Για χιλιάδες χρόνια, οι δράκοι Κομόντο αναπτύχθηκαν σε μια απομονωμένη νησιωτική περιοχή της Ινδονησίας έχοντας ανταγωνιστεί άλλα δηλητηριώδη ερπετά, κυνηγόσκυλα και βουβάλια.
Ο λόγος για την επιτυχία τους μπορεί να είναι ότι το δάγκωμα αυτών των γιγαντιαίων ερπετών - που μερικές φορές ζυγίζουν 300 κιλά και μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα τρία μέτρα - είναι τόσο δηλητηριώδες που ακόμη και μια ανεπαίσθητη αμυχή που μπρεί να προκληθεί από τα δόντια τους είναι ικανή να σκοτώσει. Οι δράκοι Κομόντο έχουν πάνω από 50 ποικιλίες βακτηρίων στα στόματά τους και όμως σπάνια αρρωσταίνουν ενώ έχουν αναπτύξει ανοσία στα δαγκώματα άλλων δράκων.
Οι επιστήμονες λένε ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το αίμα των δράκων είναι γεμάτο με πρωτεΐνες που ονομάζονται αντιμικροβιακά πεπτίδια, AMPs, μια παντοδύναμη προστασία από λοιμώξεις που παράγεται από όλα τα ζωντανά πλάσματα. Όμως πιστεύουν πως η ουσία αυτή μια μέρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φάρμακα για την προστασία του ανθρώπου. Αυτό θα ήταν μια εντυπωσιακή και σημαντική εξέλιξη επειδή μερικά αντιβιοτικά χάνουν την αποτελεσματικότητά τους καθώς τα βακτήρια αναπτύσσουν αντίσταση στα φάρμακα.
«Τα πεπτίδια των Κομόντο δεν μοιάζουν με άλλα. Τα ζώα έχουν βακτήρια στο στόμα τους στην άγρια φύση και ζουν σε ένα δύσκολο περιβάλλον και επιβιώνουν», λέει ο Barney Bishop, χημικός του πανεπιστημίου George Mason, ο οποίος ανακάλυψε τα ασυνήθιστα χαρακτηριστικά των πεπτιδίων στο αίμα των δράκων το 2013. «Αν μπορούμε να ανακαλύψουμε γιατί μπορούν να καταπολεμήσουν τα βακτήρια και τι τους κάνει τόσο επιτυχείς, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη γνώση για να αναπτύξουμε αντιβιοτικά», προσθέτει.
Ο επιστήμονας και η ομάδα του έχουν εντοπίσει περισσότερα από 200 πεπτίδια στο αίμα των ερπετών που έβλεπαν για πρώτη φορά, χρησιμοποιώντας μια διαδικασία που ονομάζεται «bioprospecting».
Υπήρξε τουλάχιστον ένα σημαντικό εύρημα. Ένα από τα πεπτίδια χρησιμοποιείται για να σχεδιάσει μια συνθετική ουσία, που ονομάζεται DRGN-1 και διασπά το στρώμα βακτηρίων που προσκολλάται στην επιφάνεια ενός τραύματος και μπορεί να εμποδίσει την επούλωση. Όταν το DRGN-1 δοκιμάστηκε σε ζωντανά βακτηρίδια και σε πληγές που είχαν μολυνθεί με βακτήρια, τα αποτελέσματα ήταν εκπληκτικά: Τα τραύματα επουλώθηκαν σημαντικά ταχύτερα από ό, τι χωρίς θεραπεία.
Η μικροβιολόγος Monique van Hoek, η οποία συνεργάστηκε με τον Bishop για το έργο, περιέγραψε την DRGN-1 ως «μια νέα προσέγγιση για την πιθανή εξουδετέρωση των βακτηρίων που έχουν αντοχή στα συμβατικά αντιβιοτικά. Τα αντιμικροβιακά πεπτίδια αντιπροσωπεύουν εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης στην προστασία του ανοσοποιητικού συστήματος από επικίνδυνες λοιμώξεις», ανέφερε.
