Με τις καταθέσεις μαρτύρων ξεκίνησε η δίκη του ιδιοκτήτη της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, Ιβάν Σαββίδη ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης έπειτα από συνεχείς αναβολές.
Ο κ. Σαββίδης κατηγορείται ότι εισέβαλε, οπλοφορώντας στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου της Τούμπας, στον πολυσυζητημένο αγώνα πρωταθλήματος του ΠΑΟΚ με την ΑΕΚ, τον Μάρτιο του 2018. Σύμφωνα με την ΕΡΤ, για την ίδια υπόθεση παραπέμφθηκε σε δίκη ο τότε αθλητικός διευθυντής του «Δικεφάλου του Βορρά» Λούμπος Μίχελ και έξι άτομα της προσωπικής φρουράς του ομογενή επιχειρηματία. Όλοι οι κατηγορούμενοι απουσιάζουν από τη δικαστική αίθουσα και εκπροσωπούνται από πληρεξούσιους δικηγόρους. Το κατηγορητήριο τους καταλογίζει παραβάσεις συνδεόμενες με τον Αθλητικό Νόμο.
Στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε πρώτος ο γενικός αρχηγός της ΑΕΚ, Βασίλης Δημητριάδης, ο οποίος είπε ότι η συγκεκριμένη αναμέτρηση δεν ήταν ένα απλό παιχνίδι, αλλά ήταν το ματς που θα έκρινε το πρωτάθλημα. Όπως ανέφερε, υπήρχε η ένταση που υπάρχει στα ντέρμπι, μέσα στον αγωνιστικό χώρο δεν έγινε τίποτα, μέχρι που στο 89ο λεπτό «έγινε η φάση με το αμφισβητούμενο γκολ».
«Δημιουργήθηκε ένταση. Αρχικά διαμαρτυρηθήκαμε εμείς, στη συνέχεια όταν ακυρώθηκε το γκολ, ο ΠΑΟΚ», είπε και αναφερόμενος στις δικές του ενέργειες, πρόσθεσε ότι προσπάθησε να ενεργήσει πυροσβεστικά, να κατευνάσει τα πνεύματα.
Παράλληλα, αναφερόμενος στην είσοδο του Ιβάν Σαδδίδη, ο μάρτυρας κατέθεσε τα εξής: «Υπήρχε ένταση και μπήκε. Ήταν 2-3 άνθρωποι μαζί του, προσπάθησε να φτάσει στον διαιτητή, είπαν κάτι και έφυγαν. Είπε κάτι και σε μένα, αλλά σε ήπιο ύφος, δεν με απείλησε». Για το όπλο που κατηγορείται ότι έφερε πάνω του ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, ο γενικός αρχηγός της ΑΕΚ είπε ότι δεν το παρατήρησε, καθώς φορούσε μπουφάν.
«Δεν αντιλήφθηκα το όπλο, δεν αισθάνθηκα φόβο. Στα αποδυτήρια που επιστρέψαμε, οι παίκτες είπαν ότι το είδαν, αλλά σε επίπεδο “είδαμε, ακούσαμε”, κάποιοι δεν ήταν σίγουροι. Υπήρχε περισσότερο ανησυχία για την τύχη του (ακυρωθέντος) γκολ», σημείωσε.
Ο πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής εξέφρασε την άποψη ότι «τέτοιες διαμαρτυρίες γίνονται σε όλες τις χώρες», εκτιμώντας ότι η είσοδος του μεγαλομετόχου της ΠΑΕ ΠΑΟΚ «ίσως ηρέμησε τα πράγματα στις κερκίδες», καθώς, όπως συμπλήρωσε, τα πράγματα θα μπορούσαν να εξελιχθούν πολύ χειρότερα «να γίνει σύρραξη μεταξύ των παικτών, να εισέλθουν οπαδοί στο γήπεδο».
Στη συνέχεια, εξετάστηκε ο διαιτητής της αναμέτρησης Γιώργος Κομίνης, ο οποίος ξεκίνησε την κατάθεσή του από το σημείο που λήφθηκε η απόφαση να ακυρωθεί το γκολ. «Για να ξεκινήσει ο αγώνας έπρεπε η κατάσταση να είναι ομαλή. Διαπίστωσα ότι υπήρχε αναστάτωση στους δυο πάγκους. Περιμέναμε να επανέλθει η ομαλότητα και αν έπρεπε να επιβάλω πειθαρχικά μέτρα».
Ο μάρτυρας αναφέρθηκε στον τότε αθλητικό διευθυντή της ΠΑΕ ΠΑΟΚ και πρώην διεθνή ρέφερι Λούμπος Μίχελ. «Με πλησίασε ο Μίχελ, δέχθηκα φραστική επίθεση, μού είπε στα αγγλικά “you are finished” (τελείωσες) και έκανε κάποιες κινήσεις με τα χέρια. Θεωρώ ότι η φράση αυτή ήταν περισσότερο ποδοσφαιρική αργκό, ότι η απόφαση (ακύρωσης του γκολ) θα προεξοφλήσει το τέλος μου από τη διαιτησία. Δε φοβήθηκα εκεί τη στιγμή, ίσως η αδρεναλίνη, ίσως η σχεδόν 20ετής εμπειρία μου… Όφειλα να είμαι ψύχραιμος για να μη δημιουργήσω έκρυθμη κατάσταση».
Σχετικά με την είσοδο του Ιβάν Σαββίδη, σημείωσε ότι τον έβλεπε να έρχεται προς το μέρος του, «ίσως παρασυρόμενος και από τον Μίχελ», όπως είπε. «Έφτασε σε απόσταση περίπου 7-10 μέτρων για να διαμαρτυρηθεί. Δεν είναι σύνηθες, αλλά συμβαίνει να εισέρχονται παράγοντες στο γήπεδο» επισήμανε, ενώ ερωτηθείς για το όπλο, ο κ. Κομίνης απάντησε: «Δεν το αντιλήφθηκα. Από αξιωματούχους της ΑΕΚ πληροφορήθηκα για το όπλο. Έδειχναν κάτι στα κινητά τους, αλλά δεν είχα εκείνη τη στιγμή τη δυνατότητα να το διασταυρώσω», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά την απόφαση να μη συνεχιστεί ο αγώνας μετά την απόσυρση των ομάδων στα αποδυτήρια, ο μάρτυρας είπε ότι ακολούθησε επικοινωνία του με τη διοργανώτρια αρχή (Σούπερ Λιγκ) και των υπευθύνων της ΕΛ.ΑΣ. «Περιμέναμε ένα διάστημα για τη δική μας ασφάλεια και αυτή των διαγωνιζομένων. Ίσως, η Σούπερ Λιγκ να ήθελε περισσότερο χρόνο, ίσως και η αστυνομία να ήθελε περισσότερη τάξη και περιφρούρηση. Δεν μπορούσε να εγγυηθεί η αστυνομία την ασφαλή συνέχιση του αγώνα».
Σημειώνεται ότι η αποδεικτική διαδικασία συνεχίζεται με την εξέταση των υπολοίπων μαρτύρων του κατηγορητηρίου.