Όσοι μολύνθηκαν με κορωνοϊό και ανάρρωσαν σύμφωνα με ορισμένες μελέτες μπορούν να υποστούν βλάβες στον εγκέφαλο, ακόμη και αν νόσησαν ήπια. Η «ομίχλη εγκεφάλου», η δυσκολία στη συγκέντρωση και τα προβλήματα μνήμης είναι μερικές από τις επιπτώσεις που μπορεί να κρατήσουν έως και εννέα μήνες.
Μια νέα μελέτη, από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, εξέτασε άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο άνω των 50 ετών που νόσησαν ήπια με κορωνοϊό. Οι 785 συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε δύο εγκεφαλικές σαρώσεις με διαφορά 38 μηνών. Συνολικά, 401 συμμετέχοντες είχαν βγει θετικοί στον ιό μεταξύ των δύο σαρώσεων.
Η μελέτη βρήκε μια σειρά επιδράσεων στον εγκέφαλο, κατά μέσο όρο 4,5 μήνες μετά τη μόλυνση. Τα άτομα που είχαν νοσήσει από κορωνοϊό είχαν μεγαλύτερη μείωση του πάχους της φαιάς ουσίας και βλάβη στους ιστούς σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την όσφρηση.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν επίσης μείωση του μεγέθους του εγκεφάλου των ασθενών οι οποίοι, όταν υποβλήθηκαν σε μια σειρά τεστ, παρουσίασαν μείωση της γνωστικής τους λειτουργίας.
Τα αποτελέσματα κυμαίνονταν από 0,2 έως 2% αλλαγή στον εγκέφαλο σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν είχαν μολυνθεί.
«Παρόλο που η μόλυνση ήταν ήπια για το 96 % των συμμετεχόντων μας, είδαμε μεγαλύτερη απώλεια όγκου φαιάς ουσίας και μεγαλύτερη βλάβη στους ιστούς», είπε η καθηγήτρια Gwenaëlle Douaud, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
«Παρατηρήσαμε επίσης μεγαλύτερη πτώση στις νοητικές τους ικανότητες να εκτελούν σύνθετες εργασίες και αυτή η επιδείνωση σχετιζόταν εν μέρει με αυτές τις εγκεφαλικές ανωμαλίες», πρόσθεσε. «Όλες αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις ήταν πιο έντονες σε μεγαλύτερες ηλικίες».
«Ένα βασικό ερώτημα για μελλοντικές μελέτες απεικόνισης εγκεφάλου είναι να δούμε εάν αυτή η βλάβη του εγκεφαλικού ιστού υποχωρεί μακροπρόθεσμα», τόνισε. Δεν είναι σαφές σε αυτό το στάδιο εάν οι επιπτώσεις στον εγκέφαλο είναι αναστρέψιμες, σύμφωνα με τους ερευνητές.
«Το γεγονός ότι έχουμε τη σάρωση πριν από τη μόλυνση μας βοηθά να διακρίνουμε τις εγκεφαλικές αλλαγές που σχετίζονται με τη μόλυνση από τις διαφορές που μπορεί να προϋπήρχαν στον εγκέφαλό τους», δήλωσε ο καθηγητής Στίβεν Σμιθ.
Σημειώνεται ότι η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature τον Μάρτιο, επιβεβαιώνει και αντίστοιχα ευρήματα προηγούμενων μελετών πάνω στο θέμα.
Με πληροφορίες από The Sun