Η εγκυμοσύνη κάνει τις γυναίκες να γερνούν πιο γρήγορα, όπως απέδειξε επιστημονική μελέτη.
Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Proceedings of the National Academy of Sciences, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που ήταν έγκυες έδειξαν περισσότερα σημάδια βιολογικής γήρανσης σε σύγκριση με γυναίκες που δεν είχαν μείνει ποτέ έγκυες στο παρελθόν. Όσες περισσότερες φορές μια γυναίκα ήταν έγκυος, τόσο πιο γρήγορος ήταν ο ρυθμός βιολογικής γήρανσής της.
Η εγκυμοσύνη θεωρείται «θαύμα» της βιολογίας, αλλά νέα έρευνα δείχνει ότι μπορεί να έχει ένα τίμημα για τις γυναίκες, παρατηρεί το περιοδικό Time. «Μαθαίνουμε ότι η εγκυμοσύνη έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στο σώμα», λέει ο Calen Ryan, συνεργάτης ερευνητής στο Κέντρο Γήρανσης του Πανεπιστημίου Columbia στο Mailman School of Public Health. «Δεν είναι όλες αρνητικές, αλλά φαίνεται πως αυξάνει τον κίνδυνο ορισμένων ασθενειών και τη θνησιμότητα από κάθε αιτία».
Ο Ryan και η ομάδα του ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερα από 1.700 άτομα στις Φιλιππίνες που συμμετείχαν στην έρευνα για την υγεία και τη διατροφή του Cebu Longitudinal. Οι συμμετέχουσες, που ήταν όλες ηλικίας 20 έως 22 ετών το 2005 όταν ξεκίνησε η μελέτη, έδωσαν δείγματα αίματος και απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με το αναπαραγωγικό και σεξουαλικό τους ιστορικό, συμπεριλαμβανομένου τού πόσες φορές είχαν μείνει έγκυες και εάν αυτές οι εγκυμοσύνες είχαν οδηγήσει σε γεννήσεις. Μια μικρότερη ομάδα γυναικών παρείχε επιπλέον δείγματα αίματος από το 2009 έως το 2014 για να επιτρέψει στους ερευνητές να συγκρίνουν τις αλλαγές με την πάροδο του χρόνου.
Όλα τα δείγματα αίματος αναλύθηκαν σχετικά με έναν αριθμό βιολογικών παραγόντων που σχετίζονται με τη γήρανση, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στο DNA που είναι γνωστές ως επιγενετικές τροποποιήσεις. Καθώς τα κύτταρα γερνούν, συσσωρεύουν μοριακά αποτυπώματα των οποίων τα γονίδια έχουν ενεργοποιηθεί ή απενεργοποιηθεί, και αυτές οι αλλαγές μπορούν να χρησιμεύσουν ως υποκατάστατο για το πόσο βιολογικά ηλικιωμένα είναι τα κύτταρα. Αυτά τα αποκαλούμενα «επιγενετικά ρολόγια», μπορούν επίσης να συλλάβουν τις επιπτώσεις που έχουν στον οργανισμό το στρες και άλλες φυσιολογικές και ψυχολογικές εμπειρίες που επηρεάζουν τα κύτταρα, και ως εκ τούτου τα κάνουν «μεγαλύτερα» ή «νεότερα» από τη χρονολογική τους ηλικία.
Ο Ryan και η ομάδα του χρησιμοποίησαν έξι τέτοια επιγενετικά ρολόγια, τα οποία αξιολόγησαν 19 διαφορετικούς δείκτες, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στο μήκος των χρωμοσωμάτων (τα οποία λιγοστεύουν όσο περισσότερο διαιρείται ένα κύτταρο), για να αξιολογήσουν την ηλικία των συμμετεχόντων. Διαπίστωσαν ότι συνολικά, οι γυναίκες που είχαν μείνει έγκυες τουλάχιστον μία φορά ήταν βιολογικά μεγαλύτερες από τις γυναίκες της ίδιας ηλικίας που δεν υπήρξαν ποτέ έγκυες. Μάλιστα διαπίστωσαν πως μία εγκυμοσύνη μπορεί να οδηγήσει σε ταχύτερη γήρανση από τέσσερις μήνες έως περισσότερο από ένα χρόνο, με ρυθμό περίπου 3% περισσότερο ετησίως από τις γυναίκες που δεν είχαν μείνει ποτέ έγκυες.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές εξέτασαν πώς επηρεάζεται η γυναίκα εάν έχει μείνει έγκυος περισσότερες από μία φορά. Οι γυναίκες με περισσότερες εγκυμοσύνες γερνούν πιο γρήγορα σε σύγκριση με τις γυναίκες με λιγότερες εγκυμοσύνες κατά σχεδόν 2% ετησίως ανά εγκυμοσύνη. Ενδιαφέρον είναι ακόμα το στοιχείο πως ναι μεν η εγκυμοσύνη αύξησε τη βιολογική ηλικία κατά ένα έως δύο χρόνια, αλλά ο ρυθμός γήρανσης είχε μειωθεί κατά 16% τρεις μήνες μετά τον τοκετό. «Η αντιστροφή μετά τον τοκετό όσον αφορά το μέγεθος της επίδρασης ήταν πολύ μεγαλύτερη από την αύξηση της βιολογικής ηλικίας που βρέθηκε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης», είπε ο επικεφαλής ερευνητής και συμπλήρωσε: «Αυτό εγείρει την προκλητική ιδέα ότι η εγκυμοσύνη μπορεί να σχετίζεται τελικά με πιθανή αναζωογόνηση του σώματος. Αλλά απλά δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτή την ερώτηση με βεβαιότητα με τα δεδομένα που έχουμε μέχρι στιγμής». Όπως κατέληξε ο ίδιος, η επιγενετική είναι μία επιστήμη που έχει πολλά πεδία να διερευνήσει ακόμη.
Με πληροφορίες από το Time