Μόλις δέκα χρονών ήταν ο Μπέρνχαρντ Καρλ Τράουτμαν, όταν ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία. Όπως όλοι σχεδόν οι συνομήλικοί του γράφεται στη χιτλερική νεολαία. Οι πρώτες αθλητικές διακρίσεις έρχονται στους Αγώνες Νεολαίας στο Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου.
Μετά το σχολείο ο νεαρός γίνεται μηχανικός αυτοκινήτων. Το 1940, στα 17 του χρόνια, αποφασίζει να καταταγεί στους αλεξιπτωτιστές. Τον στέλνουν στη Ρωσία και την Ουκρανία, αργότερα τον μεταθέτουν στο δυτικό μέτωπο. «Συχνά με ρωτούσαν αν έχω σκοτώσει άνθρωπο» θα πει ο ίδιος πολλά χρόνια αργότερα.
«Δεν ξέρω. Όταν κάναμε επίθεση, πυροβολούσα κι εγώ μαζί με τους άλλους, χωρίς συγκεκριμένο στόχο. Γενικά στον πόλεμο επικρατεί η νοοτροπία ‘η εγώ ή ο άλλος’». Η μετέπειτα βιογράφος του, Κάτριν Κλέι, θα αποκαλύψει ότι ο Τράουτμαν «κοιμόταν στα δέντρα, σφιχτοδεμένος με μία ζώνη για να μην τον εντοπίσουν οι αντάρτες. Έζησε φοβερά πράγματα στον πόλεμο, αλλά μάλλον έκανε και εκείνος φοβερά πράγματα»
Τις τελευταίες μέρες του πολέμου ο Τράουτμαν πέφτει στα χέρια των Άγγλων, που τον στέλνουν σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στο Άστον, μία επαρχιακή πόλη ανάμεσα στο Λίβερπουλ και το Μάντσεστερ. Σε αυτοσχέδιους αγώνες κρατουμένων δοκιμάζει τον ρόλο του τερματοφύλακα, για πρώτη φορά στη ζωή του. Ο πόλεμος τελειώνει, αλλά εκείνος αποφασίζει να μείνει στην Αγγλία.
Κάποιος του προτείνει να γραφτεί στην τοπική ποδοσφαιρική ομάδα St.Helens. Γιατί όχι; Είναι τόσο εντυπωσιακές οι εμφανίσεις του, ώστε έναν χρόνο αργότερα παίρνει μετεγγραφή για την Μάντσεστερ Σίτυ. Αλλά η ποδοσφαιρική του καριέρα παρά λίγο να τελειώσει πριν καλά-καλά αρχίσει. Χιλιάδες άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόμους και διαδηλώνουν την αγανάκτησή τους για τον «ναζί που ξέμεινε στο Μάντσεστερ», μία πόλη με τεράστια εβραϊκή παροικία και νωπές μνήμες από τον πόλεμο. Οπαδοί της Μάντσεστερ Σίτυ απειλούσαν να μην ξαναπατήσουν στο γήπεδο.
Ο ραβίνος Αλεξάντερ Άλτμαν, που έχασε την οικογένειά του στο Άουσβιτς, καλεί το πλήθος να δώσει μία ευκαιρία στον νεαρό Γερμανό, τον πρώην εχθρό, τον αλεξιπτωτιστή της Βέρμαχτ. «Παρά τα φοβερά δεινά που έχουμε υποστεί από τους Γερμανούς», γράφει σε ανοιχτή επιστολή προς τους συμπολίτες του, «ας προσπαθήσουμε να μην τιμωρήσουμε έναν μεμονωμένο Γερμανό, που δεν ευθύνεται γι αυτά τα εγκλήματα. Ίσως αποδειχθεί ότι είναι καλός άνθρωπος».
Αγώνας μέχρι το τέλος
Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Άγγλοι φέρονταν με μεγαλοψυχία στον πρώην εχθρό. Τα Χριστούγεννα του 1948, θυμίζει το περιοδικό DER SPIEGEL, όταν ακόμη έπαιζε στην St.Helens και επρόκειτο να επισκεφθεί για λίγες μέρες τους δικούς του στη Βρέμη, η αγγλική ομάδα έκανε έρανο, συγκεντρώνοντας τρόφιμα και χρήματα για την οικογένεια Τράουτμαν.
«Η διοίκηση της ομάδας και οι συμπαίκτες μου ήξεραν ότι εκείνα τα χρόνια οι άνθρωποι στη Γερμανία δύσκολα τα έβγαζαν πέρα», λέει ο ίδιος. «Συγκέντρωσαν ολόκληρη ντουλάπα γεμάτη τρόφιμα - αλεύρι, βούτυρο, ζάχαρη, ζαμπόν - και επιπλέον 150 λίρες, τεράστιο ποσό για την εποχή». Ο «Traut, the Kraut» έκανε ό,τι μπορούσε για να ανταποδώσει την εμπιστοσύνη των φιλάθλων. Στο απόγειο της δόξας του έφτασε το 1956 στο Γουέμπλεϊ, όταν οδήγησε τη Μάντσεστερ Σίτυ στην κατάκτηση του FA Cup απέναντι στην Μπέρμιγχαμ με 3-1, μπροστά σε 100.000 θεατές. Ξεχώρισε με τις επεμβάσεις του και συνέχισε να αγωνίζεται και μετά από σοβαρό τραυματισμό.