Η εύρεση αυτών των πεπτιδίων και η δοκιμή τους δεν είναι απλή διαδικασία αλλά οι ερευνητές ελπίζουν να βρουν και άλλα δυνητικά φάρμακα βασισμένα στο αίμα των αίμα των Κομόντο - καθώς και στο αίμα των κροκοδείλων και των αλιγάτορων - και στη συνέχεια να πείσουν μια φαρμακευτική εταιρεία να βγάλει στην αγορά φάρμακων την ανακάλυψή τους. Μέχρι στιγμής, έχουν εντοπίσει 48 πιθανά ΑΜΡ στο αίμα Komodo που δεν έχουν εντοπιστεί και δοκιμαστεί ποτέ πριν. Ισχυρίζονται ότι αυτές οι ανακαλύψεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εφαρμογές για να περιορίσουν καθημερινά προβλήματα όπως η ακμή και η πνευμονία και να αντισταθούν σε βιολογικά όπλα όπως ο άνθρακας.
Οι λοιμώξεις των ανθεκτικών στα αντιβιοτικά βακτηρίδια σκοτώνουν έως και 700.000 ανθρώπους ετησίως, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αριθμός που μπορεί να ανέλθει σε 10 εκατομμύρια ετησίως έως το 2050. Ο ΠΟΥ λέει ότι τα ανθεκτικά βακτήρια αυξάνονται σε «επικίνδυνα επίπεδα σε ορισμένα μέρη του κόσμου απειλώντας την ικανότητά μας να θεραπεύουμε κοινές μολυσματικές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένης της πνευμονίας, της φυματίωσης, της δηλητηρίασης του αίματος και της γονόρροιας».
Ακόμη και μετά από τέσσερα χρόνια έρευνας οι επιστήμονες δεν μπορούν να απαντήσουν στο γιατί τα πεπτίδια των Κομόντο δεν μοιάζουν με άλλα. Είναι δύσκολο να μελετήσει κανείς ένα ζώο που είναι δύσκολο να αιχμαλωτίσει και η ομάδα χρησιμοποιεί δείγματα από ένα Κομόντο στο Ζωολογικό Πάρκο στη Φλόριντα.
Εκτός από τους δράκους, ο Bishop μελετά τους αλιγάτορες και τους κροκόδειλους αλμυρού νερού, οι οποίοι παρουσιάζουν ισχυρή ανοσία κατά των ασθενειών παρά την κατανάλωση μολυσμένων από βακτήρια ζώων και τη διαβίωση σε πλούσια σε βακτήρια περιβάλλοντα, ακόμη και την απώλεια των άκρων χωρίς να λοιμώξεις.
Η έρευνα είχε αρχικά ως στόχο να βοηθήσει τους στρατιώτες να επουλωθούν ταχύτερα και να βρει τρόπους για να τους προστατεύσουν από τα βακτηριακά βιολογικά όπλα. Η έρευνα θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε καταναλωτικά προϊόντα που θα μπορούσαν να θεραπεύσουν τραύματα ή να μειώσουν τις δερματικές λοιμώξεις.
«Τα πιο απίθανα ζώα κρύβουν τα θαυμαστά φάρμακα του αύριο», λέει ο Bryan Fry, ένας χειρουργός του πανεπιστημίου του Queensland που ανακάλυψε το 2009 ότι τα Κομόντο χρησιμοποιούν δηλητήριο για να σκοτώσουν τη λεία τους. Μέχρι τότε, λέει ο Fry, όλοι πίστευαν πως το δάγκωμα ενός δράκου προκαλούσε μια θανατηφόρα λοίμωξη από το σάλιο τους.
Ο Fry συμφωνεί με την άποψη πως τα ερπετά θα μπορούσαν να είναι το επόμενο σύνορο για την ιατρική, συγκρίνοντας τις δυνατότητες των σαυρών με φάρμακα που έχουν προκύψει από άλλα ερπετά. Ο δράκος του ζωολογικού κήπου είναι η μόνη πηγή δείγματος για την ώρα και οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οι άγριοι δράκοι πιθανότατα έχουν πιο θεραπευτικά πεπτίδια στο αίμα τους.
Με πληροφορίες από Washington Post