δηλώνει: «Πολλοί νέοι δεν πιστεύουν ότι έχουν μέλλον στην πατρίδα τους. Εκατοντάδες χιλιάδες εγκαταλείπουν τη χώρα και έτσι χάνουμε τους καλύτερους και πιο έξυπνους. Δαπανούμε μια περιουσία για την εκπαίδευση γιατρών και μηχανικών, οι οποίοι αργότερα πληρώνουν φόρους σε κάποια άλλη χώρα. Η προτεραιότητά μου είναι να σταματήσουμε, κι αν είναι δυνατόν να αντιστρέψουμε, αυτή την έξοδο. Θα επιτύχουμε ωστόσο αυτό το στόχο μόνο αν δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας και προσελκύσουμε επενδύσεις. Και πιστεύω ότι γνωρίζω τον τρόπο, με τον οποίο θα τα καταφέρουμε».
Για τη σχέση του με την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε: «Έχω συναντηθεί αρκετές φορές με την καγκελάριο της Γερμανίας και εκτιμώ ότι χτίζω μια καλή σχέση μαζί της. Επίσης, έχω συναντηθεί με τον Δρ. Σόιμπλε και είχαμε μια ειλικρινή συζήτηση. Συμφωνήσαμε να μην δημοσιοποιήσουμε το περιεχόμενο της συζήτησης. Και οι δύο πλευρές τήρησαν το λόγο τους. Αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης. Οι καλές προσωπικές σχέσεις είναι σημαντικές. Τις δημιουργείς πρωτίστως όταν δεν υπόσχεσαι πολλά, αλλά φέρνεις αποτελέσματα. Είμαι πολύ προσεκτικός σε όλες τις δημόσιες τοποθετήσεις μου, και δεν πρόκειται να επαναλάβω όλα τα λάθη που ο κ. Τσίπρας έκανε, όταν έλεγε ότι θα σκίσει τα μνημόνια. Είναι κομβικό ζήτημα για εμένα η οικοδόμηση της αξιοπιστίας μου και της αξιοπιστίας της κυβέρνησής μου. Επιπλέον, δεν επιθυμώ να γίνω ένας πρωθυπουργός που στις Συνόδους Κορυφής μιλάει αποκλειστικά για την Ελλάδα. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις».
σχόλια