Ένα νεογνό φίδι με μια εξαιρετικά καλά διατηρημένη σκελετική δομή είναι το πρώτο του είδους του που βρέθηκε ποτέ απολιθωμένο σε κεχριμπάρι από τη Μιανμάρ.
Το απολίθωμα, ηλικίας 99 εκατομμυρίων ετών, είναι επίσης το αρχαιότερο γνωστό φίδι από δασικό περιβάλλον, όπως αποκάλυψαν οι παλαιοντολόγοι στο περιοδικό Science Advances.
Οι συγγραφείς της μελέτης ονόμασαν το νέο είδος φιδιού Xiaophis myanmarensis.
Είναι πιθανόν να συνδέεται με κάποια σύγχρονα είδη φιδιών που συναντώνται στην νοτιοανατολική Ασία, συμπεριλαμβανομένων των μη δηλητηριωδών Ξενοπελτίδων (sunbeam snakes) και του λεγόμενου είδους Ανιλιιδών (pipe snakes), αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης και ερευνητής του National Geographic Lida Xing, από το Πανεπιστήμιο Γεωεπιστημών της Κίνας.
«Κανείς δεν έχει δει ποτέ απολιθωμένο νεογνό φίδι οποιουδήποτε είδους. Και έχοντας αυτό, το οποίο είναι ηλικίας σχεδόν εκατό εκατομμυρίων ετών είναι πραγματικά καταπληκτικό», ανέφερε ο Μάικλ Κάλντγουελ, επίσης συγγραφέας της μελέτης και ειδικός απολιθωμένων ερπετών στο πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα, στο Έντμοντον του Καναδά.
«Με βάση το μέγεθος και το αναπτυξιακό του στάδιο, το συγκεκριμένο απολίθωμα αφορά σε νεογέννητο», προσθέτει ο Κάλντγουελ.
«Δεν μπορώ να πω εάν ήταν ακόμη στο αυγό το οποίο έσπασε και ο "μικρούλης" παγιδεύτηκε στο κεχριμπάρι, ή εάν είχε μόλις εκκολαφτεί», είπε.
Ακόμη ένα κομμάτι κεχριμπαριού, που ανακτήθηκε επίσης από ορυχεία στη Μιανμάρ, περιλαμβάνει ένα τμήμα πιθανόν από δέρμα φιδιού με απαλές και σκούρες λωρίδες στις φολίδες του, το οποίο μπορεί να προέρχεται από ένα ενήλικο φίδι Xiaophis ή από άλλο είδος ερπετού.
Οι ερευνητές δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν απόλυτα ότι είναι δέρμα φιδιού, όμως το μέγεθος, σχήμα και διάταξη των λεπιών υποδηλώνουν ότι είναι. Αν αυτό αποδειχτεί, θα είναι το πρώτο κομμάτι δέρματος φιδιού που ανακαλύφθηκε ποτέ σε κεχριμπάρι.
«Τα λέπια έχουν τέτοια διάταξη, όπως θα περίμενε κανείς σε ένα φίδι ή μια σαύρα, σε διαγώνιες σειρές. Σε αυτό το συγκεκριμένο δείγμα, αυτό που το κάνει να φαίνεται περισσότερο με φίδι είναι το σχήμα των λεπιών, που μοιάζει με διαμάντι», είπε ο Κάλντγουελ.
«Οι περισσότερες σαύρες δεν έχουν αυτό το σχήμα και μοτίβο στο δέρμα τους», πρόσθεσε.
Στα πλούσια αποθέματα σε κεχριμπάρι, στη βόρεια επαρχία του Κατσίν στη Μιανμάρ, έχουν βρεθεί στο παρελθόν καλά διατηρημένα απολιθώματα από πτηνά, τα παλιότερα γνωστά βατράχια τροπικών δασών, αρχαία τσιμπούρια, ακόμη και μία φτερωτή ουρά δεινοσαύρου.
Σύμφωνα με τον Xing, το δείγμα του φιδιού αυτού ήρθε στην προσοχή του το καλοκαίρι του 2016 και αρχικά θεωρούνταν ότι ήταν σαρανταποδαρούσα ή πεταλούδα.
Η πραγματική του ταυτότητα επιβεβαιώθηκε με τη χρήση προηγμένων ακτίνων Χ που έγιναν στις εγκαταστάσεις της Σαγκάης Synchrotron Radiation Facility, που βοήθησαν την ομάδα να δημιουργήσει πολύ λεπτομερή τρισδιάστατα μοντέλα της εσωτερικής ανατομίας του απολιθώματος.
Με μήκος μικρότερο των δύο ιντσών, το φίδι είναι πολύ μικροσκοπικό και είναι δύσκολο να παρατηρηθεί με γυμνό μάτι. Όμως οι ακτινογραφίες επέτρεψαν στην ομάδα να μελετήσει προσεκτικά τη μορφή και τη θέση των οστών του, συμπεριλαμβανομένων 97 σπονδύλων.
Με βάση αυτά τα στοιχεία, φαίνεται ότι το αρχαίο φίδι έχει ομοιότητες με άλλα φίδια που είναι γνωστά από τη νότια υπερήπειρο της Γκοντουάνα, η οποία υπήρχε στα τέλη της Κρητιδικής περιόδου.
Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το κομμάτι της γης που έγινε αργότερα η Μιανμάρ, είχε προηγουμένως διασπαστεί από άλλες νότιες ηπείρους, όπως η Αυστραλία, η Αφρική και η Ινδία, πριν συγκρουστεί με την σύγχρονη Ασία, ανέφερε ο Κάλντγουελ.
Το μικροσκοπικό απολίθωμα φέρει επίσης κάποια χαρακτηριστικά που δεν υπάρχουν πλέον στα ζωντανά είδη, λέει ο καθηγητής, όπως σπονδύλους οστού σχήματος V στο κάτω μέρος της ραχοκοκαλιάς της ουράς.
Οι σπόνδυλοι πιθανότατα προστατεύουν μια αρτηρία κατά μήκος της ουράς και μπορεί επίσης να χρησίμευαν για σταθερότητα όταν τα φίδια αρχικά έγιναν χωρίς μέλη.
«Δεν υπάρχουν επαρκώς διατηρημένα φίδια που να είναι παλαιότερα, πουθενά», σχολίασε ο παλαιοντολόγος Τζον Σκάνλον από το πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στο Σίδνεϊ, στην Αυστραλία. Επιπλέον τα απολιθώματα φιδιών στις βόρειες ηπείρους που κάποτε αποτελούσαν την υπερήπειρο της Λαυρασίας είναι εξαιρετικά σπάνια.
Με πληροφορίες από National Geographic
σχόλια