Οι εξετάσεις που έκανε λίγες μέρες αργότερα θα δείξουν ότι είχε υποστεί κάταγμα στον αυχένα. «Αυτή η στιγμή αυτοθυσίας θα δώσει σχεδόν μυθικές διαστάσεις στη λατρεία του κόσμου.» Ο Μπερντ Τράουτμαν θα παραμείνει στην Μάντσεστερ Σίτυ μέχρι το 1964, συμπληρώνοντας 645 αγώνες. Στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του με την ομάδα επιλέκτων του Μπόμπι Τσάρλτον θα τον χειροκροτήσουν 60.000 θεατές. Αργότερα θα βραβευθεί για την προσφορά του στην αποκατάσταση των διμερών σχέσεων Γερμανίας- Μ.Βρετανίας.
«Οι Βρετανοί με έχουν διαμορφώσει σε αυτό που είμαι σήμερα», θα δηλώσει ο ίδιος. To 1956 οι Άγγλοι αθλητικογράφοι τον ανακήρυξαν «ποδοσφαιριστή της χρονιάς». Ήταν ο πρώτος ξένος ποδοσφαιριστής που γνώρισε αυτή την τιμητική διάκριση. Ακολούθησαν πολλές ακόμη διακρίσεις.
Το 1956, μόλις έναν μήνα μετά τον θρίαμβο του Γουέμπλεϊ και ενώ ακόμη νοσηλευόταν για τον αυχένα του, έχασε τον μεγαλύτερο γιο του σε τροχαίο δυστύχημα. Μετά από χρόνια διαλύθηκε και ο γάμος του με την κόρη του πρώην προπονητή του. Η επιθυμία του να αγωνιστεί στην πατρίδα του δεν ικανοποιήθηκε ποτέ. Έτσι έχασε και την ευκαιρία να δώσει το παρών στην Εθνική Γερμανίας, ίσως και να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954, όταν η Γερμανία αναδείχθηκε πρωταθλήτρια κόσμου.
Τα αυστηρά ήθη της εποχής όριζαν ότι οι «λεγεωνάριοι» που αγωνίζονται στο εξωτερικό δεν έχουν θέση στην Εθνική και ο Σεπ Χέρμπεργκερ, εκλέκτορας της «Νατσιονάλμανσαφτ» την εποχή εκείνη, δεν ήθελε καμία εξαίρεση, παρότι διατηρούσε φιλική σχέση με τον Τράουτμαν.
Διαπραγματεύσεις με τη Μάντσεστερ Σίτυ για μία μετεγγραφή στην - πανίσχυρη τότε - Σάλκε, ναυάγησαν γρήγορα. Αργότερα ο «Traut the Kraut» θα δοκιμάσει την τύχη του ως προπονητής, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Ωστόσο, στο δεύτερο ήμισυ της ζωής του άρχισε και πάλι να βάζει τα πράγματα σε μια τάξη. Για επτά χρόνια συνεργάστηκε με τη γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία και το υπουργείο Εξωτερικών, παρέχοντας «αναπτυξιακή βοήθεια» σε χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Μάλιστα το 1972 κατάφερε να προκριθεί με την ποδοσφαιρική ομάδα της Βιρμανίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου.
Με την τρίτη σύζυγό του αποσύρθηκε στην εξοχική του κατοικία στη Βαλένθια της Ισπανίας, όπου άφησε την τελευταία του πνοή τον Ιούλιο του 2013, λίγο πριν κλείσει τα 90 του χρόνια.
Μια ταινία, μια συζήτηση
Για πολλά χρόνια το όνομά του είχε ξεχαστεί και στην ίδια τη Γερμανία, αλλά επανήλθε στη δημοσιότητα με την ταινία του Βαυαρού σκηνοθέτη Μάρκους Ρoζεμίλερ, 63 ολόκληρα χρόνια μετά τον ηρωϊκό τελικό του FA Cup στο Γουέμπλεϊ. Εύλογος και λακωνικός τίτλος: «Τράουτμαν». Η πρεμιέρα στους γερμανικούς κινηματογράφους έγινε τον Μάρτιο του 2019, κατά σύμπτωση σχεδόν ταυτόχρονα με έναν αγώνα της Σάλκε εναντίον της Μάντσεστερ Σίτυ για το Τσάμπιονς Λιγκ.
Η ταινία δέχθηκε αιχμηρή κριτική. Κάποιοι την χαρακτηρίζουν μελόδραμα. Άλλοι λένε ότι εξιδανικεύει τον ρόλο του Τράουτμαν και τη στάση του απέναντι στο ναζιστικό καθεστώς. «Ακόμα και ως αιχμάλωτος πολέμου έλεγε ότι ο Χίτλερ έκανε και κάποια καλά, τους αυτοκινητόδρομους για παράδειγμα», γράφει η εφημερίδα Tagesspiegel του Βερολίνου. «Στην πραγματικότητα δεν κατέκτησε εκείνος την καρδιά του εχθρού, αλλά ο εχθρός τη δική του»
Με πληροφορίες από Deutsche Welle